Πυρετός κατασχέσεων έχει ξεκινήσει προκειμένου να κλείσει κάπως η τρύπα του χρέους που έχει δημιουργηθεί, καθώς τα φρέσκα ληξιπρόθεσμα από τις αρχές του έτους ανήλθαν σε 5,475 δισ. ευρώ.
Ενδεικτικό είναι πως μέσα σε λιγότερο από έναν μήνα έγιναν σχεδόν 21.000 (20.954) κατασχέσεις καταθέσεων και ενοικίων από την ΑΑΔΕ. Πρακτικά αναλογούν 1.000 κατασχέσεις σε κάθε μία από τις 21 εργάσιμες μέρες που είχε ο μήνας ή 125 κατασχέσεις ανά ώρα στο οκτάωρο λειτουργίας των εφοριών -δηλαδή δύο κατασχέσεις το λεπτό.
Με βάση τα στοιχεία του Ιουνίου, ο αριθμός των φορολογούμενων επί των οποίων έχουν ληφθεί μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης έχει φτάσει, πλέον, στις 951.114, δηλαδή στο απίστευτο 59% των οφειλετών που μπορούν να νιώσουν το «χάδι» των εισπρακτικών υπηρεσιών της ΑΑΔΕ. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι άλλοι περίπου 700.000 φορολογούμενοι βρίσκονται στη λίστα αναμονής.
Ως προς τον όγκο των οφειλών, με τη συμπλήρωση του εξαμήνου τα φρέσκα ληξιπρόθεσμα από τις αρχές του έτους ανήλθαν σε 5,475 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 727 εκατ. ευρώ σε σχέση με τα 4,748 δισ. ευρώ έναν μήνα νωρίτερα.
Στα ποσά αυτά έρχονται να προστεθούν και 90,168 δισ. ευρώ παλαιών συσσωρευμένων ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων έως το τέλος του 2016. Υπολογίζεται, πάντως, ότι τον Ιούλιο η κατάσταση επιδεινώθηκε, καθώς τρεις στους δέκα φορολογούμενους δεν πλήρωσαν εμπρόθεσμα την πρώτη δόση του φόρου εισοδήματος, δημιουργώντας ένα νέο «φέσι» 671 εκατ. ευρώ.
Πώς μπορεί ένας φορολογούμενος να αποφύγει την κατάσχεση
1) Η υπαγωγή των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις φορολογικές αρχές μπορούν να ρυθμιστούν έως και σε 12 μηνιαίες δόσεις ή εάν προέρχονται από έκτακτη φορολογία έως και σε 24 μηνιαίες δόσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 4152/2013 περί «πάγιας ρύθμισης».
Η υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή προϋποθέτει την υποβολή υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 στην οποία ο αιτών τη ρύθμιση οφειλέτης θα πρέπει να αναφέρει αναλυτικά στοιχεία για την εισοδηματική και περιουσιακή του κατάσταση, από τα οποία θα πρέπει να προκύπτει αφενός η αδυναμία του να εξοφλήσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του, αφετέρου η δυνατότητά του να διαθέτει από το μηνιαίο εισόδημά του ένα ποσό για την αποπληρωμή της κάθε μηνιαίας δόσης της ρύθμισης.
Η υπαγωγή στην «πάγια ρύθμιση» του ν. 4152/2013 και η υποβολή τόσο της αίτησης όσο και της απαιτούμενης υπεύθυνης δήλωσης μπορεί να γίνει ηλεκτρονικά, μέσω ειδικής εφαρμογής του συστήματος ΤΑΧΙSnet, που είναι διαθέσιμη μέσω της ιστοσελίδας της ΑΑΔΕ, στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.aade.gr. Κατά την ηλεκτρονική υποβολή της αίτησης ο οφειλέτης υποχρεούται να συμπληρώνει τα σχετικά πεδία που εμφανίζονται στην οθόνη της αίτησης.
Με την υπαγωγή στην ρύθμιση, αποτρέπεται η επιβολή του μέτρου της κατάσχεσης ή αν το μέτρο αυτό έχει ήδη επιβληθεί αναστέλλεται.
Σε κάθε περίπτωση, ο φορολογούμενος που θα υπαχθεί στη ρύθμιση αυτή θα πρέπει να γνωρίζει ότι:
α) Το συνολικό ποσό των οφειλών που θα ρυθμίσει επιβαρύνεται με ετήσιο ποσοστό τόκων 5%.
β) Προϋπόθεση για την ένταξη στη ρύθμιση είναι να έχει υποβάλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας, καθώς και τυχόν περιοδικές και εκκαθαριστικές δηλώσεις ΦΠΑ για τις οποίες ήταν υπόχρεος την τελευταία πενταετία.
2) Η ασφάλιση των τακτικά καταβαλλόμενων, μέσω τραπεζικών λογαριασμών, μισθών, συντάξεων και λοιπών ασφαλιστικών επιδομάτων και παροχών μέσω της δήλωσης του βασικού τραπεζικού λογαριασμού του οφειλέτη ως «ακατάσχετου». Για κάθε οφειλέτη του Δημοσίου ισχύει ακατάσχετο όριο 1.250 ευρώ όσον αφορά τα ποσά των καταθέσεών του σε έναν λογαριασμό που έχει ανοίξει σε ένα μόνο τραπεζικό ίδρυμα. Ωστόσο, για να ισχύσει το ακατάσχετο αυτό όριο, ο οφειλέτης θα πρέπει να γνωστοποιήσει στην ΑΑΔΕ τον συγκεκριμένο τραπεζικό λογαριασμό του, υποβάλλοντας ηλεκτρονικά σχετική δήλωση στο σύστημα ΤAXISNET. Εφόσον ο οφειλέτης έχει τραπεζικό λογαριασμό στον οποίο πιστώνονται κάθε μήνα ποσά μισθών ή συντάξεων ή άλλων ασφαλιστικών βοηθημάτων οφείλει να γνωστοποιήσει αυτό τον λογαριασμό στην ΑΑΔΕ, ώστε να μην κατάσχονται από αυτόν υπόλοιπα χαμηλότερα των 1.250 ευρώ.
3) Η τμηματική αποπληρωμή του ληξιπρόθεσμου χρέους ανά μη τακτά διαστήματα με την καταβολή ποσών «έναντι», ιδίως αν το ποσό του χρέους υπερβαίνει κατά πολύ τα 500 ευρώ. Η λύση αυτή πρέπει να επιλέγεται μόνο εφόσον είναι αδύνατη η υπαγωγή του χρέους σε «πάγια ρύθμιση» και με πρωταρχικό στόχο το συνολικό ποσό της οφειλής να περιοριστεί κάτω από τα 500 ευρώ που είναι το όριο πάνω από το οποίο επιτρέπεται η επιβολή του μέτρου της κατάσχεσης ακινήτων ή κινητών περιουσιακών στοιχείων. Κάθε οφειλέτης που έχει ένα μη ρυθμισμένο ληξιπρόθεσμο χρέος μπορεί, όποτε θέλει και έχει τη σχετική ρευστότητα, να πληρώνει οποιουδήποτε ύψους ποσό “έναντι” του συνολικού αυτού χρέους σε οποιοδήποτε υποκατάστημα Τράπεζας ή των ΕΛΤΑ ή σε οποιοδήποτε ΑΤΜ τράπεζας ή μέσω e-banking, χρησιμοποιώντας την Ταυτότητα Οφειλής, δηλαδή τον κωδικό πληρωμής που συνοδεύει το χρέος του. Με τη μέθοδο της καταβολής ποσών «έναντι» επιτυγχάνεται η σταδιακή μείωση του υπολοίπου της οφειλής. Μπορεί δε με τον τρόπο αυτό μια οφειλή της τάξεως των 1.000 ή των 2.000 ευρώ να μειωθεί σταδιακά κάτω από τα 500 ευρώ και ο οφειλέτης να πάψει να τουλάχιστον να είναι εκτεθειμένος στον κίνδυνο κατάσχεσης ακινήτων ή κινητών περιουσιακών στοιχείων που κατέχει.
4) Η υποβολή αίτησης προς τον προϊστάμενο της αρμόδιας ΔΟΥ για μείωση του ποσού που υπόκειται σε κατάσχεση. Ο οφειλέτης εναντίον του οποίου έχει επιβληθεί το μέτρο της κατάσχεσης ποσοστού επί του τμήματος του μηνιαίου μισθού του άνω των 1.000 ευρώ έχει δικαίωμα να ζητήσει από τον προϊστάμενο της ΔΟΥ στην οποία υπάγεται, υποβάλλοντας σχετική αίτηση, τη μείωση του ποσοστού του μισθού του που παρακρατείται και κατάσχεση έναντι χρεών του προς το Δημόσιο, εφόσον αποδείξει ότι υπάρχουν σοβαροί οικονομικοί λόγοι που υπαγορεύουν τη μείωση αυτή.