Το παρασκήνιο της ηχηρής παραίτησης- Άνοιξε ο ασκός του Αιόλου στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο- Σφοδρές αντιδράσεις των κομμάτων και του νομικού κόσμου
Την ίδια στιγμή, η παραίτηση του κ. Σακελλαρίου προκάλεσε και πολιτικές αντιδράσεις, ενώ αναζητείται το παρασκήνιο της αλήθειας ακόμη και από τα ίδια τα κόμματα της αντιπολιτεύσης , καθώς η διαδρομή του κ. Σακελλαρίου έχει παλινδρομική διαδρομή.
Ο τέως πρόεδρος του ΣτΕ κάλεσε εκτάκτως τους δημοσιογράφους και μπροστά στις κάμερες των τηλεοράσεων, με την τήβεννο, ενώ η παραίτησή του είχε γίνει ήδη δεκτή, ανακοίνωσε την παραίτησή του δημόσια.
Ο κ. Σακελλαρίου ως λόγο της παραίτησής του επικαλέστηκε ότι αδυνατεί να ελέγξει τις διαρροές του περιεχομένου των διασκέψεων (κεκλεισμένων των θυρών) επί των εκκρεμών υποθέσεων που κρίνονται από το δικαστήριο.
Όμως, ανεξάρτητα από την ενεργεία αυτή του εν ενεργεία Πανεπιστημιακού καθηγητή, οι διαρροές από τις διασκέψεις του ΣτΕ και των άλλων ανωτάτων δικαστηρίων γίνονται εδώ και δεκαετίες και αποτελεί πλέον έθιμο.
Δηλαδή, δεν είναι πρωτοφανές γεγονός. Στα αποτελέσματα των διασκέψεων των Ανωτάτων Δικαστηρίων που αφορούν μεγάλες ομάδες πληθυσμού και επιλύουν σημαντικά κοινωνικά θέματα, πάντα γίνονται διαρροές, από τότε που ήταν πρόεδρος ο αείμνηστος Βασίλης Μποτόπουλος.
Φυσικά, το τελευταίο διάστημα υπήρξαν διαρροές απόρρητων επιστολών δικαστών προς τον κ. Σακελλαρίου, αλλά και άλλων δικαστικών εγγράφων προς φιλοκυβερνητικά έντυπα. Οι διαρροές αυτές γίνονται από συγκεκριμένους δικαστές οι οποίοι επιδιώκουν να προαχθούν το αμέσως επόμενο διάστημα. Παρόμοιου τύπου διαρροές από δικαστές είναι πρωτόγνωρες στο ΣτΕ και τα πρόσωπα αυτά που έκαναν τις συγκεκριμένες διαρροές είναι γνωστά στο ΣτΕ, αλλά ο κ. Σακελλαρίου δεν έπραξε τα δέοντα για αυτούς τους συναδέλφους του. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις η διαρροή των εγγράφων έγινε μέσω της νομικής υπηρεσίας του Μαξιμού. Δηλαδή η διαδρομή της διαρροής ήταν: Δικαστής ΣτΕ προς νομική υπηρεσία Μαξίμου και η τελευταία διαβίβαζε στον φιλοκυβερνητικό Τύπο.
Παράλληλα, συνάδελφοι του κ. Σακελλαρίου, έλεγαν στο protothema ότι δεν μπορεί ο τέως πρόεδρος του ΣτΕ να επικαλείται ότι οι διαρροές δεν τον άφηναν να ασκεί τα καθήκοντά του με «την δέουσα ηρεμία και νηφαλιότητα». Γιατί, μεταξύ των βασικών στοιχείων και «χαρισμάτων» του δικαστή είναι η ηρεμία, η ψυχραιμία, η νηφαλιότητα, η αντικειμενικότητα, η ανυπαρξία θυμού και μίσους, κ.λπ. Σε αντίθετη περίπτωση ο δικαστής δεν μπορεί να ανεβαίνει στην έδρα και να δικάζει, γιατί δεν μπορεί να αποδίδει Δικαιοσύνη. Διαφορετικά ο μισός πληθυσμός της χώρας θα ήταν σε καταστήματα κράτησης.
Εξάλλου, ως προς τις διαρροές των διασκέψεων, έχει προταθεί εδώ και χρόνια (και σε προηγουμένους προέδρους) από εκπροσώπους του Τύπου, στα μεγάλα θέματα που απασχολούν έντονα την κοινή γνώμη, μόλις ολοκληρώνουν οι δικαστές την κρίση τους και την τελική ψηφοφορία, να υπάρχει μια ενημέρωση των ΜΜΕ για το «δια ταύτα». Δηλαδή που κατέληξαν, τι κρίθηκε αντισυνταγματικό ή το αντίθετο, τι νόμιμο ή παράνομο, κ.λπ.
Η πρόταση όσες φορές τέθηκε στις Διοικητικές Ολομέλειες του ΣτΕ, δεν εγκρίθηκε και όπως λένε σύμβουλοι Επικρατείας, δεν εκκρίθηκε γιατί ορισμένοι δικαστές θέλουν οι ίδιοι -για ευνόητους λόγους- να ενημερώνουν τους αρμόδιους υπουργούς, ενώ άλλη είναι πιστά τυπολάτρες και επικαλούνται τη νομοθεσία, αδιαφορώντας για τη νομολογία του Αρείου Πάγου, που επιτρέπει εν μέρει την ενημέρωση και «διαρροή» των δικαστικών διασκέψεων.
Δεν πρέπει να λησμονείται ότι ο Άρειος Πάγος έχει κρίνει, με αφορμή ένα σκέλος της υπόθεσης του Βατοπεδίου, ότι δεν αποτελεί ποινικό αδίκημα η διαρροή του «δια ταύτα» των δικαστικών διασκέψεων.
Παράλληλα, έλεγαν οι συνάδελφοι του κ. Σακελλαρίου , ότι ένας δικαστής και μάλιστα πρόεδρος Ανωτάτου Δικαστηρίου, στη επιστολή γνωστοποίησης της παραίτησης του δεν μπορεί, να αφήνει σαφείς πολιτικές αιχμές, δεν μπορεί να δίνει έμμεσες κατευθύνσεις στους τέως συναδέλφους τους επί των εκκρεμών υποθέσεων για τις οποίες πρόκειται να αποφανθούν, ούτε να κάνει λόγο ότι οι συνταξιούχοι είναι θύματα των μνημονίων, κ.λπ., γιατί οι συνταξιούχοι την επόμενη φορά δεν θα αντιδράσουν με συγκέντρωση έξω από το ΣτΕ, αλλά θα κάνουν ένα ακόμη παραπάνω βήμα.
Πάντως, δεν είναι η πρώτη φορά που πρόεδρος του ΣτΕ παραιτείται λίγο προ της συνταξιοδότησής τους. Το 2009, ο τότε πρόεδρος του ΣτΕ Γεώργιος Παναγιωτόπουλος, μόλις 11 μέρες πριν την συνταξιοδότησή του, παραιτήθηκε, όχι φυσικά λόγω διαρροών, αλλά για προσωπικούς λόγους.
Οι εκκρεμείς διασκέψεις της Ολομέλειας που έχουν ξεκινήσει και είναι σε εξέληξη, αλλά και αυτές που πρόκειται να γίνουν μέσα στο επόμενο διάστημά και είχαν δικαστεί με πρόεδρο τον κ. Σακελλαρίου δεν διατρέχουν κανένα κίνδυνο και ειδικά ότι μέχρι τώρα έχει κριθεί και έχει ψηφιστεί δεν πρόκειται να αλλάξει.
Αναλυτικότερα, μετά την αιφνιδιαστική παραίτηση του Νίκου Σακελλαρίου και μέχρι το υπουργικό συμβούλιο να αποφασίσει για τον διορισμό του νέου προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθήκοντα προέδρου θα ασκεί ο αντιπρόεδρος Αθανάσιος Ράντος.
Για τις υποθέσεις του ασφαλιστικού νόμου καθήκοντα προέδρου θα ασκεί η αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας Μαίρη-Ειρήνη Σαρπ. Για την υπόθεση του Τούρκου αξιωματικού καθήκοντα προέδρου θα ασκεί ο αντιπρόεδρος Χρίστος Ράμμος.
Για την υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών καθήκοντα προέδρου θα ασκεί ο αντιπρόεδρος Γεώργιος Παπαγεωργίου. Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Παπαγεωργίου ήταν εισηγητής στην πρώτη δίκη που έγινε στο ΣτΕ για τηλεοπτικές άδειες και κρίθηκε αντισυνταγματικός ο «νόμος Παππά».
Πέρα από όλα αυτά, το κλίμα μέσα στους κόλπους του ΣτΕ είναι εκρηκτικό εν όψει της επιλογής νέου πρόεδρου ή της νέας προέδρου. Οι σύμβουλοι Επικρατείας είναι σε θέση μάχης σε περίπτωση που γίνει βουτιά στην επετηρίδα.
Μάλιστα, σημειώνουν ότι ένα γίνει ένα συγκεκριμένο πρόσωπο μετά από βουτιά, δεν θα μπορεί καν να συγκληθεί η Ολομέλεια και το δικαστήριο θα χωριστεί σε δύο στρατόπεδα, ενώ άλλοι δικαστές ως στοιχείο υπερβολής κάνουν λόγο για ανάρτηση τοίχους που θα χωρίζει το ΣτΕ στα δύο. Άλλοι σύμβουλοι έλεγαν στο protothema, ότι η προαγωγή του συγκεκριμένου προσώπου με βουτιά στην επετηρίδα,θα συμβάλει στις κυβερνητικές προθέσεις για την μετατροπή του ΣτΕ σε Συνταγματικό Δικαστήριο.
Όμως τα ερωτηματικά δεν τελειώνουν εδώ. Καθώς όπως έλεγαν με νόημα και παράλληλα εξέφραζαν έντονα ερωτηματικά, ο κ. Σακελλαρίου προσερχόμενος χθες στο ΣτΕ και πριν ανακοινώσει την παραίτηση του επισκέφθηκε στο Κολωνάκι την Εκκλησία του Αγίου Διονυσίου, εισερχόμενος όχι από την κυρία είσοδο-πύλη της εκκλησίας, αλλά από τη διπλανή είσοδο. Κάτι που έντονα σχολιάστηκε από τους συναδέλφους του, όταν πληροφορήθηκαν την επίσκεψη αυτή, καθώς όπως έλεγαν εάν πήγαινε για να τελέσει τα θρησκευτικά του καθήκοντα δεν θα εισερχόταν από την διπλανή πόρτα.
Ακόμη, οι πρώην συνάδελφοι του σημείωναν ότι η αιφνίδια προ 45 ημερών παραίτηση του κ. Σακελλαρίου διευκολύνει και επισπεύδει την Κυβέρνηση επιλογή για την ανάδειξη του νέου ή της νέας προέδρου του ΣτΕ, κατά 45 ημέρες. Έτσι, μπορεί να γίνει άμεσα από το υπουργικό συμβούλιο η επιλογή του νέου πρόεδρου με τετραετή θητεία και στη συνέχεια να επισπευστεί ο χρόνος των βουλευτικών εκλογών εντός του 2018.
Έτσι η Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, μετά τις εκλογές και αν ακόμη δεν εκλεγεί ξανά πρώτο κόμμα (κυβέρνηση), θα έχει πρόεδρο τον οποίο η ίδια επέλεξε για την επόμενη τετραετία.
Η πολιτικοδικαστική διαδρομή του κ. Σακελλαρίου
Ο κ. Σακελλαρίου από το βαθμό του συμβούλου της Επικρατείας ήταν υπό τη σκέπη της βουλευτού, υπουργού και μεταγενέστερα πρόεδρου της Βουλής Άννας Ψαρούδα- Μπενάκη. Ως σύμβουλος Επικρατείας, πράγματι, χειρίστηκε σημαντικές υποθέσεις, όπως είναι τα παρκόμετρα στο Δήμο Αθηναίων και την παραχώρηση αστυνομικών καθηκόντων (τοποθέτηση «δαγκανών» στα παράνομα σταθμευμένα αυτοκίνητα, κ.λπ.) στο Δήμο (υπόθεση Κοκκινάκη) κ.λπ.
Στο πρώτο Μνημόνιο που κρίθηκε συνταγματικό (εισηγήτριες των υποθέσεων αυτών ήταν η Ειρήνη Σάρπ και η Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου) ο κ. Σακελλαρίου ήταν στην μειοψηφούσα άποψη. Δηλαδή, εξέφρασε την θέση ότι το μνημόνιο ήταν αντισυνταγματικό.
Έτσι, με τις αποφάσεις αυτές και ειδικά με τη θέση του στην μειοψηφία των υποθέσεων, επιχείρησε επί Κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ να καταβάλει την κενωθείσα, τότε θέσει του προέδρου του ΣτΕ. Ήταν τότε η περιβόητη εξωπραγματική εποχή του ΣΥΡΙΖΑ που με ένα άρθρο θα έσκιζε τα μνημόνια, ανεξάρτητα εάν μετά τα προσκύνησε.
Έτσι, στο τέλος ενός υπουργικού συμβουλίου και ενώ «αντίπαλος του» ήταν ο Δημοσθένης Πετρούλιας, προκειμένου να κλείσει η συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, επιλέγει πρόεδρος του ΣτΕ ο κ. Σακελλάριου.
Κατόπιν αυτού, η πρώτη «μάχη» που όφειλε να ολοκληρώσει ήταν αυτή της χορήγησης των τηλεοπτικών αδειών, μετά από προσφυγές των τηλεοπτικών σταθμών. Οι υποθέσεις αυτές δεν μπήκαν άμεσα σε διασκέψεις αλλά αφέθηκε να κυλήσει ο τότε χρόνος των καλοκαιρινών διακοπών και στη συνέχεια να μπουν σε διάσκεψων.
Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που κατέβαλε ο κ. Σακελλαρίου για απορριφθούν οι αιτήσεις των τηλεοπτικών σταθμών και μετά από μαραθώνιες ταραχώδεις διασκέψεις ο νόμος Παππά κρίθηκε αντισυνταγματικός.
Τότε άρχισε να ραγίζει το γυαλί που λέγεται «Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και Σακελλαρίου». Η ρίξει των δύο πλευρών ολοκληρώθηκε με την καθυστέρηση έκδοσης απόφασης για τις δηλώσεις πόθεν έσχες των δικαστών. Ο κ. Σακκελαρίου με «διάγγελμά του» τότε κατήγγειλε την Κυβέρνηση για παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη. Η αντιπαράθεση συνεχίστηκε στη γενική συνέλευση δικαστικής Ένωσης, μεταξύ του υπουργού Δικαιοσύνης Σταύρου Κοντονή και του κ. Σακελλαρίου. Από τότε ο τέως πρόεδρος του ΣτΕ άλλαξε στάση, βάζοντας πολύ νερό στο ποτήρι που λέγεται Κυβέρνηση.
Αντιδράσεις Κυβέρνησης και πολιτικών κομμάτων
Η πρώτη πικρόχολη δήλωση ήταν από τον υπουργό Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης Νίκο Παππά, ο οποίος σχολιάζοντας την παραίτηση του κ. Σακελλαρίου, μέσα από το twitter και σε ειρωνικό ύφος, ανάρτησε ότι ο πρόεδρος του ΣτΕ θα έπρεπε να έχει παραιτηθεί από το 2016.
«Αν τον κ. Σακελλαρίου τον ενοχλούσε η παραβίαση του δικαστικού απορρήτου έπρεπε να έχει παραιτηθεί από τον Οκτώβρη του 2016», προσέθεσε χαρακτηριστικά, αναφερόμενος στις διαρροές για το θέμα των τηλεοπτικών αδειών.
Με τη σειρά του ο Σταύρος Κοντονής και με αφορμή την αποδοχή της παραίτησης του κ. Σακελλαρίου σε σχετική ανακοίνωσή του αναφέρει:
ότι «η παραβίαση δικονομικών κανόνων όσον αφορά στη διαδικασία έκδοσης δικαστικών αποφάσεων και δη η παραβίαση του δικαστικού απορρήτου και των διαμειβομένων σε κεκλεισμένων των θυρών διασκέψεις, το οποίο θέτει στην επιστολή παραίτησής του και ο κ. Σακελλαρίου, υποβαθμίζει κατάφωρα τον θεσμό της Δικαιοσύνης και δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά στους πολίτες».
Παράλληλα, ο κ. Κοντονής κάλεσε τους δικαστικούς λειτουργούς να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και να συνεχίσουν το έργο τους απρόσκοπτα, περιφρουρώντας το κύρος του θεσμού που υπηρετούν και θωρακίζοντας με τη συμπεριφορά τους τους δικονομικούς κανόνες που είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν απαρεγκλίτως.
Από τη πλευρά της Νέας Δημοκρατίας, ο τομεάρχης Δικαιοσύνης της Νέας Δημοκρατίας, Νίκος Παναγιωτόπουλος χαρακτήρισε την παραίτηση του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, πρωτοφανή για τα δικαστικά χρονικά.
Χαρακτηριστικά ο κ. Παναγιωτόπουλος ανέφερε:
«Η πρωτοφανής στα δικαστικά χρονικά παραίτηση του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικράτειας εντείνει τις σκιές που υπάρχουν στις σχέσεις της κυβέρνησης με τη Δικαιοσύνη. Η κυβέρνηση οφείλει να δώσει άμεσα εξηγήσεις για την εξέλιξη αυτή», και προσέθεσε:
«Είναι, ωστόσο, απαραίτητο την ώρα που η Δικαιοσύνη βρίσκεται στο επίκεντρο προφανών κυβερνητικών πιέσεων, οι ανώτατοι λειτουργοί να επιτελούν αμερόληπτα το έργο τους μακριά από τη δημοσιότητα με βάση τη συνείδηση τους και το Δημόσιο συμφέρον».
«Η αιφνιδιαστική παραίτηση του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, για πρώτη φορά στα χρονικά του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποτελεί μία ακόμη απτή απόδειξη της οριακής κατάστασης που έχει δημιουργηθεί στον νευραλγικό χώρο της ελληνικής Δικαιοσύνης, με ευθύνη της κυβέρνησης» σχολίασε χθες , σε ανακοίνωσή του, το Κίνημα Αλλαγής, την παραίτηση του κ Σακελλαρίου, ενώ συνέχισε:
«Οι διαρκείς, απροκάλυπτες και διχαστικές κυβερνητικές παρεμβάσεις και επιθέσεις στη δικαστική εξουσία -τις οποίες και ο απερχόμενος πρόεδρος ΣτΕ είχε τον περασμένο Ιανουάριο καταγγείλει- έχουν προκαλέσει βαθιές πληγές στο Κράτος Δικαίου. Η αποκατάσταση του κύρους της Δικαιοσύνης αποτελεί πλέον θεμελιακό όρο για την περιφρούρηση της Δημοκρατίας μας».
Ακόμη, παρέμβαση στο θέμα της παραίτησης έκανε και πρόεδρος του ΔΣΑ Δημήτρης Βερβεσός. Συγκεκριμένα, ο κ Βερβεσός σε σκληρή δήλωση με πολιτικοδικαστικές προεκτάσεις, χαρακτηρίζει πρωτοφανή, όπως τη, στα δικαστικά χρονικά την παραίτηση του κ. Σακελλαρίου.
Ο κ. Βερβεσός τονίζει ότι «το δημόσιο συμφέρον δεν μπορεί να ταυτίζεται με το ταμειακό συμφέρον του Δημοσίου και ότι η επικράτηση οικονομικών σκοπιμοτήτων δεν μπορεί να γίνεται έναντι οιουδήποτε τιμήματος» και προσθέτει:
«Η διαφύλαξη των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων που κατοχυρώνει το Σύνταγμα είναι αδιαπραγμάτευτη και επαφίεται πρωτίστως στην ανεξάρτητη ελληνική Δικαιοσύνη».
Ακόμη, ο κ. Βερβεσός, κάνει λόγο για έναν «ιδιότυπο μιθριδατισμό που έχει αναπτυχθεί στην κοινωνία, καθώς πλέον έχουμε φτάσει να θεωρείται ζητούμενο η εφαρμογή των δικαστικών αποφάσεων και δη των ανωτάτων δικαστηρίων, καίτοι ο σεβασμός και η εφαρμογή τους ιδίως από την εκτελεστική εξουσία πρέπει να θεωρείται αδιαπραγμάτευτη σε ένα κράτος δικαίου, ώστε να μην περιέλθουμε σε ανυποληψία ενώπιον των ευρωπαϊκών θεσμών, δικαστικών και μη».
Η επιστολή παραίτησης
Το πλήρες κείμενο της δήλωσης παραίτησης του κ. Σακελλαρίου από τη θέση του προέδρου του ΣτΕ έχει ως εξής:
«Στην απόφασή μου αυτή κατέληξα μετά την πρόσφατη παραβίαση του απορρήτου της διασκέψεως του Δικαστηρίου σχετικά με το νέο ασφαλιστικό σύστημα και την εύλογη αναταραχή που προκάλεσε σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία.
Η αδιανόητη όσο και απαράδεκτη αυτή παραβίαση του δικαστικού απορρήτου, την οποία αντικειμενικά αδυνατώ να ελέγξω, επέφερε καίριο πλήγμα στην αξιοπιστία και το κύρος του θεσμού του Συμβουλίου της Επικρατείας και δεν μου επιτρέπει, πλέον, να εξακολουθήσω να ασκώ τα δικαστικά μου καθήκοντα με την δέουσα ηρεμία και νηφαλιότητα.
Η σημερινή απόφασίς μου – έστω και αν απέχει λίγες μόνον ημέρες από την υποχρεωτική αποχώρησή μου από την υπηρεσία δεν παύει – όσο επιβεβλημένη και αν είναι – να αποτελεί μία πολύ επώδυνη απόφαση, για μένα που διανύω το 42ο έτος της δικαστικής μου σταδιοδρομίας, έχοντας αφιερώσει τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου στην υπηρεσία του Συμβουλίου της Επικρατείας, έναν θεσμό, τον οποίο αγαπώ και θα συνεχίσω να αγαπώ μέχρι το τέλος της ζωής μου.
Έχω τη συνείδησή μου ήσυχη, διότι δεν αποχωρώ αμαχητί, αφού όλα αυτά τα χρόνια αγωνίσθηκα, με τη βοήθεια του Θεού, τον αγώνα τον καλό.
Τη στιγμή, όμως, αυτή η σκέψις μου στρέφεται στους απλούς πολίτες, που είναι τα θύματα των μνημονίων και της κλιμακούμενης επικυριαρχίας του οικονομικού παράγοντος επί του θεσμικού, οι αντοχές των οποίων συνεχώς δοκιμάζονται από τα αλλεπάλληλα οικονομικά μέτρα, που λαμβάνονται με την επίκληση του λεγομένου δημοσιονομικού συμφέροντος και που συνεπάγονται υπέρογκες γι αυτούς επιβαρύνσεις, λόγω του σωρευτικού τους χαρακτήρος.
Ήδη, από την εποχή του πρώτου μνημονίου, ορισμένοι συνάδελφοί μου μεταξύ των οποίων και εγώ, είχαμε, με τις μειοψηφίες μας επισημάνει, τη μή συμβατότητα των ρυθμίσεων του μνημονίου με το Σύνταγμα και είχαμε, εγκαίρως, προειδοποιήσει, χωρίς δυστυχώς να εισακουστούμε, για την επερχόμενη πλήρη επικυριαρχία του οικονομικού επί του θεσμικού, που επηρέασε, καίρια, το σύνολο σχεδόν της κρατικής δράσεως και σηματοδότησε την συνακόλουθη υποχώρηση του Κράτους Δικαίου και του Κοινωνικού Κράτους.
Τα χρόνια που ακολούθησαν, οι αντοχές όλων μας δοκιμάσθηκαν ακόμη περισσότερο από τα νεώτερα μνημόνια που επέβαλαν τη λήψη και νέων επώδυνων οικονομικών μέτρων, που συνοδεύθηκαν από τις συνεχείς μειώσεις μισθών και συντάξεων.
Οι καταστάσεις αυτές, οδήγησαν το Δικαστήριο στην έκδοση σειράς αποφάσεων της Ολομελείας του σχετικά με την μή περαιτέρω μείωση των συντάξεων και την θεσμική θωράκιση των προσώπων, που είναι επιφορτισμένα με βασικές αποστολές του Κράτους, όπως η εθνική άμυνα, η ασφάλεια, η υγεία, η παιδεία και η Δικαιοσύνη.
Φρονούμε, ότι τα δικαστικά αυτά προηγούμενα και οι εγγυήσεις που ετέθησαν με αυτά, δέν μπορούν, χωρίς να παραβιάζεται το Σύνταγμα, να αγνοηθούν ούτε, πολύ περισσότερο, να παρακαμφθούν από το νομοθέτη, με το πρόσχημα της καταρτίσεως ενός νέου ασφαλιστικού συστήματος μέσω του επανυπολογισμού όλων, των μέχρι σήμερα, απονεμηθεισών συντάξεων – πράγμα που θέτει τους ήδη συνταξιούχους σε καθεστώς πλήρους ανασφαλείας, κατά παράβαση της αρχής της εμπιστοσύνης – και μέσω της εισαγωγής, σε συνάρτηση, πάντοτε, με τον επανυπολογισμό, ενός νέου τρόπου υπολογισμού των εφεξής απονεμομένων συντάξεων, μέτρα που οδηγούν, με μαθηματική ακρίβεια, σε περαιτέρω μείωση του ύψους των συντάξεων, το οποίο, όμως, έχει ήδη διαμορφωθεί, μετά τις αλλεπάλληλες περικοπές τους, σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο.
Σε αντίθετη περίπτωση, εκτιμούμε, ότι είναι πλέον ή ορατός ο κίνδυνος περαιτέρω μειώσεως του ύψους των απονεμομένων συντάξεων, με τελικό αποτέλεσμα την πλήρη εξαθλίωση όλων των συνταξιούχων.
Αναμφιβόλως, ευρισκόμεθα προ μιας πολύ δυσχερούς καταστάσεως, η οποία, όμως, ευελπιστούμε ότι θα αντιμετωπισθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, για μία ακόμη φορά, από την ανεξάρτητο ελληνική Δικαιοσύνη, στην οποία μετακυλίεται, παγίως, από την εκάστοτε πολιτική εξουσία, η επίλυσις των πιο σημαντικών προβλημάτων της χώρας.
Εκφράζουμε, τέλος, τη βεβαιότητα ότι « έχουν γνώσιν οι φύλακες» και ότι οι δικαστικοί λειτουργοί του Συμβουλίου της Επικρατείας θα αρθούν στο ύψος των περιστάσεων, ανταποκρινόμενοι στην ιστορική παράδοση του Σώματος.
Επομένως, πρέπει όλοι να εξακολουθήσουμε να εμπιστευόμεθα την Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της, τελούντες πάντοτε εν πλήρη επιγνώσει του γεγονότος, ότι «Υπάρχουν ακόμη δικασταί εις τας Αθήνας».