Περίπου 57 δισεκατομμύρια ευρώ έχασαν τα ελληνικά νοικοκυριά από το 2010 ως το 2016, στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης.
Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύεται στο οικονομικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, το ονομαστικό διαθέσιμο εισόδημα μειώθηκε από 173, 5 δισεκ. ευρώ στα 116,5 δισεκατομμύρια.
Σχεδόν τις μισές απώλειες επωμίστηκαν οι μισθωτοί, που συρρικνώθηκαν κατά 31,5% κι έπεσαν στα 59,4 δισεκ. ευρώ από 86,8 δισεκ. ευρώ.
Το εισόδημα όσων λαμβάνουν κοινωνικές παροχές, δηλαδή κατά κύριο λόγο των συνταξιούχων, μειώθηκε κατά 7,4 δισεκ. ευρώ.
Το ψαλίδισμα του εισοδήματος οδήγησε σε πτώση της κατανάλωσης των νοικοκυριών κατά 24,7%, ήτοι κατά σχεδόν 42 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η έρευνα που υπογράφεται από τις Κωνσταντίνα Μάνου και Ευαγγελία Παπαπέτρου με τίτλο «Η οικονομική συμπεριφορά των νοικοκυριών στην Ελλάδα: Πρόσφατες εξελίξεις και προοπτικές» επιχειρεί να καταδείξει τις μεγάλες αλλαγές που έχουν συντελεστεί στον χαρτοφυλάκιο των ελληνικών νοικοκυριών, τα εισοδήματα τους κοκ επιχειρώντας παράλληλα να ρίξει φως στη νέα τάση που έχει διαμορφωθεί.
Όπως σημειώνει η έρευνα κατά την επιδείνωση της κρίσης, παρατηρείται αποστροφή προς τον κίνδυνο και αναδιάταξη του χαρτοφυλακίου των νοικοκυριών, με προτίμηση για τις πιο άμεσα ρευστοποιήσιμες μορφές χρηματοοικονομικού πλούτου, όπως οι καταθέσεις, ενώ το μερίδιο σε μετοχές, χρεόγραφα και αμοιβαία κεφάλαια μειώθηκε σημαντικά.
Αντίθετα, προ της κρίσης παρατηρείται συνεχής και ταχεία αύξηση των δανειακών υποχρεώσεων των νοικοκυριών, κυρίως για να πραγματοποιηθούν επενδύσεις σε κατοικίες. Τα νοικοκυριά προχωρούν σε απομείωση των υποχρεώσεών τους για πρώτη φορά στο τέλος του 2010, δυναμική η οποία συνεχίζεται και στα επόμενα τρίμηνα, συνολικά ωστόσο αυτές παραμένουν υψηλές, όπως αποτυπώνεται στους δείκτες μόχλευσης.
Η αποταμίευση των νοικοκυριών μέχρι το τέλος του 2008 παρέμενε υψηλή, υποστηριζόμενη από τις υψηλές επενδύσεις των νοικοκυριών τόσο σε ακίνητα και άλλα μη χρηματοοικονομικά στοιχεία όσο και σε χρηματοοικονομικά στοιχεία, οι οποίες υπερέβαιναν την καθαρή δημιουργία νέου χρέους. Μετέπειτα, η αποταμίευση ακολούθησε πτωτική πορεία και παραμένει σε εξαιρετικώς χαμηλά επίπεδα, εξαιτίας της συρρίκνωσης των επενδύσεων σε κατοικίες και εξοπλισμό και της μεγάλης αποεπένδυσης σε χρηματοοικονομικά στοιχεία, παρά την καθαρή αποπληρωμή χρέους κατά την πρόσφατη περίοδο.
Από την ανάλυση των συνιστωσών του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών προκύπτει ότι τη μεγαλύτερη ποσοστιαία συμμετοχή έχει το εισόδημα εξαρτημένης εργασίας και ακολουθούν το λειτουργικό πλεόνασμα, οι κοινωνικές παροχές και τέλος το καθαρό εισόδημα περιουσίας.
Μετά το 2010, μεγάλη μείωση υπέστησαν και οι τέσσερις αυτές συνιστώσες, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση των καταναλωτικών δαπανών των νοικοκυριών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εγχώριας τελικής καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών κατά λειτουργικό σκοπό, ιδιαίτερα περιορίζονται οι δαπάνες που αφορούν διαρκή καταναλωτικά αγαθά, ενώ παρατηρείται αύξηση του ποσοστού συμμετοχής των δαπανών που διατίθενται για την κάλυψη βασικών αναγκών, υποδηλώνοντας μια μεταβολή του καταναλωτικού προτύπου των νοικοκυριών.