Πέμπτη, 14 Νοεμβρίου, 2024 03:34
ΕλλάδαΚΟΙΝΩΝΙΑ

Αστυνομικός, «τυφλός» από έρωτα, επιτέθηκε σε αστυνομικίνα






Θόλωσε το μάτι ερωτοχτυπημένου αστυνομικού από το πάθος του για μια ωραία συνάδελφό του όταν εκείνη έδειξε αρνητική συμπεριφορά απέναντί του, με αποτέλεσμα να επιχειρήσει να τη χτυπήσει με το μηχανάκι του αλλά τελικά να πέσει σε μηχανή της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. που έσπευσε να τη βοηθήσει, τραυματίζοντας τον οδηγό της.

Ο ερωτευμένος άνδρας της Ελληνικής Αστυνομίας καταδικάστηκε σε φυλάκιση 10 μηνών με τριετή αναστολή από τα δικαστήρια του Πειραιά για επικίνδυνη σωματική βλάβη και απόπειρα τέλεσης επικίνδυνης σωματικής βλάβης.

Ο αστυνομικός ζήτησε από τον Αρειο Πάγο να μετατραπεί η σε βάρος του κατηγορία από απόπειρα επικίνδυνης σωματικής βλάβης σε απειλή λόγω εσφαλμένης εκτίμησης των αποδεικτικών μέσων και να αναιρεθεί η καταδικαστική για εκείνον απόφαση. Ωστόσο, οι αρεοπαγίτες απέρριψαν το αίτημά του και επικύρωσαν την ποινή.

Τον εν λόγω άνδρα της ΕΛ.ΑΣ. οι συνάδελφοί του στην ομάδα ΔΙ.ΑΣ. τον περιφρονούσαν επειδή «είχε συμπεριφορά επαρχιωτόπουλου», όπως έλεγαν.

Η μόνη στο Αστυνομικό Τμήμα που του μιλούσε και του έδινε κάποια σημασία ήταν μια συνάδελφός του. Αυτό ήταν αρκετό για να την ερωτευτεί, αλλά, όπως αποδείχθηκε, δεν είχε την ψυχική δύναμη να της το εξομολογηθεί, αλλά να παρανομήσει, έχοντας ως αποτέλεσμα να λερώσει το ποινικό μητρώο του.

Ετσι, μετά το τέλος της βάρδιάς του άρχισε να ακολουθεί με το αυτοκίνητό του τον μεγάλο του έρωτα. Η αστυνομικίνα ενημέρωσε για την κατάσταση αυτή τον διοικητή του Α.Τ. όπου υπηρετούσαν. Μάλιστα, ζήτησε να μην μπαίνουν μαζί στην ίδια βάρδια, αλλά το αίτημά της δεν έγινε αποδεκτό. Κάποιο βράδυ του Νοεμβρίου του 2012, όταν η αστυνομικός σχόλασε και πήγαινε με το αυτοκίνητο σπίτι της, αντιλήφθηκε από το καθρεφτάκι του αυτοκινήτου ένα άγνωστο όχημα να την παρακολουθεί. Αφού κοιτούσε επίμονα για να καταλάβει ποιος ήταν αυτός που την ακολουθούσε, μετά από κάποια χιλιόμετρα διαπίστωσε ότι ήταν ο συνάδελφός της.

Ετσι, αποφάσισε να μην πάει προς το σπίτι της και αμέσως άλλαξε πορεία επιλέγοντας δρόμο που είχε πολλά φώτα. Το ίδιο όμως έκανε και εκείνος. Τότε η αστυνομικός μόλις έφτασε σε σημείο όπου είχε πολλά φώτα, σταμάτησε το αυτοκίνητο στη μέση του δρόμου, κατέβηκε και πλησίασε τον συνάδελφό της. Σε έντονο ύφος ζήτησε να μάθει τον λόγο για τον οποίο την ακολουθούσε, χωρίς, ωστόσο, να λάβει καμία απάντηση, καθώς το «επαρχιωτόπουλο» δεν είχε το ψυχικό σθένος να της εξομολογηθεί τον έρωτά του. Εκείνη τότε επέστρεψε στο Ι.Χ. της και κάλεσε το Α.Τ. , όπου υπηρετούσε, με αποτέλεσμα να σπεύσει η Αμεση Δράση και να τη συνοδεύσει μέχρι το σπίτι της.

Το μεσημέρι της επόμενης ημέρας επαναλήφθηκε πάλι το ίδιο σκηνικό. Ο συνάδελφός της την ακολούθησε και η αστυνομικός ειδοποίησε ξανά  το Α.Τ., το οποίο έστειλε βοήθεια και όλοι μαζί τελικά οδηγήθηκαν στη ΓΑΔΑ. Μετά από όλα αυτά οι δύο αστυνομικοί πήγαν σε ψυχολόγο της ΕΛ.ΑΣ., ενώ από τον ερωτοχτυπημένο αστυνομικό αφαιρέθηκε το υπηρεσιακό του όπλο. Σαν να μη συνέβη τίποτα απολύτως, το απόγευμα της ίδιας ημέρας, φεύγοντας η αστυνομικός από το σπίτι της τον είδε πάλι να την περιμένει, αυτή τη φορά πάνω σε ένα μηχανάκι. Τότε ειδοποίησε το κέντρο της ΔΙ.ΑΣ.

Οταν ο άνδρας της ΕΛ.ΑΣ. αντιλήφθηκε την ομάδα, ανέβηκε στο μηχανάκι του και κινήθηκε απειλητικά προς το μέρος της συναδέλφου του επιχειρώντας να τη χτυπήσει. Ομως δεν την πέτυχε, καθώς εκείνη τραβήχτηκε και απέφυγε το χτύπημα. Αμέσως μετά, εκτός ελέγχου πλέον και μαρσάροντας κατευθύνθηκε προς τη διασταύρωση που υπήρχε σε μικρή σχετικά απόσταση. Εκανε επιτόπου αναστροφή και αφού γκάζωσε πήγε και έπεσε με ταχύτητα πάνω στη μία από τις μηχανές της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. Από τον εμβολισμό τραυματίστηκε στο δεξί πόδι ο ειδικός φρουρός που επέβαινε σε αυτή.

Οδηγούμενος στο δικαστήριο είπε ότι στην προσπάθειά του να σταματήσει πατώντας φρένο έπεσε κατά λάθος πάνω στη μηχανή της ΔΙ.ΑΣ. Οι δικαστές τού είπαν ότι ο ισχυρισμός του δεν ευσταθεί και αυτό γιατί, ενώ βρισκόταν μακριά από τις μοτοσικλέτες της ΔΙ.ΑΣ., σε απόσταση 40-50 μέτρων, τελικά κινήθηκε προς το μέρος τους με ταχύτητα.

Του επισήμαναν επίσης ότι, έχοντας αποφασίσει να προκαλέσει με πρόθεση επικίνδυνη σωματική βλάβη, προξένησε σε άλλους «σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας τους, κατά τρόπο που μπορούσε να προκαλέσει ακόμη και κίνδυνο για τη ζωή τους ή βαριά σωματική βλάβη».

[protothema.gr]