Βραζιλία: Φυλακισμένα μέλη συμμορίας αποκεφάλισαν και έβγαλαν τις καρδιές 31 συγκρατουμένων τους
Φυλακισμένα μέλη της πιο ισχυρής συμμορίας διακίνησης ναρκωτικών της Βραζιλίας σκότωσαν 31 συγκρατούμενούς τους χθες, αποκεφαλίζοντας και βγάζοντας τις καρδιές από τα περισσότερα θύματά τους, για να εκδικηθούν για τη σφαγή 56 συντρόφων τους σε άλλο σωφρονιστικό ίδρυμα πριν πέντε ημέρες.
Η σφαγή στη φυλακή Μόντε Κρίστο στην Πολιτεία Ροράιμα διαπράχθηκε από μέλη της οργάνωσης PCC (Διοίκηση Πρώτης Πρωτεύουσας) του Σάο Πάουλο και προκάλεσε ανησυχίες ότι η βία των τελευταίων μηνών μεταξύ αντίπαλων εγκληματικών οργανώσεων που ελέγχουν τις φυλακές στη Βραζιλία έχει ξεφύγει από τον έλεγχο.
Μέλη της PCC ήταν θύματα μιας άλλης σφαγής την Κυριακή στη φυλακή της πόλης Μανάους στη γειτονική Πολιτεία Αμαζόνας, τη χειρότερη που έχει καταγραφεί σε φυλακές της Βραζιλίας εδώ και δύο δεκαετίες.
Όπως και στη Μανάους, τα θύματα αποκεφαλίστηκαν, διαμελίστηκαν, σύμφωνα με τις φωτογραφίες που κυκλοφόρησαν από το εσωτερικό της φυλακής και οι οποίες δείχνουν δεκάδες πτώματα σε ένα λουτρό αίματος. Μια σφαγή που έγινε στο πλαίσιο του πολέμου μεταξύ των αντίπαλων συμμοριών για τον έλεγχο της αγοράς κοκαΐνης.
«Η σφαγή ξεκίνησε στις 02:00 τα ξημερώματα (08:00 ώρα Ελλάδας). Δεν υπήρξε ανταλλαγή πυρών, τα θύματα σκοτώθηκαν με αιχμηρά αντικείμενα ή αυτοσχέδια όπλα», δήλωσε ο Ουζιέλ Κάστρο, υπουργός Δικαιοσύνης της Πολιτείας Ροράιμα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, στις αγροτικές φυλακές Μόντε Κρίστο, που βρίσκονται δίπλα στην Μπόα Βίστα πρωτεύουσα της Πολιτείας, κρατούνται 1.400 άνθρωποι, αριθμός διπλάσιος από την κανονική χωρητικότητα της φυλακής.
Στην ίδια φυλακή 10 κρατούμενοι σκοτώθηκαν στις 16 Οκτωβρίου στη διάρκεια συγκρούσεων μεταξύ αντίπαλων εγκληματικών οργανώσεων. Κάποια από τα θύματα αποκεφαλίστηκαν ή κάηκαν ζωντανά. Την επομένη, σε μια άλλη φυλακή στη βόρεια Βραζιλία, στην Πολιτεία Ροντόνια, οκτώ κρατούμενοι δολοφονήθηκαν.
Στη φυλακή Μόντε Κρίστο κρατούνται μέλη της συμμορίας CV από το Ρίο ντε Ζανέιρο που είναι σύμμαχοι της FDN (Βόρεια Οικογένεια), η οποία θεωρείται υπεύθυνη για τη σφαγή στη φυλακή Μανάους τη νύχτα της Κυριακής προς Δευτέρα.
Η πλειονότητα των θυμάτων στη Μανάους ήταν μέλη της PCC, αντιπάλου της CV.
Έκτοτε, ο Κάστρο διαβεβαίωσε ότι τα μέλη των αντίπαλων συμμοριών «έχουν διαχωριστεί» και «τα δηλωμένα μέλη της CV έχουν μεταφερθεί» σε άλλες φυλακές.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η σφαγή στη Μόντε Κρίστο «ήταν μια μεμονωμένη πράξη μελών της PCC εναντίον προσώπων που δεν συνδέονται με καμία οργάνωση». «Πρόκειται για πράξεις ακραίας ωμότητας, χωρίς καμία αιτία. Δεν έχουμε κατανοήσει τους λόγους», πρόσθεσε.
«Προφανώς δεν πρόκειται για πράξη αντιποίνων της PCC εναντίον της FDN», εκτίμησε από την πλευρά του ο ομοσπονδιακός υπουργός Δικαιοσύνης Αλεξάντρ ντε Μοράες.
Οι βόρειες πολιτείες της Βραζιλίας, που συνορεύουν με την Κολομβία, το Περού και τη Βολιβία αποτελούν στρατηγικά περιοχές για τις συμμορίες που επιθυμούν να ελέγξουν τη διακίνηση κοκαΐνης.
Σύμφωνα με τη βραζιλιάνικη αστυνομία, η FDN άρχισε να δημιουργείται το 2007 προκειμένου να αποτραπεί η επέκταση της PCC, η οποία επιθυμούσε να ελέγξει την Πολιτεία Αμαζόνας και άρα τη διαδρομή της κοκαΐνης.
Την Πέμπτη η κυβέρνηση της Βραζιλίας ανακοίνωσε τις αδρές γραμμές του νέου της εθνικού σχεδίου ασφαλείας, το οποίο περιλαμβάνει κυρίως την ανέγερση φυλακών σε κάθε μία από τις 27 Πολιτείες της χώρας, καθώς και πέντε ομοσπονδιακών φυλακών υψίστης ασφαλείας.
Η Βραζιλία έχει τον τέταρτο μεγαλύτερο πληθυσμό φυλακών παγκοσμίως, με 620.000 κρατούμενους, ενώ ο υπερπληθυσμός στα σωφρονιστικά ιδρύματα αποτελεί οξύ πρόβλημα.
Σύμφωνα με την κοινωνιολόγο Καμίλα Νούνιες Ντίας καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο του Σάο Πάουλο, οι σφαγές αυτές είναι «προαναγγελθείσες τραγωδίες» εξαιτίας των εντάσεων «μεταξύ ομάδων κρατούμενων και της προχειρότητας των εγκαταστάσεων».
«Οποιαδήποτε πρόταση με άμεση ισχύ, όπως η ανέγερση νέων φυλακών, δεν λύνει τα πραγματικά προβλήματα. Το μόνο που κάνει είναι να ικανοποιεί την κοινή γνώμη εν αναμονή του επόμενου δράματος», πρόσθεσε.
Από την πλευρά της η ένωση δικηγόρων της Βραζιλίας ανακοίνωσε την πρόθεσή της να προσφύγει στο Διαμερικανικό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για να επιβληθούν κυρώσεις στην κυβέρνηση της χώρας «για την έλλειψη συγκεκριμένων μέτρων προς επίλυση του προβλήματος».