Οι εικόνες ντροπής, αρχικά με τις απωθήσεις βουλευτών της ΝΔ και της αντιπροσωπείας του ΣΥΡΙΖΑ και αργότερα με τον τραυματισμό του πρώην βουλευτή της αξιωματικής αντιπολίτευσης και αντιστασιακού στην περίοδο της χούντας Νίκου Μανιού αμαύρωσαν τον φετινό εορτασμό της επετείου από την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Αλλά και «υπενθύμισαν» ότι η τυφλή βία ως πρακτική και απότοκο των καιρών του μνημονίου, παραμένει ως ένα μεγάλο πρόβλημα, για το οποίο πολιτικές δυνάμεις όπως ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλουν να κάνουν την αυτοκριτική τους.
Τα επεισόδια που έγιναν το πρωί της Τετάρτης πέριξ του ιερού χώρου του Πολυτεχνείου και είχαν ως αποτέλεσμα, πέραν των άλλων να αποφασίσει ο Αλέξης Τσίπρας να μην ηγηθεί της αντιπροσωπείας του κόμματός του για την κατάθεση του στεφάνου, (μετείχε, όμως, στην πορεία, αργότερα) επανέφεραν στη δημόσια συζήτηση το πρόβλημα με την ανεξέλεγκτη δράση βίαιων ακροαριστερών ομάδων, που κινούνται με το μανδύα της «επαναστατικότητας». Ομάδες που εμφανίζονται κυρίως στους πανεπιστημιακούς χώρους, με πλείστα όσα περιστατικά βίας κατά μη αρεστών πανεπιστημιακών, ενώ στελεχώνουν και τους λεγόμενους «μπαχαλάκηδες», μία μάστιγα δίχως τέλος.
Η αντίληψη που ανέπτυξε από την αρχή της οικονομικής κρίσης, πριν περίπου 10-12 χρόνια, ο ΣΥΡΙΖΑ ότι όλα αυτά είναι μέρος ενός ακτιβισμού και πως πρόκειται για «κινήματα», που εκφράζουν κοινωνικές ευαισθησίες και αιτήματα, επέτρεψαν στη διόγκωση του φαινομένου. Οι προπηλακίσεις άλλωστε εκείνης της περιόδου έχουν μείνει χαραγμένες στη μνήμη όχι μόνο των θυμάτων τους, αλλά και όλης της κοινής γνώμης, έστω κι αν η αγριότητα της συγκεκριμένης περιόδου μπέρδευε πολλούς τότε.
Τα όσα έγιναν στις πλατείες του 2011 ήταν ένα δείγμα, αλλά το κυριότερο που προέκυψε είναι ότι το φαινόμενο κατέστη διαχρονικό ακριβώς και εξαιτίας αυτής της αντίληψης. Όταν ο πρώην πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης – εκ της αριστερής και κινηματικής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ – ξεπροβόδιζε με κάθε ευγένεια και με… ταξί τα μέλη του Ρουβίκωνα, που έπαιζαν… «χρώματα» στο κτήριο του κοινοβουλίου, έδινε ουσιαστικά ένα σήμα ενθάρρυνσης και ανοχής σε ακραίες και βίαιες συμπεριφορές.
Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε στο μεταξύ συστημικό κόμμα, οδήγησε στην παραδοξότητα να νομίζει ο ίδιος ότι παραμένει δύναμη ακτιβισμού, αλλά τα άλλοτε αγαπημένα του παιδιά της ακροαριστεράς να τον θεωρούν «προδότη» του «επαναστατικού» κινήματος.
Έτσι, παρότι συμπεριφέρεται σαν να μην έχει γίνει τίποτα, τα στελέχη του θεωρούνται ανεπιθύμητα, ακόμα και σε στιγμές και χώρους, όπου δικαιούνται ξεχωριστή θέση, όπως ο Νίκος Μανιός, ο οποίος βασανίστηκε από τη χούντα και τώρα είδε να του επιτίθενται και να τον τραυματίζουν τραμπούκοι, που αυτοχρίστηκαν φύλακες του Πολυτεχνείου και οικειοποιούνται τους αγώνες.
Αυτή η ετήσια «αυτονακήρυξη» μερικών δεκάδων ανιστόρητων και τραμπούκων, έδωσε για λίγη ώρα τον τόνο και στους φετινούς εορτασμούς, υπενθυμίζοντας με τον πιο δυσάρεστο τρόπο στον ΣΥΡΙΖΑ ότι η βία δεν κάνει διακρίσεις και ο εξωραϊσμός ακραίων συμπεριφορών στρέφεται τελικά εναντίον και όσων επιδεικνύουν την παραμικρή ανοχή.
Σημειωτέον ότι με αφορμή την επίθεση σε βάρος του Νίκου Μανιού ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Παππάς, έγραψε «Ο «μάγκας» & επίδοξος πορτιέρης του Πολυτεχνείου να ντρέπεται για αυτή την εικόνα. Ο αγωνιστής Νίκος Μανιός, χτυπημένος από όσους νομίζουν ότι αυτοδίκαια αποφασίζουν ποιος δικαιούται να τιμά το Πολυτεχνείο. Ντροπή. Να πάρουν θέση όλες οι οργανώσεις.
Να απομονωθεί πολιτικά η αλητεία». Ο δε Νίκος Κοτζιάς σημείωσε ότι «δυστυχώς πολλοί σήμερα που νομίζουν ότι η αριστερά άρχισε με αυτούς, είναι ανιστόριτοι και αμόρφωτοι. Δεν σέβονται καθόλου την ιστορία και τα πρόσωπα σε αυτήν», ανέφερε για το περιστατικό ο Νίκος Κοτζιάς.
Υπενθυμίζεται ότι το πρωί της Τετάρτης θα πήγαινε στο Πολυτεχνείο, επικεφαλής της αντιπροσωπείας του ΣΥΡΙΖΑ ο Αλέξης Τσίπρας για να καταθέσει στεφάνι, αλλά λόγω της έντασης που είχε προηγηθεί με επιθέσεις σε βάρος της αντιπροσωπείας της ΝΔ (Θεοχάρης, Αθανασίου) επέλεξε να μην πάει.