«Ή τελειώνουμε γρήγορα ή αυτά που είναι τώρα στο τραπέζι δεν θα ισχύουν πλέον», είναι λίγο ως πολύ το μήνυμα που έστειλε στην Αθήνα Ευρωπαίος αξιωματούχος λίγο πριν φτάσει η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα στις Βρυξέλλες.
Η προειδοποίηση δεν θα μπορούσε να είναι πιο σαφής και στοχεύει σε όσους διακινούν σενάρια περί πληρωμής των 6,3 δις ευρώ τον Ιούλιο, από ίδιους πόρους, χωρίς δηλαδή την εκκρεμή δόση των 6,2 δις ευρώ και προφανώς αφού «στραγγίξουν» τα ταμεία όπως ακριβώς έγινε το πρώτο εξάμηνο του 2015.
«H λογιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων δεν βοηθάει σε τίποτα. Κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό για την οικονομική κατάσταση της χώρας, καθώς θα έπληττε τη φορολογική, καταναλωτική και επιχειρηματική εμπιστοσύνη» ήταν η φράση που φέρεται ότι χρησιμοποίησε ο Ευρωπαίος αξιωματούχος, προσθέτοντας ότι σε αυτήν την περίπτωση θα αλλάξουν τα οικονομικά δεδομένα δραματικά και θα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν όλα από την αρχή.
Τι σημαίνει πρακτικά αυτή η φράση; Ότι τα όσα συζητιούνται τώρα με τους δανειστές για περικοπές 1,8 δις ευρώ στις συντάξεις και 1,8 δις ευρώ στο αφορολόγητο, βασίζονται στο σενάριο αύξησης του ΑΕΠ κατά 2,7% και επίτευξης πλεονασμάτων 1,75% φέτος και 3,5% το 2018, δεδομένα που ασφαλώς θα ανατραπούν αν εκτροχιαστεί το χρονοδιάγραμμα της αξιολόγησης.
Δικαιολογείται αυτή η προσέγγιση; Ήδη διεθνείς αλλά και εγχώριοι αναλυτές κάνουν λόγο για χαμένο εξάμηνο και προσγείωση των προβλέψεων για το φετινό ΑΕΠ στα επίπεδα του 1- 1,5%, ενώ αρμόδιες πηγές τόνιζαν στην αρχή του έτους και πριν αρχίσει να… στραβώνει το πράγμα, ότι ο μοναδικός αστάθμητος παράγοντας ήταν το αν όντως θα μπορέσει το ΑΕΠ να «τρέξει» με ρυθμούς 2,7%.
Κι επειδή ενός κακού μύρια έπονται, νεώτερες πληροφορίες από ευρωπαϊκές πηγές, αναφέρουν ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έχει κινηθεί στην ίδια ακριβώς σκληρή γραμμή του ΔΝΤ, απαιτώντας να γίνει εμπροσθοβαρώς η εφαρμογή των νέων μέτρων, δηλαδή περικοπές συντάξεων και μείωση του αφορολογήτου από 1/1/2019 και όχι σε δύο δόσεις, με διετή ορίζοντα.
Η προφανής εξήγηση είναι ότι άπαντες επικαλούνται τον εκλογικό κύκλο στην Ελλάδα και τη συνήθη «χαλάρωση» που αυτός φέρνει. Το πιο βαθύ πρόβλημα είναι η σταθερή απροθυμία του Βερολίνου να αποδεχθεί μέτρα ελάφρυνσης του Χρέους, που μπορεί να έχουν το οποιοδήποτε κόστος για το Γερμανό φορολογούμενο. Ως εκ τούτου, η όποια συζήτηση για χαλάρωση των πλεονασμάτων μετά από το 2018, έστω μετά από την τριετία, συνεπάγεται τη δημιουργία χρηματοδοτικής «τρύπας»- ο αρχικός σχεδιασμός προβλέπει 3,5% ως το 2028- η οποία θα πρέπει να καλυφθεί είτε με νέο δάνειο είτε με «εργαλεία» μείωσης του Χρέους. Και στις δύο περιπτώσεις, το Βερολίνο θεωρεί ότι προκύπτει κόστος, το οποίο δεν προτίθεται να συζητήσει ειδικά τώρα, λίγους μήνες πριν από τις κάλπες του Σεπτεμβρίου.