Τέσσερις τραπεζικοί υπάλληλοι, ανάμεσά τους ένας διευθυντής τράπεζας και μια υποδιευθύντρια έπαιζαν κομβικό ρόλο σε κύκλωμα τοκογλύφων που εξάρθρωσε η ΕΛ.ΑΣ.
«Εγώ είμαι τοκογλύφος… 30 χρόνια, ξέρω τι κάνω», έλεγε ο 63χρονος αρχηγός του κυκλώματος, με βίλα στη Χαλκίδα, προς «συνεργάτες» και υποψήφια θύματα.
Τα μέλη του κυκλώματος παρείχαν πληροφορίες για την πιστοληπτική… φερεγγυότητα των υποψήφιων θυμάτων, ενώ πολλές φορές τα πίεζαν τηλεφωνικά για την κάλυψη επιταγών.
Χαρακτηριστικός είναι ο παρακάτω διάλογος ανάμεσα στον «αρχι-τοκογλύφο» και θύμα του:
Αρχηγός: Ναι
Θύμα: Αυτά που ήθελες να ακούσεις εσύ στα’ πα. Πες μου εσύ τα δικά σου
Αρχηγός: Δεν τα ξέρεις; ………… δεν αλλάζει σήμερα
Θύμα: Εε;
Αρχηγός: Προπαίδεια ξέρεις;
Θύμα: Δεν σε ακούω
Αρχηγός: Προπαίδεια ξέρεις, πολλαπλασίασε το και βγάλ’ το μόνος σου
Θύμα: Πέντε
Αρχηγός: Όχι, όχι, όχι
Θύμα: Είναι και άλλη μία, εε, πάλι
Αρχηγός: Ακόμη χειρότερα
Θύμα: Άλλη, άλλη δεν είναι αυτό. Τ….. .
Αρχηγός: Ναι
Θύμα: Οκτώ
Θύμα: Ε εντάξει πέντε, να κάνουμε δουλειά.
Αρχηγός: Πάλι ημέρας;
Θύμα: Ναι, ναι, ναι.
Αρχηγός: Όχι, όχι, όχι. Όχι, αφού ξέρεις πόσα παίρνω. Όχι, όχι
Θύμα: Ναι
Αρχηγός: Όχι δεν μπορώ να τα κάνω όλα
Θύμα: Ούτε για τη μία δεν δέχεσαι με το πέντε
Αρχηγός: Όχι, για καμία
Θύμα: Εε;
Αρχηγός: Όχι, να στα μοιράσω να στα βάλω στη μέση να στα κάνω αλλά το πέντε όχι. Στο έχω πει, επτά. Να στο κάνω στη μέση και για τα δύο να το κάνω, από εκεί και κάτω λιγότερο, όχι
Θύμα: Εε, επτά, ε;
Αρχηγός: Σου έχω πει επτά, μου λες πέντε, να το κάνω έξι, να στο κάνω έξι και τελείωσε
Πώς δρούσε το κύκλωμα των τοκογλύφων
Ο 63χρονος «διευθυντής» σχεδίαζε και συντόνιζε τη δράση της οργάνωσης και κατηύθυνε τα υπόλοιπα μέλη, με στόχο την αποκόμιση μεγάλων χρηματικών ποσών, με την μέθοδο της προεξόφλησης επιταγών (σπάσιμο επιταγών) και του δανεισμού χρηματικών ποσών, με αντάλλαγμα τραπεζικές επιταγές μεγαλύτερης ονομαστικής αξίας.
Ειδικότερα, η οργάνωση, κυρίως μέσω του 63χρονου αρχηγικού μέλους, «έσπαγε» τις επιταγές προεξοφλώντας αυτές, κρατώντας τόκο που ανερχόταν σε μηνιαίο ποσοστό (5-7%), κατά περίσταση, ανάλογα με τη συνεργασία και τη σχέση της με το θύμα, με την ιδιαιτερότητα ότι πλήρωνε με τραπεζικές επιταγές. Στις περιπτώσεις που ο «πελάτης» ήθελε μετρητά, προεξοφλούσε τις τραπεζικές επιταγές με 5% έως 7% τόκο. Σε περίπτωση που κάποιος ζητούσε να δώσει κάποια μεταχρονολογημένη επιταγή, η οποία θα έληγε σε χρονικό διάστημα δυο ημερών έως τεσσάρων μηνών, ο συνολικός τόκος που απαιτούνταν ανερχόταν στο 20% του ποσού της επιταγής, ενώ αν η επιταγή δεν πληρωνόταν άμεσα με τη λήξη της, ο 63χρονος την κατέθετε στην τράπεζα και ασκούσε πίεση στους εκδότες, απειλώντας τους με τη σφράγιση της επιταγής, εντός επτά ημερών, όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία.
Αναφορικά με τη μεθοδολογία δράσης ( modus operandi ) της οργάνωσης και τους διακριτούς ρόλους που κατείχε κάθε μέλος, ο 63χρονος, δραστηριοποιούμενος στον χώρο των τοκογλυφιών για περισσότερο από τριάντα χρόνια, έχοντας αποκομίσει ιδιαίτερα μεγάλη εμπειρία και γνώση σχετικά με τις επιταγές, δραστηριοποιούταν στο «σπάσιμο» επιταγών, προεξοφλώντας αυτές και κρατώντας τόκο. Επιπλέον, ήταν σε θέση να παρακάμψει τις νόμιμες διαδικασίες, μέσω των συνεργατών του στις τράπεζες.
Αναλυτικότερα, ο 63χρονος αρχικά λάμβανε μέσω εφαρμογής κινητού τηλεφώνου τις επιταγές και ακολούθως, εξακρίβωνε την εγκυρότητα τους και την φερεγγυότητα της εταιρίας. Σε θετική περίπτωση, παραλάμβανε την επιταγή, κυρίως μέσω των συνεργών του.
Για τον έλεγχο των επιταγών, απευθυνόταν στους συλληφθέντες τραπεζικούς υπαλλήλους, ελαχιστοποιώντας έτσι το ρίσκο της συναλλαγής. Πάγια τακτική του, ήταν η εξασφάλιση από τους «πελάτες-θύματα», υπεύθυνων δηλώσεων ή ιδιωτικών συμφωνητικών, στα οποία να αναφέρονταν αναληθώς, ότι ο τόκος που θα εισπράξει, δεν υπερβαίνει τον νόμιμο ετήσιο τόκο υπερημερίας μεταξύ ιδιωτών, ενώ στην πραγματικότητα το ποσό που εισέπραττε ήταν πολλαπλάσιο. Επίσης, για κάθε επιταγή η οποία ήταν ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, και ήταν πιθανό να κινήσει την υποψία των τραπεζικών αρχών, ζητούσε τα αντίστοιχα τιμολόγια, ώστε να είναι τυπικά καλυμμένος.