Καταγγέλλει εμπαιγμό και παραιτείται από την επιτροπή για το Δικαστικό Μέγαρο ο Λ. Γαϊτάνης
Την παραίτησή του από μέλος της Άτυπης Επιτροπής Εργασίας για το Δικαστικό Μέγαρο Βόλου υπέβαλε με επιστολή του προς τον Υπουργό και τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Δικαιοσύνης κ.κ. Σταύρο Κοντονή και Γεώργιο Σάρλη ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Βόλου Λάζαρος Γαϊτάνης.
Ο πρόεδρος του Δ.Σ.Β. θεωρεί εμπαιγμό το να προβάλλεται για πρώτη φορά από την Τεχνική Υπηρεσία του Υπουργείου ως βασική προδιαγραφή για την επιλογή του κατάλληλου οικοπέδου για την κατασκευή Δικαστικού Μεγάρου το να βρίσκεται αυτό σε κεντρική και περίοπτη θέση του Βόλου. «Οικόπεδο σε τέτοια θέση και μάλιστα δωρεάν δεν υπάρχει», επισημαίνει χαρακτηριστικά ο κ. Γαϊτάνης.
Το πλήρες κείμενο της επιστολής έχει ως ακολούθως:«Κύριε Υπουργέ, Κύριε Γενικέ Γραμματέα, όπως πιθανώς ενθυμείστε, με την από 22-3-2017 επιστολή μου προς εσάς επισήμανα την ανάγκη τήρησης των συμφωνηθέντων κατά τη συνεδρίαση της Άτυπης Επιτροπής Εργασίας για το Δικαστικό Μέγαρο Βόλου της 24-11-2016. Σας υπενθύμισα επίσης ότι από την πλευρά μας, ήδη από τις 19-12-2016, έχει αποσταλεί προς το Υπουργείο , καθ’ υπόδειξη του κ. Γενικού Γραμματέα, έγγραφο της Προϊσταμένης του Πρωτοδικείου Βόλου για την ανάγκη έλευσης στον Βόλο της «Α.Ε. Κτιριακές Υποδομές» προκειμένου να μεριμνήσει για την επιλογή δωρεάν οικοπέδου. Ως τέτοια στην επιστολή μου ενδεικτικά συμπεριέλαβα τα τρία δημοτικά οικόπεδα της οδού Γ.Δήμου με Χείμαρρο Άναυρο, Γ.Δήμου με Οδ. Ελύτη και Λ.Μαβίλη με Κρήτης πλησίον της Περιφερειακής οδού. Αντίθετα δεν συμπεριέλαβα τα αποκλεισθέντα από τη μεριά του κ.Γενικού Γραμματέα κατά τη σύσκεψη της 24-11-2016, δύο οικόπεδα ιδιοκτησίας Υπ. Δικαιοσύνης : α) Αυτό των Δικαστικών Φυλακών της οδού Μεταμορφώσεως , που απέχει 1200 μέτρα από το υπάρχον Δικαστικό Μέγαρο, μετά την οριστική εγκατάλειψη από το Υπουργείο του έργου της ανέγερσης Δικαστικών Φυλακών στο Αϊδίνι και β)αυτό της Στέγης Ανηλίκων στη Ν.Ιωνία, λόγω πρόθεσης του Υπουργείου για επαναλειτουργία της.
Και τα πέντε συγκεκριμένα οικόπεδα , μαζί με άλλα δύο, στην αρχή της οδού Αθηνών το ένα και του πρώην εργοστασίου Γκλαβάνη το άλλο, είχαν αποτελέσει αντικείμενο αξιολόγησης Επιτροπής για τη χωροθέτηση του Δικαστικού Μεγάρου Βόλου τον Ιανουάριο του 2014, με τη συμμετοχή του Δήμου Βόλου, του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και του ΤΕΕ Μαγνησίας. Επισημαίνω ότι τα πορίσματα της συγκεκριμένης επιτροπής έχουν τεθεί στη διάθεση των υπηρεσιών του Υπουργείου, συμπεριλαμβανομένης της Τεχνικής Υπηρεσίας, επανηλλειμένως, τόσον από τον υπογράφοντα, όσο και από την Πρόεδρο του Συλλόγου Δικαστικών Υπαλλήλων , από εποχής Υπουργίας κ. Χ.Αθανασίου και μετά.
Ωστόσο η Τεχνική Υπηρεσία για μία ακόμη φορά εμφανίζεται να χαράσσει πολιτική. Απαντώντας αυτόκλητα στην από 22-3-2017 επιστολή μου , η οποία όμως απευθυνόταν προς εσάς και όχι προς την ίδια, απέστειλε δια της κ. Προϊσταμένης της το από 24-3-2017 έγγραφο, παραλείποντας έστω και να το κοινοποιήσει προς τον Σύλλογό μας κι εκθέτοντας πρώτα απ’ όλα εσάς τους ίδιους. Στο έγγραφο αυτό: α)Ισχυρίζεται αναληθώς ότι «ουδέποτε περιήλθαν στην Υπηρεσίας μας τα απαραίτητα στοιχεία , ώστε να ελεγχθεί τουλάχιστον η καταρχήν καταλληλότητα τους», όταν υπάρχει στο Υπουργείο , αλλά και στα χέρια σας, ογκώδης φάκελος για το Δικαστικό Μέγαρο Βόλου συμπεριλαμβάνοντας και την αξιολόγηση επτά οικοπέδων. β)Ακυρώνει, ασκώντας πολιτική , κάθε εφικτή λύση προβάλλοντας για πρώτη φορά ως βασική προδιαγραφή για τα οικόπεδα, το να βρίσκονται σε κεντρική και περίοπτη θέση του Βόλου. Αν όμως ισχύει αυτό, γιατί η εκπρόσωπος της Τεχνικής Υπηρεσίας , που συμμετέχει στην Επιτροπή Εργασίας , δεν ανέφερε σε καμία από τις δύο συνεδριάσεις της Επιτροπής τη συγκεκριμένη προδιαγραφή ; Τι λόγο ύπαρξης έχει η Επιτροπή , όταν δωρεάν οικόπεδα στο κέντρο του Βόλου και μάλιστα σε περίοπτη θέση, δεν υπάρχουν;
Κ. Υπουργέ, Κύριε Γενικέ Γραμματέα, άραγε τι χαρακτηρισμό θα αποδίδατε εσείς, για να μην το πράξω ο ίδιος, τη συγκοινοποίηση από την Τεχνική Υπηρεσία εγγράφου της με τίτλο «Γενικές οδηγίες», που αναφέρεται στα κριτήρια καταλληλότητας οικοπέδων για ανέγερση Δικαστικών Μεγάρων , όταν το έγγραφο αυτό στερείται ημερομηνίας και υπογραφής; Θεωρείται έγκυρο το έγγραφο με μόνη την αναγραφή «Αθήνα 200. Η προϊστάμενη Δ.Τ.Υ.»; Πώς άραγε θα χαρακτηρίζατε εσείς τον βαθμό επίγνωσης της Τεχνικής Υπηρεσίας για τη λειτουργία των ακροατηρίων στον Βόλο τη συγκοινοποίηση του από 11-1-2017 εγγράφου της με τίτλο «ενημερωτικό σημείωμα» με αναφορά στο ακροατήριο του Διοικητικού Πρωτοδικείου Βόλου; Μεταφέρθηκε, όπως αναφέρει, από τα μέσα του 2016 σε νέο χώρο και δεν θα επιβαρύνει το Δικαστικό Μέγαρο. Όταν το ακροατήριο του Διοικητικού Πρωτοδικείου ήταν προγραμματισμένο για μόλις δύο φορές το μήνα στις 5μ.μ.! Όταν το ακροατήριο δεν λειτουργεί στον νέο χώρο από τα μέσα του 2016, αλλά μόλις από τον Μάϊο του 2017! Στο ίδιο έγγραφο όμως η Τεχνική Υπηρεσία υποδεικνύει για δεύτερη φορά, σε διάστημα λιγότερο του χρόνου, την απομάκρυνση του Δικηγορικού Συλλόγου από το Δικαστικό Μέγαρο και τη δημιουργία ενός ακροατηρίου Ειρηνοδικείου στον χώρο όπου σήμερα αυτός στεγάζεται. Αλήθεια πιστεύετε ότι αυτό αποτελεί λύση για το Δικαστικό Μέγαρο Βόλου; Αν ναι, τότε ελάτε στον Βόλο να τo εξαγγείλετε. Η πιο ήπια αντίδραση θα ήταν να σας πουν: «ώδινεν όρος και έτεκεν μυν».
Υπενθυμίζω πάντως ότι η Τεχνική Υπηρεσία του Υπουργείου, ένα χρόνο πριν τη σύσκεψη της 29-6-2016, αποδοκιμάστηκε πολιτικά από τον τότε Υπουργό Δικαιοσύνης κ. Ν.Παρασκευόπουλο για το από 20-4-2016 κτιριολογικό της πρόγραμμα , το οποίο υπεδείκνυε την ίδια ακριβώς λύση. Αραγε εσάς οι συγκεκριμένες θέσεις σας εκφράζουν;
Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω, αν η συγκεκριμένη Υπηρεσία ενεργεί αυτόνομα, παράγοντας πολιτική ή ενεργεί ως «λαγός» όπως πολλοί εκτιμούν. Η επαναλαμβανόμενη πάντως πρακτική της δεν μπορεί αβασάνιστα να αποκλείσει τη δεύτερη εκδοχή. Ωστόσο είτε στη μία, είτε στην άλλη περίπτωση προσωπικά δεν είμαι διατεθειμένος να νομιμοποιώ με τη συμμετοχή μου παιχνίδια για να κερδηθεί πολιτικός χρόνος, χωρίς να γίνεται τίποτα. Υποβάλλω λοιπόν την παραίτησή μου από τη δημιουργηθείσα στις 29-6-2016 Άτυπη Επιτροπή Εργασίας για το Δικαστικό Μέγαρο Βόλου, διότι ανοχή στη διαπιστωμένη κοροϊδία, από όπου και αν αυτή προέρχεται, δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή».