Με τη φωτιά της αντιπαράθεσης ανάμεσα στους πρωταγωνιστές της υπόθεσης με τα «χρυσά» καβουροπόδαρα στη Μύκονο, την Αμερικανίδα τουρίστρια και το εστιατόριο «DK Oyster», στον Πλατύ Γυαλό να μην έχει σβήσει, το «ΘΕΜΑ» φέρνει στο φως τη μήνυση που κατέθεσε η Μπρέντα Μούλτον. Η Αμερικανίδα στρέφεται νομικά κατά τριών σερβιτόρων του εστιατορίου και του υπεύθυνου του καταστήματος.
Περιγράφοντας, μέσα από τη μηνυτήρια αναφορά, το επεισόδιο, όπως η ίδια το βίωσε, η τουρίστρια αναφέρει ότι βρισκόταν στη Μύκονο για ολιγοήμερες διακοπές με την κόρη της, όταν η ταξιδιωτική της πράκτορας της συνέστησε να επισκεφτεί μία από τις πιο φημισμένες παραλίες του νησιού, τον Πλατύ Γυαλό. Οταν έφτασαν εκεί, πέρασαν από διάφορα εστιατόρια και αρχικά ανταποκρίνονταν με ένα χαμόγελο στις ευγενικές χειρονομίες των εργαζόμενων που βρίσκονταν στην είσοδο των κέντρων εστίασης.
Η Μπρέντα Μούλτον υποστηρίζει ότι, ενώ δεν είχε πρόθεση να καθίσει σε κάποιο από τα εστιατόρια, ξαφνικά πετάχτηκε μπροστά της ο υπάλληλος του κέντρου, όπου καταγράφηκε το επίμαχο περιστατικό, και με τρόπο επίμονο και ενοχλητικό, όπως καταγγέλλει η γυναίκα, τους είπε: «Καθίστε εδώ! Καθίστε εδώ!». Στο μενού αναγράφονταν τα προϊόντα, όχι όμως και οι τιμές, όπως υποστηρίζει στη μήνυσή της η Αμερικανίδα, η οποία διάλεξε τελικά από τον κατάλογο δύο μοχίτο κι ενώ αρχικά -όπως σημειώνει- δεν είχε πρόθεση να παραγγείλει φαγητό, το έκανε για να μη δέχεται άλλες πιέσεις από τους σερβιτόρους. Ηταν τα περιβόητα καβουροπόδαρα… «Φαινόταν νόστιμο και ήξερα πως θα ήταν ακριβό – αν και ποτέ δεν θα μπορούσα να φανταστώ πόσο ακριβό θα ήταν τελικά. Αλλά σε εκείνη τη φάση μάς είχε κάνει εντύπωση το πόσο επιθετικοί ήταν οι σερβιτόροι, καθώς προσπαθούσαν να μας πιέσουν προκειμένου να παραγγείλουμε», υποστηρίζει η Μπρέντα Μούλτον.
Η λογομαχία
Η ώρα της αποχώρησης έφτασε ύστερα από δύο ώρες παραμονής στο κατάστημα. Τότε η Αμερικανίδα ζήτησε να πληρώσει, αλλά οι υπεύθυνοι στη -δωρεάν- ξαπλώστρα ζήτησαν από τις τουρίστριες να μπουν στο κατάστημα. Και τότε έγινε η αποκάλυψη με τον λογαριασμό… «Δεν μπορεί δύο μοχίτο και δύο καβουροπόδαρα να κάνουν 600 ευρώ. Δεν θα σε πληρώσω. Αυτός τότε μου είπε επί λέξει: “Θα καλέσω την Αστυνομία. Θα σε κρατήσουν εδώ και δεν θα γυρίσεις στην πατρίδα σου. Μπορούμε να βρούμε εύκολα πού μένεις”», ισχυρίζεται η Αμερικανίδα ότι άκουσε από τους υπευθύνους του μαγαζιού, οι οποίοι, ωστόσο, υποστηρίζουν ότι τίποτε από όλα αυτά δεν συνέβη. Η ίδια, πάντως, δηλώνει ότι αισθάνθηκε απειλή και φόβο: τελικά πλήρωσε με την πιστωτική της κάρτα και πήρε τη σχετική απόδειξη.
Οταν η Μπρέντα βγήκε από το εστιατόριο συνιστούσε σε όποιον συναντούσε στον δρόμο να προσέχει το συγκεκριμένο κατάστημα «γιατί χρεώνουν ό,τι θέλουν στον λογαριασμό». Λίγο αργότερα, ο υπεύθυνος του καταστήματος την πλησίασε αγριεμένος και τότε η γυναίκα άρχισε να φωνάζει: «Μην τολμήσεις να με ακουμπήσεις! Φύγε από μπροστά μου τώρα!». Η δικηγόρος των Αμερικανίδων τουριστριών Μαριάννα Κίκιρη, μιλώντας στο «ΘΕΜΑ», ανέφερε ότι η εντολή που έχει πάρει είναι να προχωρήσει στις νομικές ενέργειες που απαιτούνται για να φτάσει η «υπόθεση καβουροπόδαρα» στις δικαστικές αίθουσες. «Ηταν ένα εφιαλτικό για τις ίδιες περιστατικό που δεν πρόκειται να ξεχάσουν», τόνισε η δικηγόρος.
Η απάντηση του «DK Oyster»
Από την πλευρά τους, οι υπεύθυνοι του εστιατορίου στον Πλατύ Γυαλό διαψεύδουν τις καταγγελίες της Αμερικανίδας, λέγοντας ότι στη διάρκεια της παραμονής της στο κέντρο δεν εξέφρασε κάποια δυσαρέσκεια. Τονίζουν ότι θα ακολουθήσουν τη νομική οδό, καταγγέλλοντας δυσφήμηση που οδήγησε σε ηθική και οικονομική βλάβη, ενώ υποστηρίζουν ότι το συμβάν απέβη επιζήμιο και για τον τουρισμό του νησιού.
Μεταξύ άλλων, στην απάντηση του κέντρου εστίασης που εκπροσωπείται από τη δικηγορική εταιρεία του Νίκου Αγαπηνού επισημαίνονται τα εξής: «Ολα ξεκίνησαν με την καταγγελία κατά της επιχείρησής μας από μία Αμερικανίδα τουρίστρια η οποία αφού γευμάτισε στο εστιατόριό μας και ειδικότερα στην παραλία μας κάνοντας χρήση δωρεάν ξαπλώστρας και ομπρέλας, πλήρωσε κανονικά τον λογαριασμό για το γεύμα της, δίνοντας μάλιστα και φιλοδώρημα στο προσωπικό της επιχείρησης χωρίς να εκφράσει το παραμικρό παράπονο και την παραμικρή δυσαρέσκεια. Εκ των υστέρων και αφού αναχώρησε από το εστιατόριό μας μείναμε εμβρόντητοι με την καταγγελία της, η οποία είναι αβάσιμη και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε από τι και πώς υποκινήθηκε, πάντως σίγουρα υποκινήθηκε από αδιαφανή, αθέμιτα και προφανώς υποκρυπτόμενα ανταγωνιστικά συμφέροντα».