Παρά τη βελτίωση των γενικών δεικτών της οικονοµίας, οι επιπτώσεις της δεκαετούς κρίσης είναι ακόµα εµφανείς.
Με ετήσιο εισόδηµα χαµηλότερο των 10.000 ευρώ ζουν τρία στα δέκα νοικοκυριά στην Ελλάδα, ενώ το µηνιαίο εισόδηµα για τα µισά νοικοκυριά δεν επαρκεί για όλο τον µήνα, όπως προκύπτει από την τελευταία έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ. Στην έρευνα αυτή αναφέρεται ότι είναι βελτιωµένη η κατάσταση που βρίσκονται σήµερα τα ελληνικά νοικοκυριά -απόρροια της γενικότερης βελτίωσης την οποία καταγράφουν οι κύριοι δείκτες της ελληνικής οικονοµίας-, ωστόσο είναι εµφανείς οι επιπτώσεις από τη 10ετή οικονοµική κρίση και την πολιτική της εσωτερικής υποτίµησης που επιλέχθηκε ως µέτρο αντιµετώπισης της κρίσης χρέους της χώρας.
Πιο αναλυτικά, για 1 στα 2 νοικοκυριά το µηνιαίο εισόδηµα δεν επαρκεί για όλο τον µήνα, αλλά µόλις για 19 ηµέρες κατά µέσο όρο. Το µεγαλύτερο πρόβληµα καταγράφεται στα πολυµελή νοικοκυριά, όπου το µηνιαίο εισόδηµα δεν επαρκεί για όλο τον µήνα σε ποσοστό 62,6%. Ενα σταθερά υψηλό ποσοστό (της τάξης του 61,1%) δήλωσε ότι χρειάζεται να κάνει περικοπές για να καλύψει τις βασικές του ανάγκες.
Επιπλέον, το 12,7% των νοικοκυριών δήλωσε ότι τα εισοδήµατά του δεν επαρκούν για να καλύψουν ούτε τις βασικές του ανάγκες, εύρηµα που σχετίζεται µε το ποσοστό ακραίας φτώχειας που σηµειώνεται στη χώρα µας. Από αυτά τα νοικοκυριά, 1 στα 2 (51%) δήλωσε ότι έλαβε κοινωνικό µέρισµα κατά το προηγούµενο έτος και περίπου 1 στα 3 (35,3%) δήλωσε ότι έλαβε κοινωνικό εισόδηµα αλληλεγγύης. Οπως προκύπτει από την έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, στη συντριπτική τους πλειονότητα τα βοηθήµατα αυτά ορθώς κατευθύνθηκαν προς τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας. Σταθερά συντριπτικό παραµένει το ποσοστό αδυναµίας αποταµίευσης, καθώς 9 στα 10 νοικοκυριά δήλωσαν ότι δεν καταφέρνουν να αποταµιεύσουν. Ακόµη, αξίζει να σηµειωθεί ότι περισσότερα από 2 στα 10 νοικοκυριά έχουν ληξιπρόθεσµες οφειλές προς την Εφορία ή τις τράπεζες, ενώ περίπου στο ίδιο ποσοστό τα νοικοκυριά έχουν στην οικογένεια ένα τουλάχιστον άτοµο σε ανεργία.
Η σύνταξη παραµένει η κυριότερη πηγή εισοδήµατος για τα µισά περίπου νοικοκυριά. Αποτελεί µάλιστα και τη δεύτερη κυριότερη πηγή εισοδήµατος για το 15,5% των νοικοκυριών. Με βάση τα ευρήµατα της έρευνας, για 1 στα 10 (10,3%) νοικοκυριά η σύνταξη αποτελεί την κυριότερη και τη δεύτερη κυριότερη πηγή εισοδήµατος, ενώ για περίπου 2 στα 10 νοικοκυριά (21,5%) η σύνταξη αποτελεί τη µόνη πηγή εισοδήµατος.
Από τα στοιχεία αυτά φαίνεται ότι µια ενδεχόµενη µείωση των συντάξεων θα αυξήσει το ποσοστό κινδύνου φτώχειας των νοικοκυριών και θα περιορίσει την κατανάλωση δηµιουργώντας προϋποθέσεις ύφεσης της οικονοµίας. Για το τρέχον έτος, οι προσδοκίες των νοικοκυριών παραµένουν αρνητικές, καθώς το 52% αναµένει επιδείνωση της οικονοµικής του κατάστασης, το 33,9% εκτιµά ότι θα παραµείνει σταθερή, ενώ µόνο το 11,3% αναµένει βελτίωση.
«Βραχνάς» οι οικονοµικές υποχρεώσεις
Αναφορικά µε τις οικονοµικές υποχρεώσεις, το 18,9% των νοικοκυριών έχει ληξιπρόθεσµες οφειλές προς την Εφορία. Το 44% αυτών των οφειλετών έχει υπαχθεί σε κάποια ρύθµιση, ενώ το 6,1% είχε αλλά την έχασε. «Το γεγονός ότι περισσότεροι από 1 στους 2 οφειλέτες δεν έχουν ρυθµίσει τις οφειλές τους αποτελεί ένδειξη ότι βρίσκονται σε πάγια αδυναµία εξυπηρέτησης οφειλών και αναζητούν λύσεις παρατείνοντας τους χρόνους αποπληρωµής» σηµειώνει η ΓΣΕΒΕΕ, προσθέτοντας ότι «η θεσµοθέτηση αποτελεσµατικών ρυθµίσεων των ληξιπρόθεσµων οφειλών αποτελεί διαχρονικό ζητούµενο.
Η συγκυρία για την εφαρµογή ενός γενναίου και πιο αποτελεσµατικού µέτρου ρύθµισης των ληξιπρόθεσµων οφειλών φαίνεται πολύ πιο ευνοϊκή, δεδοµένου ότι η ελληνική οικονοµία δείχνει σηµάδια ανάκαµψης, σε συνδυασµό µε το γεγονός της ολοκλήρωσης των προγραµµάτων δηµοσιονοµικής προσαρµογής».
Ακόµη, 1 στα 5 νοικοκυριά εκτιµά ότι δεν θα µπορέσει να ανταποκριθεί στις φορολογικές του υποχρεώσεις το 2019. Το ποσοστό αυτό, εάν και µικρότερο σε σχέση µε την προηγούµενη χρονιά, παραµένει αρκετά υψηλό, γεγονός που καταδεικνύει τις αυξηµένες υποχρεώσεις που έχουν τα νοικοκυριά έναντι του ∆ηµοσίου σε σχέση µε τα έσοδά τους. Το 36,7% των νοικοκυριών δήλωσε ότι έχει δανειακές υποχρεώσεις προς τράπεζες. Από αυτά, σχεδόν 1 στα 3 (27,7%) έχει ληξιπρόθεσµες οφειλές.
Σχεδόν το 13% των νοικοκυριών εµφανίζει καθυστερηµένες οφειλές προς τις τράπεζες για το στεγαστικό του δάνειο, ενώ το 24,1% καταβάλλει τις δόσεις του µε κάποια καθυστέρηση. Παράλληλα, σχεδόν 1 στα 2 νοικοκυριά (45,2%) που έχουν στεγαστικό δάνειο έχει προχωρήσει σε διακανονισµό µε τις τράπεζες για µικρότερες δόσεις. Πάντως 1 στα 5 νοικοκυριά (19,9%) εκφράζει φόβο ότι θα χάσει το ιδιόκτητο σπίτι του λόγω αδυναµίας καταβολής δόσεων ή/και φόρων.
Την ίδια ώρα, το 7,2% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι έχουν βρεθεί αντιµέτωποι µε δέσµευση/κατάσχεση λογαριασµών και περιουσιακών στοιχείων λόγω οφειλών, ποσοστό αυξηµένο σε σχέση µε τα προηγούµενα έτη (4,4% το 2017 και 4% το 2016). Με βάση τα προαναφερόµενα, είναι αναγκαίο να συνεχιστεί η προστασία της πρώτης κατοικίας, κυρίως για λόγους κοινωνικής συνοχής.
Πηγή: ethnos.gr