Τέσσερα χρόνια μετά την αποκάλυψή του έλαβε τέλος την Πέμπτη στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας η υπόθεση με τις εικονικές δωρεές προς τους ιερούς ναούς των Φαρσάλων, που είχε απασχολήσει την κοινή γνώμη το 2018.
Από τους 14 κατηγορούμενους στην υπόθεση, κρίθηκαν ένοχοι τελικά και καταδικάστηκαν σε ποινή φυλάκισης τριών ετών έκαστος με τριετή αναστολή, δύο ιερείς, ενώ απαλλάχθηκαν των κατηγοριών όλοι οι υπόλοιποι εμπλεκόμενοι, απλοί πολίτες, λογιστές και εφοριακός.
Μεταξύ αυτών που κρίθηκαν αθώοι, ήταν και μία Βολιώτισσα. Κατηγορούνταν με βάση βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Λάρισας για τα κατά περίπτωση αδικήματα, της απιστίας στην υπηρεσία, της απάτης, της ψευδούς βεβαίωσης και της ηθικής αυτουργίας, όπως και της άμεσης συνέργειας. Άλλοι εκ των εμπλεκομένων, κατ’ εξακολούθηση και άλλοι κατ’ επάγγελμα ή και κατά συνήθεια. Σημειώνεται ότι για ορισμένους εκ των κατηγορουμένων έπαυσαν οι διώξεις, ενώ για ορισμένους τα αδικήματα είχαν παραγραφεί…
Μετά από χρόνια αστυνομικών και εφοριακών ελέγχων, ανακρίσεων και εισαγγελικών ερευνών από το Συμβούλιο Εφετών Λάρισας εκδόθηκε βούλευμα με το οποίο παραπέμφθηκαν 14 άτομα σε δίκη κάνοντας δεκτή τη σχετική πρόταση του εισαγγελέα. Ιερείς, λογιστές, πολίτες και στέλεχος της εφορίας βρίσκονταν ανάμεσά τους.
Σύμφωνα με το βούλευμα, οι πολίτες έψαχναν έναν τρόπο για να τυγχάνουν φοροαπαλλαγής. Οι λογιστές το γνώριζαν και κατηγορούνταν ότι κατεύθυναν τους πολίτες που «ψάχνονταν» προς αυτήν την κατεύθυνση. Εκεί τους περίμεναν ιερείς με εμπειρία στις υποθέσεις. Από το ποσό που ζητούσαν αποδείξεις για τη δωρεά, οι ιερείς ζητούσαν σε μετρητά ένα ποσοστό, που – ανάλογα – κυμαινόταν. Από αυτό κάτι κρατούσαν οι ίδιοι και κάτι έδιναν στον ναό. Άλλο ένα μικρό ποσοστό έπαιρναν και οι λογιστές, σύμφωνα με το κατηγορητήριο.
Συνολικά στην υπόθεση εμπλέκονταν ιερείς από 25 ναούς της περιοχής των Φαρσάλων, ενώ σύμφωνα με το πόρισμα του ελέγχου που διενεργήθηκε, οι συγκεκριμένες αποδείξεις που δόθηκαν για τις δωρεές, κρίθηκαν πλαστές ή μη σύννομα εκδοθείσες. Κάποιες εξ αυτών δεν έφεραν νόμιμη θεώρηση από τη Μητρόπολη. Άλλες είτε δεν καταχωρούνταν σε επίσημα θεωρημένο βιβλίο ταμείου της Εκκλησίας είτε αναφέρθηκε κλοπή, με αποτέλεσμα την έλλειψη δυνατότητας ελεγκτικών επαληθεύσεων.
Στο ίδιο πόρισμα αναφέρονταν πως τις αποδείξεις των δωρεών τις υπέγραφε ο ιερέας, ενώ ο ίδιος εισέπραττε και τα χρήματα, αντί του ταμία. Τέλος εκτός των ομολογιών των ιερέων, πολλοί εκ των εμπλεκομένων έκαναν από μόνοι τους τροποποιητική δήλωση και αφαίρεσαν το ποσό της δωρεάς, με αποτέλεσμα τα αδικήματά τους να τύχουν παραγραφής.