Τη σημαντική προσπάθεια της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας και του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για την υποβοήθηση της αύξησης της αγροτικής παραγωγής, τη διασφάλιση των αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, καθώς και την είσπραξη της υπεραξίας τους, εξήρε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος και βουλευτής Μαγνησίας Ν.Δ. Χρήστος Μπουκώρος, κατά τη χθεσινή συζήτηση επί του νομοσχεδίου του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στην Ολομέλεια της Βουλής.
Ο βουλευτής Μαγνησίας, ο οποίος στην αρχή της τοποθέτησής του επεσήμανε τα διαχρονικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα μας αναφορικά με το ζήτημα της διατροφικής επάρκεια του ελληνικού λαού και της ενίσχυσης της οικονομίας μέσω των αγροτικών εξαγωγών, τόνισε ότι με τις συντονισμένες προσπάθειες της κυβέρνησης και της ηγεσίας του Υπουργείου Αγροτική Ανάπτυξης και Τροφίμων, επιτέλους η χώρα μας παρουσιάζει θετικό εμπορικό αγροτικό ισοζύγιο.
Συγκεκριμένα, ο Χρήστος Μπουκώρος τόνισε τα εξής: «Κατά την άποψή μου, τα σημαντικά ζητήματα του αγροτικού τομέα είναι ο υψηλός μέσος όρος ηλικίας του αγροτικού πληθυσμού, η επάρκεια νερού, η αναγκαία αύξηση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων- δεδομένου ότι υπάρχει πολύ μικρός αγροτικός κλήρος στη χώρα μας που δεν υπερβαίνει τα σαράντα στρέμματα και δεν συγκρίνεται με άλλες ευρωπαϊκές χώρες- το κόστος παραγωγής, ιδιαίτερα για τις ορεινές, μειονεκτικές και νησιωτικές περιοχές, η πρόσβαση του παραγωγού στη χρηματοδότηση, η διασφάλιση των πληρωμών και η εξασφάλιση των τιμών των προϊόντων του.
Επίσης, θα έλεγα ότι ένα κορυφαίο ζήτημα στην κατεύθυνση που θέλουμε να δώσουμε στην αγροτική οικονομία είναι και η συμπλήρωση της αλυσίδας της αξίας των αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων της χώρας μας, που απέδειξαν το τελευταίο διάστημα ότι έχουν τεράστιες δυνατότητες. Η συμπλήρωση της αλυσίδας αξίας ξεκινάει πολύ πριν την παραγωγή με την κατάρτιση των παραγωγών μας, με τις βέλτιστες πρακτικές παραγωγής, με την πιστοποίηση, μεταποίηση, των «branding» των αγροτικών προϊόντων και τη διάθεση στις εφοδιαστικές αλυσίδες και στα εμπορικά δίκτυα εμπορίας αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων».
Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης αγγίζει όλα αυτά τα κεφαλαιώδη ζητήματα του αγροτικού τομέα και πιο αναλυτικά ως εξής:
- Αναφορικά με τον υψηλό μέσο όρο ηλικίας του αγροτικού πληθυσμού: Στο πλαίσιο του νομοσχεδίου, ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Σπήλιος Λιβανός ανακοίνωσε την υπερενίσχυση του προγράμματος νέων αγροτών. Το ζήτημα του μέσου όρου ηλικίας των αγροτών αντιμετωπίζεται και με το Ταμείο Ανάκαμψης για την κατάρτιση και την εκπαίδευση, ώστε στελέχη καταρτισμένα να μπουν στον χώρο της αγροτικής παραγωγής.
- Χρηματοδοτικά εργαλεία: Υπάρχει πρόβλεψη για 25.000 ευρώ χωρίς ασφαλιστική ενημερότητα. Υπάρχει επίσης το Ταμείο Ανάκαμψης, καθώς και η απόφαση της κυβέρνησης να εντάξει τις αγροτικές επενδύσεις κάτω των 500.000 ευρώ στα προγράμματα ΕΣΠΑ, διασφαλίζοντας πολλαπλές πηγές χρηματοδότησης.
- Επάρκεια νερού: Ο κ. Λίβανος ανακοίνωσε ότι 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ από το Ταμείο Ανασυγκρότησης, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, θα προωθηθεί σε αρδευτικά έργα. Ο κ. Οικονόμου συμπλήρωσε ότι αυτά τα αρδευτικά έργα θα είναι πλέον ολοκληρωμένα, διότι υπάρχουν έργα ημιτελή στην Ελλάδα, με μεγαλύτερο τον Αχελώο. Υπάρχουν και μικρότερα αρδευτικά έργα, στα οποία κατασκευάστηκε το κυρίως αρδευτικό έργο, η λιμνοδεξαμενή και δεν είχαν προβλεφθεί κονδύλια για τους αγωγούς διοχέτευσης των υδάτων στις καλλιεργήσιμες εκτάσεις.
- Αύξηση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων: Η αύξηση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων προβλέπεται μέσω της βελτίωσης της ηλεκτρονικής παραχώρησης των εκτάσεων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης.
Σε αυτό το σημείο, ο βουλευτής Μαγνησίας επεσήμανε ότι «υπάρχουν πάρα πολλές εκτάσεις ιδιοκτησίας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, αλλά και του ελληνικού Δημοσίου, που δεν αξιοποιούνται γιατί δεν διαθέτουμε ούτε καν τοπογραφικά διαγράμματα γι’ αυτές τις εκτάσεις. Αν, λοιπόν, ο κ. Λιβανός και η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης κατορθώσουν να καταγράψουν και να νοικοκυρέψουν όλες αυτές τις εκτάσεις, δεν θα έχουν προσφέρει μόνο στον αγροτικό πληθυσμό, αλλά και στην εθνική οικονομία της χώρας δια της αυξήσεως της παραγωγικότητας».
- Κόστος παραγωγής ιδιαίτερα για ορεινές και μειονεκτικές νησιωτικές περιοχές: Προϊόντα που παρήχθησαν και επλήγη η εμπορία τους από τον κορωνοϊό χρηματοδοτήθηκαν φέτος με 500 εκατομμύρια ευρώ. Δηλαδή αύξηση κατά 25% της ενιαίας ενίσχυσης. Συγκεκριμένα, αύξηση στα 2,1 δισεκατομμύρια ευρώ που λαμβάνει η χώρα ως άμεση ενίσχυση ετησίως.
«Διότι, για να μην τα θεωρήσει de minimis η Ευρωπαϊκή Ένωση, θέλει επαρκή αξιολόγηση και τεκμηρίωση για τους λόγους που χρηματοδοτείται αυτό το προϊόν. Δεν αρκεί ούτε ο λόγος που έπεσε η τιμή, ούτε γιατί περιορίστηκε η παραγωγή, ούτε γιατί μειώθηκε ο τζίρος. Πρέπει να αποδείξει η ηγεσία ότι, πράγματι, η αιτία της μείωσης του εισοδήματος του παραγωγού του συγκεκριμένου προϊόντος είναι η πανδημία και ο κορωνοϊός. Κάνει σπουδαία δουλειά σε αυτό και η προηγούμενη ηγεσία του κ. Βορίδη και η σημερινή του κ. Λιβανού, καθώς έχουν εγκριθεί όλες οι προτάσεις του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης» τόνισε χαρακτηριστικά ο Χρήστος Μπουκώρος.
- Διασφάλιση πληρωμών και εξασφαλίσεων τιμών: Αυτό θίγει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, ιδιαίτερα για τα ευαλλοίωτα προϊόντα που, «αδυνατίζουν» ακόμα περισσότερο τη διαπραγματευτική ικανότητα του παραγωγού, διότι αν δεν τα διαθέσει εγκαίρως, κινδυνεύει με πολύ μεγάλη ζημιά. Έρχεται, λοιπόν, να ενσωματωθεί κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτή η οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Πραγματικά, ο υπουργός και η κυβέρνηση ακούνε και για αυτό μειώνουν το όριο, περιλαμβάνοντας όλες τις επιχειρήσεις άνω των 500.000 ευρώ που εμπορεύονται αγροτοκτηνοτροφικά προϊόντα. Ουσιαστικά, αυτό καλύπτει όλες τις επιχειρήσεις. Δεν νοείται να κάνεις εμπόριο αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων και να έχεις τζίρο κάτω των 500.000 ευρώ. Υπ’ αυτήν την έννοια, ας προσέξει και ο παραγωγός πού δίνει τα προϊόντα του. Αν τα δίνει σε αεριτζήδες με κύκλο εργασιών 5.000, 10.000, 20.000, 50.000 ευρώ κινδυνεύει και το προϊόν του. Με τη μείωση του πλαφόν στις 500.000 ευρώ, διασφαλίζεται ότι όλη η παραγωγή θα πληρώνεται σε τριάντα ημέρες, ότι δεν θα υπάρχουν αθέμιτες και εκβιαστικές πρακτικές.
Είναι η μόνη πολιτική της κυβέρνησης που διασφαλίζει τη διάθεση των ελληνικών προϊόντων και τις τιμές αυτές; Όχι. Ξεχνάμε τον νόμο για την καταπολέμηση του μιμητισμού, για τις λεγόμενες ελληνοποιήσεις; Κάθε Πάσχα έγραφαν πηχυαίους τίτλους οι ελληνικές εφημερίδες «ελληνοποιημένα αμνοερίφια», «ελληνοποιημένη φέτα» κ.λπ. Αντιθέτως, οι εφημερίδες με την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και με τις ηγεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης γράφουν για τις συλλήψεις των επιτήδειων για παράνομη ελληνοποίηση γάλακτος, για παράνομη παραγωγή φέτας με πρακτικές που πλήττουν το εισόδημα, αλλά κυρίως τη φήμη του προϊόντος. Επίσης, η σημερινή κυβέρνηση νομοθέτησε για πρώτη φορά το Μητρώο Μελισσοπαραγωγών, διότι το μέλι είναι ηγετικό προϊόν, όπως το λάδι και τα κτηνοτροφικά προϊόντα.
Μετά από τριάντα έξι χρόνια, επιτέλους, το εμπορικό αγροτικό ισοζύγιο παρουσιάζει πλεόνασμα πλέον. Μετά από τριάντα έξι χρόνια έχουμε θετικό εμπορικό αγροτικό ισοζύγιο!
Ξέρετε τι σημαίνει αυτό; Δεν σημαίνει μόνο ότι είμαστε κοντά και μπορούμε να πετύχουμε τη διατροφική επάρκεια. Οι εισαγωγές αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων τις προηγούμενες δεκαετίες τροφοδότησαν το έλλειμμα του ισοζυγίου εμπορικών συναλλαγών, με αποτέλεσμα να πάμε στα ελλείμματα, στις δανειοδοτήσεις και στην υπερχρέωση της χώρας. Εκτός από τα υπόλοιπα βιομηχανικά προϊόντα, είχαμε φτάσει λίγο πριν τα μνημόνια να εισάγουμε 6 δισεκατομμύρια ετησίως αγροτοκτηνοτροφικά προϊόντα.
Με τη σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και με τη σημερινή κυβέρνηση για πρώτη φορά, μετά από τριάντα έξι χρόνια, το εμπορικό αγροτικό ισοζύγιο είναι θετικό. Αυτό είναι πολύ σπουδαίο γιατί αυτός είναι ο ρόλος που πρέπει να υπηρετήσει ο αγροτικός τομέας.
Βεβαίως, μπορείτε να θεωρείτε ελάχιστο το 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ, αλλά δεν υπολογίζουμε τους πόρους της ΚΑΠ, δεν υπολογίζουμε τους πόρους του ΕΣΠΑ, δεν υπολογίζουμε τις έκτακτες ενισχύσεις.
Πολλά χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης αλλά και το ΕΣΠΑ θα πάνε στον μεταποιητικό τομέα. Είναι ο κρίσιμος τομέας, ο οποίος βοηθάει για να συμπληρωθεί αυτή η αλυσίδα αξίας και να εισπράξουμε την υπεραξία των αγροτικών και κτηνοτροφικών μας προϊόντων. Διότι μέχρι και σήμερα που κάνουμε αυτά τα βήματα, η υπεραξία που εισπράττει ο Έλληνας παραγωγός για το παραγόμενο προϊόν, εφόσον πολλά από αυτά τα προϊόντα πωλούνται ακόμα χύμα, είναι πολύ μικρότερη από την υπεραξία που εισπράττει για το προϊόν του ο βορειοευρωπαίος αγρότης. Έχουμε μια διαφορά, μια τάξη μεγέθους γύρω στο 20%. Είναι 37%-50% η υπεραξία των αγροτικών προϊόντων. Όλα αυτά είναι πολλά δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Όχι διαχρονικά.
Ως εκ τούτου, όσα συμπεριλαμβάνονται σε ένα τόσο φαινομενικά απλό νομοσχέδιο, αγγίζουν όλο το φάσμα της αγροτικής παραγωγής».
Μεταξύ άλλων, ο βουλευτής Μαγνησίας έδραξε της ευκαιρίας και αναφέρθηκε στο επικείμενο νομοσχέδιο του Υπουργείου Ανάπτυξης, το οποίο θα αφορά και τους παραγωγούς των λαϊκών αγορών και το οποίο όπως τόνισε δεν έχει τεθεί ακόμη για διαβούλευση, οπότε όσα «ακούγονται είναι δημοσιογραφικές πληροφορίες ή εκτιμήσεις των εμπλεκόμενων φορέων».
Συγκεκριμένα, ο Χρήστος Μπουκώρος ζήτησε να διασφαλιστεί ο ιστορικός ρόλος – από τα χρόνια του Μεσαίωνα ακόμη- των παραγωγών στις λαϊκές αγορές. «Ο κύριος στόχος των λαϊκών αγορών είναι να τροφοδοτεί κυρίως τη λαϊκή οικογένεια με οικονομικότερα αγροτικά προϊόντα. Αυτός ο ρόλος δεν πρέπει να θιγεί σε καμία περίπτωση. Άλλωστε, οι αλυσίδες τροφίμων πήγαν καλά μέσα στην πανδημία. Ουσιαστικά, η πανδημία δούλεψε για αυτές.
Πρέπει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης σε συνεργασία με το Υπουργείο Ανάπτυξης να ελέγξει, αν ισχύουν σε όλη την επικράτεια οι ίδιες προϋποθέσεις. Δηλαδή, ο πωλητής στην λαϊκή αγορά της Αττικής ενδεχομένως να μην ενδιαφέρεται για την παραγωγή και να θέλει να είναι καθαρά επαγγελματίας που εμπορεύεται αγροτικά προϊόντα. Ο πωλητής στη λαϊκή αγορά, όμως, της περιφέρειας είναι βέβαιο ότι είναι και παραγωγός. Πρέπει αυτή τη σχέση να την διαφυλάξουμε. Καλό λοιπόν θα ήταν πρώτα να δούμε το περιεχόμενο του νομοσχεδίου και μετά να το σχολιάσουμε και στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, να το βελτιώσουμε» κατέληξε, ολοκληρώνοντας την ομιλία του.