Το όραμά του για την Ελλάδα του 2030 προτίθεται να παρουσιάσει ο επανεκλεγείς πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τις προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησής του, τις οποίες θα αναγνώσει την προσεχή Πέμπτη ενώπιον της εθνικής αντιπροσωπείας που ανεδείχθη από τις κάλπες της 25ης Ιουνίου.
Στο ξεκίνημα της νέας θητείας του στο Μέγαρο Μαξίμου ο κ. Μητσοτάκης επιθυμεί, σύμφωνα με στενούς του συνεργάτες, να δώσει εμβληματικό χαρακτήρα στην ομιλία που θα εκφωνήσει στη Βουλή, υπογραμμίζοντας την ιστορική διάσταση που έχει η νέα ισχυρή εντολή που έλαβε από τους πολίτες.
Επιδίωξή του, όπως μεταδίδουν στελέχη από το επιτελείο του, είναι να εκφράσει το πλειοψηφικό ρεύμα της ελληνικής κοινωνίας που ξεκινά από την παραδοσιακή Δεξιά, διαπερνά το Κέντρο και εκτείνεται έως τις παρυφές της Αριστεράς, ένα ρεύμα που συσπειρώθηκε γύρω από τον κ. Μητσοτάκη και έδωσε τη νέα μεγάλη νίκη στην κυβερνητική παράταξη και τη θηριώδη απόσταση των 23 εκατοστιαίων μονάδων που τη χώρισαν από το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης.
Επισημαίνοντας και τις έρευνες στην ανατομία της ψήφου της περασμένης Κυριακής, που έδειξαν ότι η πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση ήταν «μία από τις σπάνιες περιπτώσεις όπου οι πολίτες ψήφισαν θετικά για να σχηματιστεί μια αποτελεσματική κυβέρνηση», αξιωματούχοι του Μεγάρου Μαξίμου υπογραμμίζουν «την ωριμότητα και την ετοιμότητα της κοινωνίας να ενστερνιστεί τις μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα».
Σε αυτό το πλαίσιο, ο πρωθυπουργός θα περιγράψει στη Βουλή την Ελλάδα της επόμενης οκταετίας, όπως την οραματίζεται μετά τις τομές που θα γίνουν στη διάρκεια της νέας τετραετίας, η οποία σε τυπικό επίπεδο ξεκινά από το προσεχές Σάββατο, όπου η δεύτερη κυβέρνηση Μητσοτάκη θα λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τους 158 βουλευτές που εξελέγησαν με τη σημαία της Νέας Δημοκρατίας.
Μεγάλες αλλαγές
Αποκορύφωμα των μεγάλων μεταρρυθμιστικών πρωτοβουλιών που, σύμφωνα με πληροφορίες, προτίθεται να θέσει σε τροχιά η κυβέρνηση αναμένεται να είναι η συνταγματική αναθεώρηση, η οποία θα ξεκινήσει από την παρούσα Βουλή και θα ολοκληρωθεί από την επομένη, καθώς επίσης και οι αλλαγές στο εκλογικό σύστημα, που θα δρομολογηθούν επίσης στην τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο, «με στόχο στη διάρκεια της επόμενης ή ίσως και της μεθεπόμενης τετραετίας να περιοριστούν οι πιθανότητες διεκδίκησης βουλευτικών εδρών από κάθε λογής πολιτικά παρατράγουδα».
Παρόλο που τυπικά η αναθεώρηση του Συντάγματος θα ξεκινήσει μετά τον Νοέμβριο του επόμενου χρόνου, οπότε συμπληρώνεται η απαιτούμενη πενταετία που είναι αναγκαίο να μεσολαβήσει από την προηγούμενη αναθεώρηση, η οποία ολοκληρώθηκε το 2019, όπως πληροφορείται το «ΘΕΜΑ», ο πρωθυπουργός σχεδιάζει να ανοίξει από τώρα τις διαδικασίες αναθέτοντας την προετοιμασία του εγχειρήματος σε δύο πρόσωπα με μεγάλη νομική εμπειρία.
Πρόκειται για τον επίτιμο πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, πρώην πρωθυπουργό και μέχρι πρότινος αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Παναγιώτη Πικραμμένο, καθώς και τον γνωστό ομότιμο καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου Φίλιππο Σπυρόπουλο, ο οποίος, μεταξύ πολλών άλλων, υπήρξε υπουργός Δικαιοσύνης στην πρόσφατη υπηρεσιακή κυβέρνηση. Οι δυο τους θα αναλάβουν την αρχική επεξεργασία των προτάσεων που θα υποβληθούν εκ μέρους της κυβερνητικής παράταξης, καθώς βούληση του πρωθυπουργού είναι να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή συναίνεση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, άρα και της κοινωνίας.
Η διάθεση, εξάλλου, που εξέφρασε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης για συμφωνία στην αλλαγή του άρθρου 16 για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων δημιουργεί αισιοδοξία ότι μπορεί να βρεθεί κοινός τόπος για να προχωρήσουν και άλλες αλλαγές. Η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ διαθέτουν αθροιστικά στη Βουλή 190 βουλευτές, αριθμός που διευκολύνει την επίτευξη της αυξημένης πλειοψηφίας των 3/5 (180 ψήφοι) για να προχωρήσει απρόσκοπτα η αναθεωρητική διαδικασία, η οποία, σε κάθε περίπτωση, θα ολοκληρωθεί από την επόμενη Βουλή.
Λίστα και κατώφλι 5%
Στις προθέσεις του πρωθυπουργού είναι να προωθηθούν με την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συναίνεση οι αλλαγές του εκλογικού συστήματος με το οποίο θα γίνουν οι προσεχείς ευρωεκλογές, που είναι προγραμματισμένες για τη δεύτερη Κυριακή του ερχόμενου Ιουνίου (για την ακρίβεια, στις 9/6/2024).
Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, ο κ. Μητσοτάκης σχεδιάζει να προχωρήσει μέχρι το τέλος του χρόνου σε δύο μείζονες αλλαγές στον τρόπο εκλογής των ευρωβουλευτών. Ειδικότερα, η κυβέρνηση θα αναλάβει νομοθετική πρωτοβουλία έτσι ώστε:
-Πρώτον, να καταργηθεί ο σταυρός προτίμησης που ίσχυσε στις δύο τελευταίες ευρωεκλογές (του 2014 και του 2019) και είχε ως αποτέλεσμα να πλασαριστούν στις εκλόγιμες θέσεις πρόσωπα από τον καλλιτεχνικό χώρο που είχαν ως βασικότερο προσόν την αναγνωρισιμότητα, η οποία, όπως αποδείχθηκε, τους έδινε προβάδισμα έναντι συνυποψηφίων τους που ήταν στα ίδια ψηφοδέλτια και είχαν καταφανώς μεγαλύτερη σχέση με το αντικείμενο της δουλειάς του ευρωβουλευτή. Η πεποίθηση που επικρατεί στο Μέγαρο Μαξίμου είναι ότι η επαναφορά της λίστας που ίσχυε από το 1981 έως και το 2009 θα συμβάλει στην εξυγίανση της πολιτικής ζωής.
-Δεύτερον, να αυξηθεί στο 5% το όριο για την εκλογή ευρωβουλευτή από τα κόμματα που μετέχουν στην εκλογική διαδικασία, με στόχο να περιοριστεί ο αριθμός των κομματικών σχηματισμών και να αποφευχθεί τυχόν αντίστοιχος κατακερματισμός όπως αυτός που προέκυψε στις πρόσφατες βουλευτικές κάλπες και είχε ως αποτέλεσμα να λάβουν το εισιτήριο για τη νέα κοινοβουλευτική σύνθεση συνολικά οκτώ κόμματα. Στην κυβέρνηση εκτιμούν ότι δεν εξυπηρετούνται ο πολιτικός πλουραλισμός και η πολυφωνία επειδή έγιναν βουλευτές πρόσωπα που κατέλαβαν έδρανα εξαιτίας περισσότερο της τύχης παρά διότι είχαν κάποιον διακριτό ρόλο στις τοπικές κοινωνίες τις οποίες θα κληθούν να εκπροσωπήσουν την επόμενη τετραετία.
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρεται η περίπτωση ορισμένων κομμάτων που θα εκπροσωπηθούν στη νέα Βουλή, η οποία ορκίζεται αύριο, και είχαν ελλιπή στελέχωση των ψηφοδελτίων τους. Με αποτέλεσμα, εφόσον για κάποιον λόγο ένας από τους εκλεγμένους βουλευτές παραιτηθεί ή εκπέσει του αξιώματός του, να μην υπάρχει κανείς επιλαχών που να πάρει τη θέση του και έτσι για την πλήρωση της κενής έδρας θα χρειαστεί να γίνουν αναπληρωματικές εκλογές.
Συγκεκριμένα, το μόρφωμα Σπαρτιάτες, που κατέβηκε την τελευταία στιγμή για να υποκαταστήσει τους υπόλοιπους σχηματισμούς που ήλεγχε ο έγκλειστος στις φυλακές Ηλίας Κασιδιάρης, δεν είχε καν ψηφοδέλτιο Επικρατείας και στις περισσότερες περιφέρειες είχε στους συνδυασμούς του έναν και μόνο υποψήφιο. Ετσι σε οποιαδήποτε από τις 12 έδρες που κατέλαβε, αν παραιτηθεί οποιοσδήποτε από τους εκλεγέντες, θα γίνει επαναληπτική εκλογή, στην οποία, πάντως, θα μπορούν να λάβουν μέρος όλα τα κόμματα.
Προκειμένου να αποφευχθούν λοιπόν τέτοια φαινόμενα στο μέλλον, στην κυβέρνηση υπάρχουν σκέψεις να προβλεφθεί ένας ελάχιστος αριθμός υποψηφίων που μπορεί να έχει στα ψηφοδέλτιά του κάποιο κόμμα για να ανακηρύσσεται και να παίρνει μέρος στις εκλογές. Προς την ίδια κατεύθυνση, το όριο του 5% για την κατάληψη εδρών στη Ευρωβουλή θα επεκταθεί και στη Βουλή.
Για να ισχύσουν, όμως, οι αλλαγές αυτές στις επόμενες εκλογές, στο Σύνταγμα προβλέπεται ότι η σχετική νομοθετική πρωτοβουλία απαιτείται να υπερψηφιστεί από 200 βουλευτές. Στην αντίθετη περίπτωση, η εφαρμογή τους θα μετατεθεί για τη μεθεπόμενη εκλογική αναμέτρηση, κάτι που προβάλλει ως πιθανότερο, αφού στη νέα Βουλή δύσκολα θα συγκεντρωθεί η αυξημένη πλειοψηφία.