Ασφαλές το νερό του Βόλου για ανθρώπινη χρήση σύμφωνα με ελέγχους του Υπουργείου Περιβάλλοντος
Έλεγχοι για την ανίχνευση παθογόνων οργανισμών στο νερό πραγματοποιήθηκαν από το Υπουργείο Περιβάλλοντος (Γενική Γραμματεία Περιβάλλοντος και Υδάτων και Οργανισμός Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής ΟΦΥΠΕΚΑ) σε συνεργασία με τη ΔΕΥΑΜΒ.
Συγκεκριμένα, την Τετάρτη 15 Μαΐου διενεργήθηκε προγραμματισμένη δειγματοληψία νερού στην περιοχή του Βόλου.
Η δειγματοληψία αφορούσε 30 δείγματα νερού (1L), που ελήφθησαν από το δίκτυο ύδρευσης του Βόλου (κοινόχρηστες βρύσες, δεξαμενές νερού και γεωτρήσεις).
Από αυτούς τους ελέγχους, που ήταν εξαντλητικοί, (μέσω της ματαγονιδιωματικής και βιοπληροφορικής ανάλυσης, εστιάζοντας στην αναγνώριση παθογόνων, που μπορούν να προσβάλουν τον άνθρωπο) εξήλθε το συμπέρασμα ότι δεν εντοπίστηκε κανένα είδος μικροοργανισμού, που ανήκει στην κατηγορία υδατογενών παθογόνων.
Συνεπώς, το νερό του Βόλου- όσον αφορά το μικροβιακό παθογόνο φορτίο- είναι ασφαλές για ανθρώπινη χρήση.
Ακολουθεί η τεχνική αναφορά του ΟΦΥΠΕΚΑ:
«Προς ΔΕΥΑΜΒ,
Το παρόν έγγραφο αποτελεί μέρος της συνοπτικής τεχνικής αναφοράς αποτελεσμάτων (report) του έργου «Ανίχνευση παθογόνων για ποιότητα υδάτων στη Θεσσαλία, του Οργανισμού Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (Ο.ΦΥ.ΠΕ.Κ.Α.)». Το κείμενο που ακολουθεί θα αναφέρεται αποκλειστικά στα ευρήματα που αφορούν την περιοχή του Βόλου.
Το αντικείμενο του έργου ήταν ο εξαντλητικός έλεγχος μέσω μεταγονιδιωματικής και βιοπληροφορικής ανάλυσης για την καταγραφή μικροοργανισμών σε δείγματα νερού από διάφορα σημεία του δικτύου υδροδότησης της ΔΕΥΑ Λάρισας και Βόλου, εστιάζοντας στην αναγνώριση παθογόνων που μπορούν να προσβάλουν τον άνθρωπο. Ουσιαστικά πρόκειται για την πρώιμη εφαρμογή της παρ. 3 του άρθρου 5 και ειδικότερα του Μέρους Α του Παραρτήματος ΙΙΙ της Οδηγίας 2020/2184 σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης και την αντίστοιχη ΚΥΑ εναρμόνισης της (ΚΥΑ Δ1(δ)/ΓΠ οικ. 27829/2023, Β’ 3525).
Δειγματοληψία & Εργαστηριακή επεξεργασία
Συνοπτικά, στις 15 Μαΐου 2024 συλλέχθηκαν 30 δείγματα νερού από το δίκτυο ύδρευσης του Βόλου. Η δειγματοληψία περιελάμβανε δείγματα νερού από κοινόχρηστες βρύσες, δεξαμενές νερού και γεωτρήσεις, καθ’ υπόδειξη και συνοδεία προσωπικού της ΔΕΥΑ Βόλου. Τα δείγματα συλλέχθηκαν με πολλαπλές επαναλήψεις ανά σημείο για την ορθότερη ερμηνεία των αποτελεσμάτων και μεταφέρθηκαν σε φορητά ψυγεία στο εργαστήριο της DNASequence.
Τα δείγματα νερού επεξεργάστηκαν εντός θαλάμου νηματικής ροής με αντλίες κενού & διαδοχικές μεμβράνες (0.22 – 0.45 μm), οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για την απομόνωση DNA μέσω εξειδικευμένου πρωτοκόλλου για μεταγονιδιωματική. Ακολούθησε η τυφλή ενίσχυση των θραυσμάτων DNA με διαδικασία PCR, όπου τα θραύσματα κάθε δείγματος έλαβαν ξεχωριστά barcodes στις άκρες τους και ενοποιήθηκαν σε μία κοινή βιβλιοθήκη DNA, η οποία αλληλουχήθηκε με τη μέθοδο Long-Read sequencing.
Τα δεδομένα (reads) που παρήχθησαν από την αλληλούχηση επεξεργάστηκαν μέσω της βιοπληροφορικής πλατφόρμας της DNASequence. Συγκεκριμένα, οι καταγραφές (reads) αξιολογήθηκαν ποιοτικά και επιλέχθηκαν μόνο αυτές που πέρασαν ένα κατώφλι (Quality Score), ενώ αντίθετα, τα reads που δεν πέρασαν τον ποιοτικό έλεγχο αφαιρέθηκαν πριν την αντιστοίχισή τους σε γονιδιώματα γνωστών μικροοργανισμών. Παράλληλα, τα αποτελέσματα συνδέθηκαν με τα σχετικά μεταδεδομένα που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια της δειγματοληψίας (λ.χ. σημεία δειγματοληψίας, πηγή, συντεταγμένες, κ.ά.).
Αποτελέσματα
Η ανάλυση των αποτελεσμάτων της μεταγονιδιωματικής ανάλυσης επέτρεψε τη μικροβιακή ταυτοποίηση με εξαιρετική φυλογενετική ευκρίνεια με κατώτερο ταξινομικό επίπεδο αυτό του είδους (species). Επί του συνόλου των δειγμάτων στον Βόλο, σε επίπεδο είδους/στελέχους καταγράφηκαν θραύσματα DNA από 9 διαφορετικούς μικροοργανισμούς σε επίπεδο είδους με σχετική αφθονία >1 %, τα οποία αντιστοιχούν σε 6 διαφορετικά γένη.
Η παρούσα έκθεση εστιάζει σε μικροοργανισμούς που ανιχνεύθηκαν με ποσοστό σχετικής αφθονίας άνω του 1% πριν την αφαίρεση του δείγματος αναφοράς (Αρνητικός Μάρτυρας). Η σχετική αφθονία (%) υπολογίζεται από τον αριθμό θραυσμάτων DNA που ταυτοποιήθηκαν σε συγκεκριμένο μικροοργανισμό για ένα δείγμα, διαιρώντας με τον συνολικό αριθμό θραυσμάτων που περιείχε το δείγμα. Σε ποσοστό ανίχνευσης ενός μικροοργανισμού με σχετική αφθονία μικρότερη του 1%, αυξάνεται η πιθανότητα εμφάνισης ψευδώς θετικών μικροοργανισμών. Για αυτό τον λόγο, η παρούσα έκθεση εστιάζει στα είδη μικροοργανισμών που ανιχνεύθηκαν με ποσοστό σχετικής αφθονίας μεγαλύτερο του 1% σε κάθε δείγμα. Τα κριτήρια αυτά ενισχύουν την ακρίβεια στα αποτελέσματα για την εξαγωγή συμπερασμάτων, όμως δεν μπορούν να αποκλείσουν περιπτώσεις όπου ίχνος DNA από σημαντικά παθογόνα όντως υπάρχουν, αν ανιχνεύθηκαν κάτω από αυτά τα όρια.
Σε γενικές γραμμές δεν ανιχνεύθηκε κανένα υδατογενές παθογόνο με σχετική αφθονία άνω του 1% στα δείγματα του Βόλου. Τα βακτήρια που ανιχνεύθηκαν είναι ως επί το πλείστον περιβαλλοντικά, ενώ τα 3 από τα 9 είδη έχουν απομονωθεί και από υδάτινα περιβάλλοντα ή σχετίζονται με αυτά. Τα ευρήματα περιλαμβάνουν επίσης 3 ευκαιριακά παθογόνα τα οποία ανήκουν στη φυσιολογική μικροχλωρίδα του ανθρώπου (Staphylococcus hominis, Staphylococcus epidermidis, Cutibacterium acnes). Το S. hominis αποτελεί βακτήριο της φυσιολογικής μικροχλωρίδας του δέρματος που προκαλεί ευκαιριακές λοιμώξεις. Γενικότερα, το γένος Staphylococcus αποτελεί επίσης πιθανό ξενιστή γονιδίων αντοχής σε αντιβιοτικά (Gu et al., 2023)
Συμπεράσματα:
Δεν εντοπίστηκε κανένα είδος μικροοργανισμού που να ανήκει στην κατηγορία υδατογενών παθογόνων και σε ποσοστό άνω του 1% σχετικής αφθονίας.