Φαινόταν σαν ένα αστείο όταν ακούστηκε για πρώτη φορά στο βρετανικό ραδιόφωνο. Ήταν απίθανη η ιστορία που διηγούντο οι στίχοι. Εκείνη ενός τύπου που έκλεβε γυναικεία εσώρουχα από τις αυλές των σπιτιών του Κέμπριτζ. Τον πρώτο καιρό μάλιστα απαγορεύθηκε η ραδιοφωνική του μετάδοση. «Αν κάποιοι βρίσκουν το τραγούδι μας νοσηρό, υπάρχουν και πολλοί άλλοι που ακούγοντάς το μας ανακαλύπτουν. Είμαστε τα λουλούδια μέσα σε ένα καφάσι από σάπια φρούτα, που είναι η σημερινή σκηνή», είχε σχολιάσει τότε ο Μπάρετ.
Με τον τυπικό ήχο της κιθάρας και την «κρυσταλλική» χαρακτηριστική φωνή ενός νέου γεμάτου ελπίδες, εκείνη του Σιντ Μπάρετ. Το τραγούδι λεγόταν «Arnold Layne», πρωτοκυκλοφόρησε πριν από πενήντα ακριβώς χρόνια και ελάχιστοι μπορούσαν να φανταστούν ότι θα αποτελούσε την απαρχή της μετέπειτα μυθικής πορείας του συγκροτήματος.Όπως διηγήθηκε χρόνια αργότερα ο Ρότζερ Γουότερς, δεύτερος ιστορικός πυλώνας του διάσημου γκρουπ, το τραγούδι αυτό ήταν εμπνευσμένο από ένα περίεργο περιστατικό. Ενός ανθρώπου που γυρνούσε στο Κέμπριτζ ντυμένος γυναικεία: «Η μητέρα μου και η μητέρα του Σιντ έμεναν τότε σε φοιτητικούς κοιτώνες, καθώς εκεί κοντά ήταν ένα κολλέγιο θηλέων και έξω από τα παράθυρα κρεμόντουσαν διαρκώς ρούχα και εσώρουχα για να στεγνώσουν και ο «Arnold» ή όποιος κι αν ήταν, τους τα έκλεβε», διηγήθηκε ο Γουότερς.
Το συγκεκριμένο τραγούδι δεν μπήκε σε κανένα άλμπουμ χρόνια αργότερα όμως συμπεριλήφθηκε στη συλλογή «Echoes» και πρόσφατα στη νέα συλλογή «The early years 1962-1972» – ένας θησαυρός από ανέκδοτα βίντεο, ντέμο και ρεμίξ επιτυχίες για τους θαυμαστές του πρώτου βρετανικού ροκ ψυχεδελικού συγκροτήματος.
Το κουαρτέτο ήταν καθαρή έκφραση της έκρηξης του μπιτ και της αντεργκράουντ του λεγόμενου «Swinging London» στα μέσα της δεκαετίας του ’60, του οποίου ηγείτο ο οραματιστής Σιντ Μπάρετ, ένας ιδιοφυής που θα βυθισθεί αργότερα σε μια δίνη διαφόρων παραισθησιογόνων με αποτέλεσμα να καταλήξει για τα επόμενα 30 χρόνια, ερημίτης στο πατρικό του σπίτι στο Κέμπριτζ.
Το 1969 εγκατέλειψε το συγκρότημα λόγω της εξάρτησής του από τις ουσίες, πριν οι Pink Floyd αποκτήσουν το οικουμενικό άκουσμα του Ρότζερ Γουότερς και την ατμοσφαιρικότητα του Ντέιβιντ Γκίλμουρ. Το 1967 όμως ο Γκίλμουρ δεν τον είχε ακόμα αντικαταστήσει και ο Γουότερς περιοριζόταν στο να στηρίζει (και να μεταφράζει σε μουσική) τις φανταστικές ιδέες του τότε αδελφικού του φίλου Σιντ.
Ιδέες που θα διαπερνούσαν όλο το εκπληκτικό πρώτο άλμπουμ του γκρουπ, «The Piper at the Gates of Dawn», που ηχογραφήθηκε λίγους μήνες αργότερα. Σύμπτωση. Το άλμπουμ «The Piper at the Gates of Dawn» ηχογραφήθηκε στο Abbey Road, στο ίδιο στούντιο που θα γεννιόταν και το «Sgt Pepper», άλμπουμ-ορόσημο του πνεύματος της εποχής των Beatles.
Φουτουριστικές διαστημικές «βόλτες» σαν το «Interstellar Overdrive» ή το «Astronomy Domine» καθιστούν το «The Piper at the Gates of Dawn» το απόλυτο αριστούργημα, ίσως λίγο λιγότερο διάσημο από τα μετέπειτα μνημειώδη «Dark Side of the Moon» και «The Wall». Χωρίς όμως αυτή την ισχυρή αντισυμβατική προσωπικότητα, χωρίς δηλαδή τον Σιντ Μπάρετ, δεν θα είχε «χτισθεί» ο αγέραστος μύθος των Pink Floyd.
Πηγή: newsbeast.gr