Κατά τη διάρκεια της χθεσινής συνεδρίασης της Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου, όπου παρουσιάστηκαν δύο πολύ σημαντικές εκθέσεις αυτή της Ernst & Young αλλά και του Γεωπονικού Πανεπιστημίου για το αγροδιατροφικό ζήτημα και την αντιμετώπιση αυτού, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος Ν.Δ. Χρήστος Μπουκώρος με την εφ’ όλης της ύλης και εμπεριστατωμένη τοποθέτησή του απέσπασε θετικά σχόλια τόσο από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης όσο και από τους παριστάμενους βουλευτές.
Συγκεκριμένα, ο βουλευτής Μαγνησίας, αναφερόμενος στα οξυμένα προβλήματα βιωσιμότητας του κλάδου της κτηνοτροφία, επεσήμανε τα εξής: «Για τα ζητήματα της κτηνοτροφίας, κύριε Υπουργέ, αυτοί που είναι κυριολεκτικά «επί ξύλου κρεμάμενοι» φέτος είναι οι κτηνοτρόφοι και θα ήθελα να σας προτείνω να πάρετε κάποια στοιχεία από τα μεγάλα σφαγεία της χώρας όπως την Πάτρα, τη Λαμία, το Βόλο, τη Λάρισα, τη Βέροια και να δούμε πως διαμορφώνεται το πρώτο εξάμηνο του 2022. Ισχύει αυτό που λένε οι εκπρόσωποι των κτηνοτρόφων; Έχουμε υπέρμετρη σφαγή κοπαδιών ή όχι; Προκειμένου να δούμε αν χάνουμε όντως ζωικό κεφάλαιο, το οποίο δύσκολα θα μπορέσει να αντικατασταθεί.
Σε κάθε περίπτωση καλές είναι οι ποιοτικές πολιτικές της κυβέρνησης και όλοι τις επικροτούμε, όπως και τα 171 εκατομμύρια, που αυξήθηκε ο προϋπολογισμός για τη βιολογική κτηνοτροφία και όλα τα μέτρα που λαμβάνετε είναι στη σωστή κατεύθυνση, αλλά πολύ φοβάμαι κύριε Υπουργέ, ότι πριν τον Σεπτέμβριο – ξέρω ότι και αυτό το έχετε στο μυαλό σας- θα πρέπει να μας απασχολήσει οπωσδήποτε το πακέτο ενίσχυσης των Ελλήνων κτηνοτρόφων αποκλειστικά για ζωοτροφές, οι τιμές των οποίων είναι τριπλάσιες σε σχέση με πέρυσι. Αυτό το θέτω ως αίτημα στον δημόσιο διάλογο καθώς γνωρίζω ότι απασχολεί και τον Πρωθυπουργό, απασχολεί και εσάς, όμως είναι περισσότερο από αναγκαίο αυτή την ώρα».
Στη συνέχεια ο βουλευτής Μαγνησίας επεσήμανε με τρόπο σαφή τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο πρωτογενής τομέας, ενώ διατύπωσε προτάσεις και καινοτόμες ιδέες, μέτρα που μπορούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της παραγωγής, την τόνωση της οικονομίας και ουσιαστική επίλυση του επισιτιστικού ζητήματος, τονίζοντας μεταξύ άλλων τα εξής: «Νομίζω ότι τα δομικά προβλήματα του πρωτογενούς τομέα ουδέποτε έχουν αντιμετωπιστεί. Γίνονται όμως ορισμένες προσπάθειες. Ποια είναι κατά την άποψή μου; Είναι ο υψηλός ηλικιακός μέσος όρος των παραγωγών μας, αγροτών και κτηνοτρόφων. Γίνεται βέβαια μια προσπάθεια με το Πρόγραμμα Νέων Αγροτών, που η σημερινή κυβέρνηση αύξησε τα κονδύλια κατά πολύ. Δεν μπορούν αγρότες και κτηνοτρόφοι ηλικίας 60 και 65 χρόνων να αφομοιώσουν νέες καινοτομίες, δεν έχουν το κουράγιο να αντιμετωπίσουν χρέη και ζητήματα που δημιουργήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια.
Θα πρότεινα, κ. Υπουργέ, στο Πρόγραμμα Νέων Αγροτών, που παρά το γεγονός ότι αυξήσαμε πάρα πολύ τον προϋπολογισμό, να δούμε το ενδεχόμενο να ενταχθούν όλοι οι υποψήφιοι νέοι αγρότες που είχαν άρτιο φάκελο. Διότι μια διαγωνιστική διαδικασία τροποποιεί τα πράγματα. Για παράδειγμα, δεν ευνοήθηκαν οι ορεινοί νέοι αγρότες σε αυτή τη φάση του Προγράμματος, διότι δεν είχαν τα στρέμματα που θα τους έδιναν τα απαραίτητα μόρια. Το ζήτημα αυτό πρέπει να το εξετάσουμε προσεχτικά και να εντάξουμε όλα αυτά τα νέα παιδιά στο Πρόγραμμα.
Γιατί δεν διπλασιάσαμε μόνο τον προϋπολογισμό, διπλασιάσαμε και τις απολαβές τους. Δεν μπορεί να γίνει κανείς νέος αγρότης ή νέος κτηνοτρόφος με τις 19.000 ευρώ που έδινε το προηγούμενο πρόγραμμα. Θα αναρωτηθεί κανείς τώρα με 42.000 ευρώ που δυνητικά δίνει το νέο πρόγραμμα μπορεί να γίνει αγρότης; Όχι, όμως μπορεί να είναι το εφαλτήριο, σε συνδυασμό με άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία και κυρίως με τη βελτίωση του συνόλου των εργασιών, να κάνει ένα ξεκίνημα.
Επίσης, το ζήτημα του νερού πλήττει τη χώρα μας. Η χώρα μας είναι η 26η κατά σειρά που πλήττεται από λειψυδρία. Ξεκινάει τώρα ένα σημαντικό πρόγραμμα και με το Ταμείο Ανασυγκρότησης Ελλάδα 2.0, αλλά και με προγράμματα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης για μικρά και μεγαλύτερα αρδευτικά έργα. Αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σε αυτή τη χώρα εκμεταλλευόμαστε ότι μόνο το 7% των επιφανειακών υδάτων, τα υπόλοιπα καταλήγουν ανεκμετάλλευτα στη θάλασσα. Η εξόρυξη νερού, η γεώτρηση για την άρδευση είναι αντί περιβαλλοντική, είναι αντί οικονομική σήμερα με το κόστος του ρεύματος, διαβρώνει τα εδάφη, προωθεί την υφαλμήρωση των εδαφών και εν τέλει ιδιαίτερα στη Θεσσαλία απ’ όπου προέρχομαι, αν δεν αναστραφεί αυτή η κατάσταση θα πάμε σε ερημοποίηση και εδώ βάζω τον αστερίσκο για την μερική εκτροπή του άνω ρου του Αχελώου. Είναι έργα που έχουν γίνει, είμαστε πολύ μικρή χώρα για να διχαζόμαστε σε ανατολικούς και δυτικούς. Πρέπει να κοιτάμε το εθνικό συμφέρον. Μιλάμε για μερική μεταφορά του άνω ρου του Αχελώου, δεν μιλάμε για καμία εκτροπή του Αχελώου, αυτό είναι ένα μύθευμα.
Από εκεί και πέρα η επάρκεια των γαιών, οι δασικοί χάρτες, με το νομοθετικό πλαίσιο που έκανε η κυβέρνηση και το οποίο συνεχίζει να εξελίσσει αποδεικνύει την προσπάθεια της κυβέρνησης. Υπάρχουν όμως εκατομμύρια στρέμματα ανεκμετάλλευτης γης, περισσότερα ιδιοκτησίας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, τα οποία καθίστανται μη εκμεταλλεύσιμα εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν έχουν χαρτογραφηθεί ενώ για τα περισσότερα από αυτά δεν υπάρχουν ούτε καν τοπογραφικά. Είναι δυνατόν να λέμε ότι η χώρα μαστίζεται από τον μικρό κλήρο και να μην αξιοποιούμε όλες τις δημόσιες γαίες ή να αναζητούμε αφορμές διάφορες πολιτικές δυνάμεις και διάφορα όργανα της πολιτείας να περιορίσουμε την καλλιεργήσιμη γη; Πρέπει να υπάρχει εθνική πολιτική επαύξησης της καλλιεργήσιμης γης.
Μιλάμε για την πιο αραιοκατοικημένη χώρα της Ευρώπης, 56 άνθρωποι ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο ζουν σε αυτή τη χώρα. Στις κάτω χώρες ζουν 450 άνθρωποι ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο και η Ολλανδία με έκταση ίση της Πελοποννήσου, παίρνοντας 0,6 εκατομμύρια επιδοτήσεις συμμετέχει με 6,4% στο ΑΕΠ της χώρας με την πρωτογενή παραγωγή. Η Ελλάδα με 2 δισεκατομμύρια συμμετέχει με 3,4% στο ΑΕΠ. Δηλαδή μας χωρίζει άβυσσος και εμείς προσπαθούμε να μειώσουμε τις καλλιεργήσιμες γαίες;
Τέλος, θα μπορούσα να μιλάω και για πολλές άλλες καινοτομίες παραγωγής, όπως την παραγωγή πρωτεϊνών που έχει ξεκινήσει η Γαλλία, την οποία ξεκινάει και η Βουλγαρία, η οποία στήνει το business plan της παραγωγής, με τις οικονομοτεχνικές μελέτες να δείχνουν ως πελάτες της τα ιχθυοτροφεία της Ελλάδος. Πρόκειται για μια παραγωγή που θα έπρεπε να την έχουμε εξελίξει εμείς και να εξάγουμε σε όλο τον κόσμο. Αντιθέτως, εμείς ακόμα δεν έχουμε τους ΚΑΔ για να παράξουμε πρωτεΐνη τη στιγμή που έχουμε το επιστημονικό δυναμικό στο Τμήμα Υδάτινου Περιβάλλοντος του Πανεπιστήμιου».