Ποιοι είναι οι τρεις τύποι ανθρώπων που βλέπουν πορνό και γιατί μόνο ο ένας θεωρείται «υγιής»
Το να βλέπει κανείς πορνό είναι πλέον πολύ μακριά από το ταμπού, που ήταν πριν από μερικές δεκαετίες. Πλέον, όπως επισημαίνει η New York Post, είναι «κανονικό» για πολλούς ανθρώπους, που το χρησιμοποιούν για να κάνουν τα πράγματα στην κρεβατοκάμαρά τους λίγο πιο «πικάντικα», ή για να περάσουν καλύτερα τις μοναχικές τους νύχτες.
Μια νέα έρευνα όμως αποκαλύπτει ότι δεν βλέπουν όλοι οι άνθρωποι πορνό για τους ίδιους λόγους και μάλιστα, τους διακρίνει σε τρεις ομάδες, τονίζοντας πως μόνο μία θεωρείται «υγιής». Η μελέτη δημοσιεύθηκε στην Επιθεώρηση Σεξουαλικής Ιατρικής και διακρίνει αυτούς που βλέπουν πορνό σε εκείνους που το κάνουν για ευχαρίστηση, σε εκείνους που το κάνουν «ψυχαναγκαστικά» και σε εκείνους που το κάνουν όταν είναι ψυχολογικά πιεσμένοι.
Η πρώτη κατηγορία είναι και η μεγαλύτερη, καθώς καταλαμβάνει το 75% του συνόλου και κατά μέσο όρο βλέπει πορνό 24 λεπτά την εβδομάδα. Αποτελείται κατά πλειοψηφία από γυναίκες και ανθρώπους που βρίσκονται σε σχέση.
Η ομάδα που βλέπει πορνό υπό ψυχολογική πίεση, δηλαδή όταν νιώθει πιεσμένη και στεναχωρημένη, το κάνει για 17 λεπτά την εβδομάδα, κυρίως για να εκτονωθεί.
Η τρίτη ομάδα όμως, εκείνοι δηλαδή που βλέπουν πορνό ψυχαναγκαστικά, διαφέρει κατά πολύ. Αποτελεί μόνο το 11,8% όσων μετείχαν στην έρευνα και πρόκειται κυρίως για άντρες που δήλωσαν ότι βλέπουν πορνό για 110 λεπτά την εβδομάδα.
Οι ειδικοί του πανεπιστημίου Λαβάλ στο Κεμπέκ του Καναδά που ανέλυσαν τα στοιχεία, επισήμαναν πως μόνο εκείνοι που βλέπουν πορνό για λόγους ευχαρίστησης είναι υγιείς. Ανέφεραν μεγαλύτερη σεξουαλική ικανοποίηση και πολύ λιγότερους ψυχαναγκασμούς, δικαιολογίες και ανικανοποίηση σε σχέση με το σεξ.
Αντίθετα, εκείνοι που βλέπουν το περισσότερο πορνό ανέφεραν πολύ μικρότερη ικανοποίηση από το σεξ, πολύ λιγότερη σεξουαλική δραστηριότητα και συχνότερες σεξουαλικές δυσλειτουργίες.
Κάποιοι μάλιστα πιστεύουν ότι το να βλέπει κανείς πορνό μπορεί να γίνει εθισμός, όπως συμβαίνει με τα ναρκωτικά ή το αλκοόλ, αν και ακόμα κάτι τέτοιο δεν είναι παραδεκτό επιστημονικά.