Ως ένα πρόσωπο με «εμμονή» και «σταθερή εγκληματική ροπή στην τέλεση εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας», χαρακτηρίζει τον Δημήτρη Λιγνάδη η 19η τακτική ανακρίτρια, η οποία τα ξημερώματα της περασμένης Παρασκευής τον προφυλάκισε έχοντας και τη σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα. Στον αντίποδα, ο κατηγορούμενος προσπάθησε στην απολογία του να αντικρούσει το βαρύ κακούργημα του βιασμού κατά συρροή, το οποίο αντιμετωπίζει. Μίλησε για «κίβδηλες» καταγγελίες εναντίον του, για «κακώδη συμπλεγματισμό» ενός εκ των μαρτύρων που τον «έκαψε» με την κατάθεσή του, αλλά και για ζηλοφθονία συναδέλφων του προς το πρόσωπό του.
Κανένας, όμως, από αυτούς τους υπερασπιστικούς ισχυρισμούς που πρόβαλε ο σκηνοθέτης δεν έγινε δεκτός, όπως επίσης δεκτά δεν έγιναν, όπως φάνηκε εκ του αποτελέσματος, ούτε τα άλλοθι που παρουσίασε. Σύμφωνα με όσα υποστήριξε, κατά τις επίμαχες ημερομηνίες που φέρονται να τελέστηκαν οι δύο πράξεις του βιασμού, ο ίδιος δεν βρισκόταν στα μέρη που όσοι τον κατήγγειλαν αναφέρουν.
Η ανακρίτρια, συνεκτιμώντας τα στοιχεία της δικογραφίας, στο ένταλμα που εξέδωσε για την προφυλάκιση του Δημήτρη Λιγνάδη, σκιαγραφεί το προφίλ του ηθοποιού, κόντρα σε κάθε ισχυρισμό του ότι δεν τέλεσε κανένα βιασμό και ότι απλά ο ίδιος είναι ένας «αμφιφυλόφιλος που στη ζωή μου είχα πολλές σχέσεις και με το ένα και με το άλλο φύλο» -όχι όμως με ανηλίκους.
Η δικαστική λειτουργός στο πρόσωπο του Δημήτρη Λιγνάδη είδε ένα άτομο το οποίο τελούσε έκνομες πράξεις «με συγκεκριμένη μεθοδολογία», προσέγγιζε συστηματικά τα θύματά του εκμεταλλευόμενος «τη δική του κοινωνική αναγνώριση και επαγγελματική καταξίωση», αλλά και «την επιθυμία των παθόντων για κοινωνική αναβάθμιση και ενασχόληση με τον χώρο του θεάματος». Φρόντιζε, δε, όπως αναφέρεται στο ένταλμα, να οδηγεί τα θύματα σε κατάσταση αναισθησίας ή ανικανότητας για αντίσταση. «Αν ο κατηγορούμενος αφεθεί ελεύθερος»
, αναφέρει η ανακρίτρια, «είναι πολύ πιθανό να διαπράξει και άλλες αξιόποινες πράξεις, σε κάθε δε περίπτωση, ομοειδείς με την κακουργηματική πράξη του βιασμού κατά συρροή».
Επιπρόσθετα, η ανακρίτρια κάνει ιδιαίτερη μνεία σε στοιχεία που «προκύπτουν εναργώς από τη συνδυαστική και συνολική εκτίμηση του συλλεγέντος υλικού, το οποίο δεν κλονίζεται από την απολογία και τα εισφερθέντα αποδεικτικά στοιχεία εκ μέρους του κατηγορουμένου». Κάνει επίσης λόγο για «αδιάλειπτη επιθυμία του για ικανοποίηση, της γενετήσιας ορμής του με ανήλικα, κυρίως άρρενα, άτομα, αδιαφορώντας για το ενδεχόμενο προσβολής της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς τους και της γενετήσιας ελευθερίας τους». Για τους λόγους αυτούς, εξάλλου, η ανακρίτρια αρνήθηκε να «περάσει» βραχιολάκι ηλεκτρονικής επιτήρησης στον Δημήτρη Λιγνάδη, θέτοντάς τον σε κατ’ οίκον περιορισμό, αντί της προφυλάκισής του.
Από την πλευρά του ο κατηγορούμενος στην απολογία του, επί της ουσίας, υποστήριξε ότι πληρώνει τον τρόπο που άσκησε διοίκηση στο Εθνικό Θέατρο. Οπως χαρακτηριστικά ανέφερε στην ανακρίτρια: «Είμαι ένας αμφιφυλόφιλος, που στη ζωή μου μέχρι τώρα είχα πολλές σχέσεις και με το ένα και με το άλλο φύλο. Χωρίς να αποκλείω ότι είχα μέχρι τώρα και εφήμερες επαφές. Αυτές όμως δεν ήταν ποτέ με ανηλίκους…». Ο κατηγορούμενος υποστηρίζει στη συνέχεια πως όλα είναι «κατασκευασμένα καταρχάς στο “εργαστήριο” του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών», ενώ μιλάει και για ζηλοφθονία, λόγω της ανάληψης από τον ίδιο της θέσης του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, αυτού του «ύψιστου αξιώματος για τον πολιτισμό». Οπως λέει, «ο τρόπος διοίκησης που άσκησα εγώ μέχρι να παραιτηθώ, για λόγους οικονομικού και εργασιακού εξορθολογισμού, ξεβόλεψε πολλούς».
Η ανακρίτρια έθεσε στον κατηγορούμενο βροχή ερωτήσεων, καλώντας τον να πάρει θέση και για όσα επιβαρυντικά κατέθεσαν για εκείνον οικεία του πρόσωπα. Ανάμεσά τους και ένας άνδρας ο οποίος είχε καταθέσει στην Εισαγγελία πως ο σκηνοθέτης διατηρούσε εξωσχολικές σχέσεις με ανηλίκους από το Αρσάκειο. «Κάναμε παρέα με τον […] (σ.σ.: αναφέρει το όνομα του μάρτυρα), τον εκτιμούσα. Με ερωτεύτηκε πολύ, πήγαινα σπίτι του και κάποια στιγμή χωρίσαμε», ανέφερε ο σκηνοθέτης για τον άνδρα αυτό που τον «έκαψε» με την μαρτυρία του. «Ψεύδεται ασυστόλως όταν λέει ότι διατηρούσα εξωσχολικές σχέσεις με παιδιά του Αρσακείου το 1999-2000. Εγώ στο Αρσάκειο εργάστηκα από το 1993 περίπου έως το 2001, γιατί το 2002 πήγα στο Κολλέγιο όπου εργάστηκα για τρία χρόνια. Και στα δύο σχολεία είχα το εργαστήριο θεάτρου και έκανα μάθημα και σε αγόρια και σε κορίτσια. Οι γονείς και τα παιδιά του Αρσάκειου, καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας μου εκεί, είχαν και έχουν τεράστια εκτίμηση στο πρόσωπό μου. Περίπου 500 παιδιά του Αρσακείου, Γυμνασίου και Λυκείου, διδάχτηκαν θέατρο από εμένα», συνέχισε ο κατηγορούμενος, αποδίδοντας μάλιστα τη συγκεκριμένη κατάθεση του μάρτυρα σε «κακώδη συμπλεγματισμό» επειδή, όπως λέει, δεν έκανε την καριέρα που ήθελε. «Εγώ είμαι ένας άνθρωπος που πέτυχε χωρίς να χρησιμοποιώ τα στερεότυπα των συναδέλφων μου», αναφέρει ο σκηνοθέτης.
Την ίδια ώρα, η έρευνα για την «υπόθεση Λιγνάδη» συνεχίζεται και δικηγόροι προαναγγέλλουν τουλάχιστον δύο νέες μηνύσεις για βιασμό εις βάρος του σκηνοθέτη. Οι νέοι καταγγέλλοντες, οι οποίοι δεν έχουν σχέση με τον χώρο του θεάτρου, θα καταθέσουν, όπως λέγεται, στις Αρχές για βιασμό που υπέστησαν το 2015 και ενώ ήταν ανήλικοι.
Πηγή: protothema.gr