Αποκαλυπτικός διάλογος Μπένετ-Ζελένσκι: Να δεχθείς την προσφορά του Πούτιν και να παραδοθείς
Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Ναφτάλι Μπένετ φέρεται να συμβούλεψε τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι να δεχτεί την προσφορά του Βλαντιμίρ Πούτιν για τον τερματισμό του πολέμου – ο οποίος περιλαμβάνει πολλές ουκρανικές θυσίες – σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν την Τρίτη, σύμφωνα με αξιωματούχο της ουκρανικής κυβέρνησης που επικαλείται η Jerusalem Post.
Σύμφωνα με τον αξιωματούχο, ο Ζελένσκι δεν ακολούθησε τη συμβουλή του Μπένετ. Η πηγή των Ισραηλινών υποστήριξε ότι το τηλεφώνημα έγινε με πρωτοβουλία του Μπένετ. «Αν ήμουν στη θέση σας, θα σκεφτόμουν τις ζωές του λαού μου και θα δεχόμουν την προσφορά», φέρεται να είπε ο Μπένετ. Η απάντηση του Ζελένσκι ήταν σύντομη: «Σε ακούω», είπε.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η συμβουλή δεν άρεσε στον Ουκρανό πρόεδρο και τους ανθρώπους του. «Ο Μπένετ μας είπε να παραδοθούμε», δήλωσε ο αξιωματούχος. «Δεν έχουμε καμία πρόθεση να το κάνουμε. Γνωρίζουμε ότι η προσφορά του Πούτιν είναι μόνο η αρχή».
Τις τελευταίες δύο εβδομάδες, και ειδικά μετά την επίσκεψη του Μπένετ στη Μόσχα, το πρωθυπουργικό γραφείο και το υπουργείο Εξωτερικών υποστηρίζουν ότι οι μεσολαβητικές προσπάθειες του Ισραήλ τους αναγκάζουν να διατηρήσουν μια ακόμη πιο προσεκτική και ισορροπημένη προσέγγιση. Το μήνυμα αυτό πέρασε αθόρυβα και στο γραφείο του Ζελένσκι. Ο αξιωματούχος δήλωσε επίσης ότι το Ισραήλ ζήτησε από την Ουκρανία να μην ζητήσει περισσότερη στρατιωτική και αμυντική βοήθεια, διότι ένα τέτοιο αίτημα θα μπορούσε να βλάψει τις προσπάθειες διαμεσολάβησης.
Σύμφωνα με τον αξιωματούχο, ωστόσο, το γραφείο του Ζελένσκι δεν βλέπει αποτελέσματα από τη διαμεσολάβηση. Είπε ότι ο Μπένετ δεν μεσολαβεί τόσο πολύ όσο λειτουργεί ως γραμματοκιβώτιο και απλώς περνάει μηνύματα μεταξύ των δύο πλευρών. Σύμφωνα με τον ίδιο, ένας διαμεσολαβητής πρέπει να προσπαθήσει να βρει έναν συμβιβασμό μεταξύ των δύο πλευρών και να κάνει τις δικές του προσφορές.
Ουκρανοί αξιωματούχοι πιστεύουν ότι η εμπλοκή του Μπένετ στις διπλωματικές προσπάθειες προέρχεται από το γεγονός ότι δεν θέλει να πάρει σαφή θέση σχετικά με τη ρωσική εισβολή από φόβο ότι θα βλάψει τους δεσμούς του Ισραήλ με τη Ρωσία.