Η σχετική εγκύκλιος αναφέρει ότι το χρεωστικό υπόλοιπο πρέπει να καταβληθεί σε έξι ισόποσες μηνιαίες δόσεις. Όμως σύμφωνα με πληροφορίες οι δόσεις μπορεί να είναι περισσότερες.
Η πρώτη δόση πιθανότατα θα πρέπει να δοθεί τέλος Δεκεμβρίου 2022 και η κάθε επόμενη δόση θα πρέπει να καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα.
Αυτό στην πράξη σημαίνει πως μετά την ημερομηνία εμπρόθεσμης πληρωμής, οι δόσεις καθίστανται ληξιπρόθεσμες και θα επιβαρύνονται με τις νόμιμες προσαυξήσεις.
Εφόσον υπάρχει πιστωτικό υπόλοιπο, οι ασφαλισμένοι θα ενημερωθούν για τη διαδικασία επιστροφής του με:
ανάρτηση προσωποποιημένου μηνύματος στον λογαριασμό τους στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες (Εισφορές Μη Μισθωτών e-ΕΦΚΑ → Μηνύματα) και
αποστολή μηνύματος στη δ/νση ηλεκτρονικής αλληλογραφίας (email) που έχουν δηλώσει στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες για να λαμβάνουν ενημερώσεις (Ατομικά Στοιχεία-email ή Εισφορές Μη Μισθωτών e-ΕΦΚΑ → Ατομικά Στοιχεία-email).
Σύμφωνα με πληροφορίες από τον συνολικό αριθμό των παράλληλα απασχολούμενων ένας στους πέντε, περίπου 50.000, θα πρέπει να πληρώσουν επιπλέον εισφορές κατά μέσο όρο 600-700 ευρώ για το 2021.
Πάντως οι περισσότεροι παράλληλα ασφαλισμένοι δε θα χρειαστεί να πληρώσουν επιπλέον εισφορές καθώς έχουν καλύψει το πλαφόν των εισφορών από τη μισθωτή τους απασχόληση (αντιστοιχεί σε μισθό 930 ευρώ), βάσει των ασφαλιστέων τους αποδοχών. Για την εν λόγω κατηγορία αυτομάτως αναστέλλεται η έκδοση ειδοποιητηρίου ασφαλιστικών εισφορών.
Οι παράλληλα ασφαλισμένοι καλούνται πλέον να πληρώσουν για τις μη μισθωτές υπηρεσίες, μόνο στην περίπτωση που οι καταβληθείσες εισφορές είναι χαμηλότερες των 252 ευρώ (2η ασφαλιστική κατηγορία ). Εκτός εάν ο ασφαλισμένος έχει επιλέξει μεγαλύτερη ασφαλιστική κατηγορία, οπότε πρέπει να καταβάλει υψηλότερες εισφορές.
Αντίθετα, όποιος, ως μισθωτός, το 2021 πλήρωνε μηνιαίως μόνος η μαζί με τον εργοδότη του, κάτω από 252 ευρώ/μήνα θα πρέπει να καταβάλει ο ίδιος τη διαφορά η οποία προκύπτει μεταξύ των εισφορών που καταβλήθηκαν για τη μισθωτή απασχόληση και των 252 ευρώ/μήνα.
Για παράδειγμα, έστω για μισθωτή απασχόληση το 2021 καταβάλλονταν εισφορές (εργοδοτικές και εργατικές) υπέρ της κύριας ασφάλισης και υγείας ύψους 200 ευρώ/μήνα.
Συνεπώς, προκύπτει μια διαφορά 52 ευρώ/μήνα μεταξύ των εισφορών που καταβλήθηκαν λόγω της μισθωτής δραστηριότητας (200 ευρώ/μήνα) και της 2ης ασφαλιστικής κατηγορίας για τους επαγγελματίες (252 ευρώ/μήνα).
Σε ετήσια βάση, η διαφορά ανέρχεται σε 624 ευρώ. Η διαφορά αυτή αποτελεί χρεωστικό υπόλοιπο, το οποίο πρέπει να εξοφληθεί από τον ίδιο τον παράλληλα απασχολούμενο-ασφαλισμένο.
Επισημαίνουμε ότι, το ειδοποιητήριο εκκαθάρισης τροποποιείται στις περιπτώσεις μεταβολών (π.χ ασφαλιστικών και επαγγελματικών ιδιοτήτων ασφάλισης, του χρόνου ασφάλισης μισθωτού, της ασφαλιστικής κατηγορίας επιλογής/κατάταξης του έτους αναφοράς, των μηνιαίων εισφορών ανά κλάδο ασφάλισης από παράλληλη μισθωτή εργασία ή λόγω υπαγωγής στις διατάξεις της παρ. 9 άρθρου 39 του ν.4387/2016, όπως αυτές ισχύουν, κλπ.), οι οποίες επέρχονται εντός της χρονικής περιόδου που έχουν προσδιορισθεί οι δόσεις εκκαθάρισης .
Ειδικότερα, για τον προσδιορισμό της μηνιαίας εισφοράς μη μισθωτού λαμβάνονται -ανά κατηγορία- υπόψη τα εξής:
Για τους Ελεύθερους Επαγγελματίες, Αυτοαπασχολούμενους και Αγρότες με παράλληλη μισθωτή απασχόληση, το ποσό εισφοράς, ανά κλάδο ασφάλισης, από τη μισθωτή απασχόληση δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της 2ης ασφαλιστικής κατηγορίας ή της επιλεγείσας ασφαλιστικής κατηγορίας εφόσον αυτή είναι μεγαλύτερη.
Για τους Νέους Ελεύθερους Επαγγελματίες, Αυτοαπασχολούμενους (έως 5 έτη ασφάλισης) με παράλληλη μισθωτή απασχόληση, το ποσό εισφοράς ανά κλάδο ασφάλισης από τη μισθωτή απασχόληση δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας ή της επιλεγείσας ασφαλιστικής κατηγορίας, εφόσον αυτή είναι μεγαλύτερη.
Για τους Ελεύθερους Επαγγελματίες, Αυτοαπασχολούμενους και Αγρότες με παράλληλη μισθωτή απασχόληση, το ποσό εισφοράς, ανά κλάδο Επικουρικής ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών, από τη μισθωτή απασχόληση δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της επιλεγείσας ασφαλιστικής κατηγορίας.
Για τους ασφαλισμένους που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών (ΔΠΥ) μέχρι και δύο εργοδότες, το ποσό της εισφοράς, ανά κλάδο ασφάλισης, από τη μισθωτή απασχόληση δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της επιλεγείσας ασφαλιστικής κατηγορίας.
Εφόσον προκύψει διαφορά, αυτή καταλογίζεται στον ασφαλισμένο για τον αντίστοιχο Κλάδο Ασφάλισης Μη Μισθωτού.