Στην ανατροπή σημαντικού μέρους του προγραμματισμού της πρώτης θητείας της κυβέρνησης αναφορικά με μεγάλα έργα του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών προσανατολίζεται η σημερινή ηγεσία του ελέω και των συνεπειών της κακοκαιρίας Daniel, η οποία μαζί με τη Θεσσαλία φαίνεται ότι «βύθισε» και σειρά έργων, που αν και είχαν χαρακτηριστεί εμβληματικά, βγαίνουν πλέον από το κάδρο τουλάχιστον της βραχυχρόνιας υλοποίησης ελλείψει πόρων. Άλλωστε οι πόροι δεν είναι ανεξάντλητοι, όπως διαμηνύουν με νόημα πηγές του υπουργείου.
Ηδη γίνεται επαναξιολόγηση του χαρτοφυλακίου των έργων με βασικό στόχο κάθε έργο να αντιστοιχεί και σε διασφαλισμένη χρηματοδότηση, το οποίο και θα δώσει …πόντους στην προτεραιοποίησή τους, όπως επεσήμανε η ηγεσία του υπουργείου στο πλαίσιο ενημέρωσης δημοσιογράφων.
Τα έργα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και σημαντικές παρεμβάσεις για την Αττική μεταξύ των οποίων η επέκταση της Λεωφόρου Κύμης ή της περιφερειακής Υμηττού, θα περάσουν από …κόσκινο με αφορμή τον τελικό λογαριασμό της αποκατάστασης των καταστροφών στους πληγέντες νομούς, ο οποίος φαίνεται ότι θα είναι πολύ μεγαλύτερος από όσο αρχικά είχε εκτιμηθεί.
Ψαλίδι αναμένεται και στα σιδηροδρομικά έργα που είχαν ενταχθεί σε πιο βραχυπρόθεσμο προγραμματισμό. Ο υπουργός Χρήστος Σταικούρας επεσήμανε ότι στο τέλος Ιανουαρίου θα κατατεθεί πρόταση χρηματοδότησης από το Πρόγραμμα «Συνδέοντας την Ευρώπη – 2» (CEF-2) για πέντε πολύ συγκεκριμένα έργα:
- Την αναβάθμιση τμήματος ΣΚΑ – Οινόη.
- Την αναβάθμιση τμήματος Λιόσια – Κόρινθος.
- Την αναβάθμιση της γραμμής Θεσσαλονίκη – Προμαχώνας.
- Την υλοποίηση του έργου Αλεξανδρούπολη – Ορμένιο και
- την υλοποίηση του έργου Ρίο – Πάτρα.
Αρκετά πάνω από 1 δισ. ευρώ ο λογαριασμός του Daniel
Σύμφωνα με τον υφυπουργό Υποδομών, Νίκο Ταχιάο, μόνο τα έργα μόνιμης αποκατάστασης στο οδικό δίκτυο θα κοστίσουν 900 εκ. ευρώ, ενώ και τα έργα του σιδηροδρόμου αναμένεται να ξεπεράσουν σημαντικά τις αρχικές εκτιμήσεις των 200 εκ. Δεδομένου ότι από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι εξασφαλισμένα τα 600 εκ., καθίσταται προφανές ότι το υπουργείο αναζητά πρόσθετους πόρους.
Αναφορικά με τις μόνιμες αποκαταστάσεις του σιδηροδρομικού δικτύου, ο κ. Ταχιάος τόνισε ότι τα ακριβή μεγέθη «χρήζουν καθημερινής επαναθεώρησης γιατί πάντα μπαίνει το στοιχείο της ανθεκτικότητας στο σχεδιασμό της ανακατασκευής των υποδομών και της επιδομής είναι κάτι το οποίο θα ανακοινωθεί στο αμέσως προσεχώς διάστημα αλλά είναι ένα σημαντικό πρόγραμμα».
Ως προς την αποκατάσταση των οδικών αξόνων, σημείωσε πως το πρόγραμμα θα προσεγγίσει τα 900 εκατομμύρια και αφορά μόνο την οριστική αποκατάσταση των οδικών υποδομών οι οποίες έχουν πληγεί «και όχι κατ’ ανάγκη μόνο της Περιφέρειας, αλλά των οδικών υποδομών οι οποίες θα μας επιτρέψουν την κινητικότητα μεταξύ όλων των πληγεισών περιοχών και όλων των πληγέντων οικισμών».
Είναι χαρακτηριστικό ότι από τον αρχικό προϋπολογισμό που έχει καταρτιστεί για τις αποκαταστάσεις, το μεγαλύτερο τμήμα θα οδηγηθεί στη Μαγνησία, όπου σημειώθηκαν και οι πιο εκτεταμένες καταστροφές. Συγκεκριμένα θα διατεθούν:
- 31% του προϋπολογισμού, δηλαδή περί τα 280 εκ. ευρώ στη Μαγνησία.
- 26% στα Τρίκαλα
- 22% στην Καρδίτσα.
- 10% στη Λάρισα.
- 9% στην Εύβοια και
- 3% στη Φθιώτιδα.
Σε ό,τι αφορά τα αντιπλημμυρικά έργα της Θεσσαλίας, αυτά πιθανότατα θα αναλάβει ο νέος Οργανισμός Υδάτων που συστήνεται, ενώ την αποκατάσταση των 33 σχολείων θα αναλάβει ο Σύλλογος Εφοπλιστών.
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό του υπουργείου, στις αρχές του καλοκαιριού θα έχουν υπογραφεί οι συμβάσεις για τα έργα τα οποία θα εκτελεστούν στη Θεσσαλία.
Τον τόνο για το μεγάλο κόστος αποκαταστάσεων είχε δώσει και η πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στην οποία γινόταν ειδική αναφορά στις δαπάνες της χώρας για τη στήριξη των κατοίκων της Θεσσαλίας και την ανακατασκευή των υποδομών. Το κόστος των άμεσων μέτρων στήριξης για κατοίκους, αγρότες, κτηνοτρόφους, επιχειρήσεις, βαραίνει κυρίως το 2023, ενώ από το 2024 ως το 2027 οι δαπάνες θα κατευθυνθούν κατά κύριο λόγο στην ανακατασκευή και ενίσχυση της ανθεκτικότητας των υποδομών (δρόμοι, φράγματα, γέφυρες, σιδηρόδρομος κ.ά.). Σύμφωνα με την έκθεση, οι σχετικές δαπάνες όλων αυτών των μέτρων εκτιμώνται σε 900 εκατομμύρια ευρώ το 2023, που αντιστοιχούν στο 0,4% του ΑΕΠ, 700 εκατομμύρια ευρώ το 2024 και περίπου 500 εκατομμύρια ευρώ ετησίως μεταξύ 2025 και 2027. Οι δαπάνες αυτές θα χρηματοδοτηθούν με πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης, τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά ταμεία και τον εθνικό προϋπολογισμό.
ethnos.gr