«Εμένα με λένε Τσιμπανάκο. Ευρυπίδη Τσιμπανάκο». Ο νεαρής ηλικίας, ευτραφής κύριος, αγνώστων λοιπών στοιχείων, τουλάχιστον στον γράφοντα, συνεντευξιαζόταν, εν μέσω καύσωνος, σε τοπικό τηλεοπτικό σταθμό και από το γεμάτο αυτοπεποίθηση και μεγαλοσύνη ύφος του, έβγαζες το συμπέρασμα ότι πρόκειται για εξόχως σημαντική φιγούρα στο χώρο του ποδοσφαίρου.
Με λίγες, τις απαραιτήτως βασικές, γνώσεις για τον συγκεκριμένο χώρο (το ομολογώ…) άρχισα να αναζητώ στο διαδίκτυο το βιογραφικό του εν λόγω κυρίου, έχοντας μια σιγουριά ότι θα πρόκειται είτε για ένα ένδοξο βετεράνο ποδοσφαιριστή, είτε για ένα διάσημο μάνατζερ ποδοσφαιριστών, είτε – το σπουδαιότερο – για ένα μεγάλο παράγοντα – επενδυτή. Δεν μπορεί, μονολογούσα, αυτό το «Εμένα με λένε Τσιμπανάκο. Ευρυπίδη Τσιμπανάκο» μαρτυρά κάτι τόσο σπουδαίο κι εγώ ο άμπαλος δεν μπορούσα να το αντιληφθώ, από έλλειψη γνώσεων.
Ο έλεγχος, διαδικτυακά, ήταν απογοητευτικός. Σαν ποδοσφαιριστής; Ας το αφήσουμε καλύτερα… Σίγουρα όχι, πάντως, για τέτοιες δηλώσεις…
Σαν μάνατζερ; Ψάχνοντας τους οικείους καταλόγους της FIFA και της ΕΠΟ δεν εντόπισα κάπου γραμμένο το όνομά του. Διάβασα για κάποιον Ζόρζε Μέντες, για κάποιον Μίνο Ραϊόλα, αλλά για Ευρυπίδη Τσιμπανάκο, τίποτα…
Κατέληξα, δια της αφαιρετικής μεθόδου, ότι θα πρόκειται για μεγάλο επενδυτή και άρχισα να αναζητώ τα αρχεία με τις δηλώσεις, τόσο του ιδίου, όσων και εκείνων, που συνεργάστηκαν μαζί του από την περυσινή χρονιά.
Χωρίς να με παρεξηγήσει κατέληξα στο συμπέρασμα ότι μάλλον πρόκειται για φανατικό οπαδό της λογικής του «μνημόσυνα με ξένα κόλλυβα» και πως αν, σώνει και καλά, έπρεπε να του προσδώσουμε ένα τίτλο με κύρος και ειδικό βάρος, κάτι σαν το «κυνηγός επενδυτών» θα ήταν αρκούντως περιγραφικό. Γιατί αν πρόκειται για ένα αυθεντικό παράγοντα – επενδυτή και για να σταματήσει αυθωρεί και παραχρήμα η αμφισβήτησή του, θα μπορούσε να δημοσιοποιήσει τα ποσά, από την τσέπη του, που επένδυσε στην ομάδα και αυτά που προτίθεται να επενδύσει και να κλείσει όλα τα στόματα. Τόσο απλά.
Ετσι επεξέτεινα την έρευνα στη λεγόμενη ποδοσφαιρική πιάτσα. Αντί απαντήσεων, ωστόσο, έλαβα περισσότερα ερωτήματα, άλλα με γνήσια απορία και άλλα, υποθέτω, πονηρά και όχι με την καλύτερη προαίρεση. Αλλά τέθηκαν.
Όπως αν με δική του πρωτοβουλία αρκετοί νεαροί αθλητές, που αγωνίζονταν στα τμήματα υποδομών του Ολυμπιακού Βόλου, δόθηκαν σε άλλες ομάδες της περιοχής και στην περίπτωση που αυτό είναι αληθές, αν δόθηκαν κάποια χρήματα, πόσα και πού αυτά κατέληξαν. Στο ταμείο του Ερασιτέχνη ή κάπου αλλού;
Ένα ακόμη ερώτημα, που ομολογώ μου προξένησε ιδιαίτερη εντύπωση, ήταν αυτό για το αν δέχθηκε «φιλέματα», ξέρετε του τύπου «να πιείς ένα κρασί βρε αδερφέ», από γονείς νεαρών αθλητών, προκειμένου να τους προσέξει και να τους βοηθήσει με την τόσο σημαντική παρουσία του στο χώρο. Και αν τα «φιλέματα» αυτά, επίσης υπό την προϋπόθεση ότι δόθηκαν και δεν είναι απλές φήμες, αποδόθηκαν στο κοινό ταμείο ή όχι.
Άκουσα και πολλά άλλα, αλλά σταματώ εδώ. Με την ελπίδα ότι θα απαντηθούν όπως πρέπει. Οπότε μπορώ και να επανέλθω με τα υπόλοιπα. Για να μάθουμε, όλοι μαζί, τι ακριβώς εννοεί όταν δηλώνει τόσο εμφατικά ««Εμένα με λένε Τσιμπανάκο. Ευρυπίδη Τσιμπανάκο».
Σημείωση: Άλλωστε αύριο, Δευτέρα, 3 Ιουλίου, είναι η μεγάλη ημέρα με τη γενική συνέλευση των μελών του Ολυμπιακού Βόλου, οπότε και θα γίνει η επιλογή του νέου διοικητικού σχήματος. Συνεπώς δίνεται μια πρώτης τάξεως, μοναδική θα λέγαμε, ευκαιρία στον κ. Τσιμπανάκο να διαψεύσει εν τοις πράγμασι όσα δικαίως ή αδίκως αρνητικά του αποδίδονται (πιστεύουμε αδίκως) καταθέτοντας μια γενναία επενδυτική πρόταση και αναλαμβάνοντας τα ηνία. Θα είναι η πιο καίρια και αποστομωτική απάντηση σε όσους τον αμφισβητούν. Αλλιώς…