Δευτέρα, 3 Φεβρουαρίου, 2025 08:26
ΜαγνησίαΤοπικά

Έκοψε την πίτα του το Επιμελητήριο Μαγνησίας – Αρ. Μπασδάνης: Το 2025 θα είναι η χρονιά ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας






Tην πρωτοχρονιάτικη πίτα του έκοψε απόψε το Επιμελητήριο Μαγνησίας. Στην ομιλία του ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Αριστοτέλης Μπασδάνης επισήμανε ότι το 2025 είναι μια χρονιά ανασυγκρότησης, Η στόχευση, η τήρηση αυστηρών χρονοδιαγραμμάτων, αναφέρθηκε στα “αγκάθια” που αντιμετωπίζουν οι επαγγελματίες και τόνισε ότι η οικοδόμηση ξανά μίας σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ Κράτους και ιδιωτικής πρωτοβουλίας αποτελούν τη συνταγή για δρομολόγηση λύσεων που θα μας επαναφέρουν στο δρόμο της ανάπτυξης

Η ομιλία του:

Το 2025 θα είναι η χρονιά ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας! Αφήνουμε πίσω τις πληγές φυσικών καταστροφών που βιώσαμε το 2023 και το 2024 και προχωρούμε σταθερά και αταλάντευτοι στον στόχο μας: Να ξαναβάλουμε την Μαγνησία και τη Θεσσαλία γενικότερα στις ράγες της ανάπτυξης και της προόδου.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι εμείς, στην επιχειρηματική οικογένεια, και το πιστεύουμε και το μπορούμε, αρκεί να έχουμε κοντά μας την Πολιτεία, πολύτιμο αρωγό και συνεργάτη και όχι τροχοπέδη σε κάθε προσπάθεια ανασύνταξης των δυνάμεων μας.
Ο επιχειρηματικός κόσμος πρέπει να είναι έτοιμος να κάνει τα άλματα που χρειάζονται με ουσιαστική επένδυση στον άνθρωπο, με συναίνεση και συνεργασία.
Εάν στην επόμενη μέρα μετρηθούν με προσοχή οι δυνάμεις της επιχειρηματικότητας και της βιομηχανίας, θα διαπιστώσουμε πως οι επενδύσεις και τα σχέδια προσαρμογής μας στις απαιτήσεις της τεχνολογίας και της καινοτομίας περιμένουν να πάρουν τη σκυτάλη.
Και αυτό πρέπει να μετουσιωθεί σε πράξη με αναπτυξιακού χαρακτήρα κανόνες, όπως η απαλλαγή της βιομηχανίας και των επενδύσεων από φορολογικές υπερβολές χωρίς αντίκρισμα και η καθιέρωση φορολογικών κινήτρων αναπτυξιακού προφίλ με ισχύ μια 10ετία τουλάχιστον.

Την ίδια ώρα όμως παρατηρούμε ότι η επέκταση και στα επαγγελματικά τιμολόγια των ευνοϊκών διατάξεων για το ενεργειακό κόστος που τσακίζει κάθε μικρομεσαία επιχείρηση δεν μπορεί να είναι ακόμη ζητούμενο. Δεν είναι τυχαίο ότι μέσα στη χρονιά που αφήσαμε πίσω μας, μετρήσαμε επιχειρήσεις που «κατέβασαν ρολά» καθώς δεν μπόρεσαν να αντέξουν τις δυσβάσταχτες αυξήσεις που επέβαλε το καρτέλ της ενέργειας από το 2021 και κάθε χρόνο με γεωμετρική πρόοδο.

Ταυτόχρονα, η ληστρική πολιτική των Εταιρειών Παρόχων Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Έκδοσης Στοιχείων πρέπει να ελεγχθεί άμεσα από την Πολιτεία, είτε -που αυτό είναι και το αίτημά μας- να εξετασθεί το ενδεχόμενο η ίδια η ΑΑΔΕ να παρέχει δωρεάν διάθεση Παρόχου σε όλους τους επαγγελματίες.
Τελευταία χρονιά και της πληρωμής του τέλους επιτηδεύματος που ουσιαστικά καταργείται από το 2026 που και πάλι πρέπει να εξεταστεί αν όντως κερδίζουν όλοι, καθώς παραμένει μέχρι νεωτέρας σε εταιρίες και επαγγελματίες που αμφισβητούν τα τεκμήρια.
Ενεργειακό, Πάροχος, τέλος επιτηδεύματος, αλλά και «αδιευκρίνιστος» ακατάσχετος λογαριασμός παραμένουν μεγάλα αγκάθια σε κάθε επιχειρηματική προσπάθεια που θέλει να στηρίξει την βιωσιμότητα της εθνικής μας οικονομίας.

Την ίδια ώρα, φαίνεται πώς η περίφημη αναμόρφωση του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, θεωρητικά με στόχο τη σύγκλιση των εισοδημάτων με την υπόλοιπη Ευρώπη, έχει πετύχει. Αλλά από την ανάποδη. Η αποβιομηχάνιση συνεχίζεται ακάθεκτη, η παραγωγική βάση της οικονομίας συρρικνώνεται, ο πρωτογενής τομέας, που θεωρητικά θα θωράκιζε την επισιτιστική ασφάλεια της χώρας υποβαθμίζεται.

Και εξηγούμαι. Σύμφωνα με την έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ μπορεί τα ποσοστά απασχόλησης να έχουν αυξηθεί σε σύγκριση με την πρωτοφανή ανεργία των μνημονιακών ετών, παράλληλα όμως έχει μειωθεί ο όγκος απασχόλησης κατά 305.200 άτομα σε σύγκριση με το 2009.
Από τις 300.000 θέσεις εργασίας που έχουν χαθεί, το συντριπτικό ποσοστό προέρχεται από τον δευτερογενή τομέα, της μεταποίησης-βιομηχανίας. Ένα μικρότερο, αλλά σημαντικό κομμάτι προέρχεται από τον πρωτογενή τομέα της αγροτικής παραγωγής, ενώ υπάρχει μια μικρή άνοδος των θέσεων εργασίας στις υπηρεσίες.
Ειδικά για τη μεταποίηση οι απώλειες είναι αποκαρδιωτικές, καθώς μέχρι σήμερα εξακολουθούν να λείπουν πάνω από 260.000 θέσεις εργασίας σε σχέση με την περίοδο πριν την κρίση.
Το γ’ τρίμηνο το 2024 ο συνολικός αριθμός των θέσεων απασχόλησης στο δευτερογενή τομέα ανερχόταν μόλις στο 72,6% του αντίστοιχου αριθμού το γ’ τρίμηνο του 2009. Με άλλα λόγια σχεδόν η μία στις τέσσερις θέσεις εργασίας στον κατεξοχήν παραγωγικό κλάδο της μεταποίησης έχει χαθεί. Μεγάλο μέρος από αυτές τις απώλειες είναι πιθανόν να είναι οριστικό, αν λάβουμε υπόψιν τη συνεχή υποχώρηση του μεριδίου της μεταποίησης στο σύνολο της απασχόλησης, τόσο στην Ελλάδα όσο και πανευρωπαϊκά.
Το παρήγορο είναι ότι στη Μαγνησία ο κλάδος της μεταποίησης έκλεισε με θετικό πρόσημο, καθώς για το 2024 σημειώθηκαν 156 εγγραφές νέων επιχειρήσεων στο Μητρώο του Επιμελητηρίου μας και 59 διαγραφές αντίστοιχα.
Η αύξηση του εμπορικού ελλείμματος κατά 10%, στα επίπεδα των 31,5 δισ. ευρώ το ενδεκάμηνο Ιανουαρίου-Νοεμβρίου 2024, αποτελεί σοβαρό πλήγμα για την ελληνική οικονομία.
Τι σημαίνει όμως η αρνητική εξέλιξη του εμπορικού ελλείμματος για την ελληνική οικονομία;
Αδυναμία στην παραγωγική βάση: Το συνεχώς αυξανόμενο έλλειμμα υποδηλώνει ότι η ελληνική οικονομία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές, ενώ παράλληλα δεν καταφέρνει να αυξήσει τις εξαγωγές της με επαρκή ρυθμό. Αυτό υπονοεί μια αδυναμία στην παραγωγική βάση της χώρας και μια έλλειψη ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων στις διεθνείς αγορές.

Πίεση στο ισοζύγιο πληρωμών: Το μεγάλο εμπορικό έλλειμμα ασκεί σημαντική πίεση στο ισοζύγιο πληρωμών της χώρας, το οποίο καταγράφει τη συνολική ροή κεφαλαίων μεταξύ της Ελλάδας και του εξωτερικού. Ένα μεγάλο έλλειμμα μπορεί να οδηγήσει σε αποδυνάμωση του νομίσματος, αύξηση του πληθωρισμού και περιορισμό των διαθέσιμων κεφαλαίων για επενδύσεις.
Επιβάρυνση του δημόσιου χρέους: Για να καλύψει το εμπορικό έλλειμμα, η χώρα μπορεί να αναγκαστεί να δανειστεί από το εξωτερικό, αυξάνοντας έτσι το δημόσιο χρέος και επιβαρύνοντας τις μελλοντικές γενιές.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η μείωση της παραγωγικής ικανότητας στη Θεσσαλία που μπορεί να αποδοθεί σε ένα σύνολο παραγόντων που σχετίζονται με περιβαλλοντικές, οικονομικές, διαρθρωτικές, πολιτικές και κοινωνικές αιτίες. Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες παίζουν καθοριστικό ρόλο, καθώς η κλιματική αλλαγή έχει οδηγήσει σε αύξηση της θερμοκρασίας, μεταβολές στις βροχοπτώσεις με συχνότερα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως πλημμύρες και ξηρασίες. Ταυτόχρονα, η εντατική καλλιέργεια, η απουσία εναλλαγής καλλιεργειών και η υπερβολική χρήση χημικών λιπασμάτων έχουν οδηγήσει σε υποβάθμιση της ποιότητας των εδαφών.

Σε οικονομικό επίπεδο, η περιορισμένη επένδυση σε σύγχρονες τεχνολογίες και καινοτόμες πρακτικές στη γεωργία αποτελεί σημαντικό εμπόδιο. Οι μικροί και μεσαίοι παραγωγοί συναντούν δυσκολίες στην πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις και επιδοτήσεις, ενώ ο ανταγωνισμός από φθηνότερα εισαγόμενα προϊόντα μειώνει την ανταγωνιστικότητα της τοπικής παραγωγής. Η γήρανση του πληθυσμού, σε συνδυασμό με τη μετανάστευση των νέων προς τα αστικά κέντρα ή το εξωτερικό, δημιουργεί ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό.

Παράλληλα, οι ελλείψεις σε υποδομές, όπως αρδευτικά συστήματα, αποθήκες και οδικά δίκτυα, περιορίζουν την αποτελεσματική παραγωγή και διανομή των προϊόντων.
Επιπλέον, η έλλειψη κατάλληλης εκπαίδευσης και κατάρτισης των αγροτών δυσχεραίνει την εφαρμογή σύγχρονων τεχνικών και βιώσιμων πρακτικών.

Τέλος, η αύξηση του κόστους ενέργειας, λιπασμάτων και άλλων αγροεφοδίων καθιστά την παραγωγή ακόμα πιο δαπανηρή και λιγότερο βιώσιμη γι’ αυτό και στο τέλος καταναλώνουμε κρεμμύδια Αυστρίας και όχι Φαρσάλων, σκόρδα από την Κίνα και όχι από το Ριζόμυλο…
Ειδικότερα στη Μαγνησία, μεγάλη πληγή εξακολουθούν και παραμένουν τα έργα υποδομών που ακόμη περιμένουμε να γίνουν από την περίοδο του Daniel. Η Περιφέρεια Θεσσαλίας μόνο για την περιοχή μας μετρά κοντά 300 «εκκρεμότητες» για αποκαταστάσεις και έργα υποδομών που πρέπει να γίνουν με αποκλειστικό υπεύθυνο το Υπουργείο Υποδομών που από το τον Οκτώβριο του 2023 με Νόμο πήρε την αποκλειστική αρμοδιότητα, όχι όμως όπως φαίνεται και την ευθύνη για την ολοκλήρωση των έργων.
Πέρα όμως από τις καταστροφικές συνέπειες της θεομηνίας στα έργα υποδομών, μεγάλη πληγή και ζητούμενο εδώ και 47 χρόνια (υπενθυμίζω ότι η 1η συζήτηση στην περιοχή μας για ανάγκη δημιουργίας περιφερειακού δρόμου ήταν το 1978) είναι η ολοκλήρωση επιτέλους του περιφερειακού δρόμου και η σύνδεσή του με το λιμάνι της πόλης.
Δεν μπορούμε να μιλούμε για δημιουργία Εμπορευματικών Κέντρων, για ηλεκτροκίνηση, για ανάπτυξη στο λιμάνι και να μην έχει ακόμη ολοκληρωθεί ο ένας και μοναδικός περιφερειακός δρόμος που έχει ο Βόλος και ο οποίος ξεκίνησε αρχές 2000 ως ολυμπιακό έργο!
Όλα αυτά που προανέφερα έχουν ως συνέπεια να πλήττεται για τρίτη συνεχή χρονιά ο Τουρισμός που θεωρητικά αποτελεί και τη ναυαρχίδα της ανάπτυξης της περιοχής μας.
Η ανάπτυξη του Αεροδρομίου του Βόλου (Κεντρικής Ελλάδος), η προσπάθεια επανένταξης των εταιριών κρουαζιέρας στο Λιμάνι του Βόλου (μετά τις ακυρώσεις λόγω της μείωσης των βαθών του πυθμένα του λιμένα Βόλου), αλλά και η δημιουργία μαρίνας, όπως και η προώθηση των νησιών της Σκιάθου, Σκοπέλου, Αλοννήσου για mega yachts είναι τρεις βασικοί άξονες που πρέπει αυτή τη χρονιά να στοχεύσουμε.

Εύχομαι το 2025 να αποτελέσει τη χρονιά κατά την οποία η πατρίδα μας θα αρχίσει να βλέπει θετικά αποτελέσματα από τον οικονομικό μετασχηματισμό και τις μεταρρυθμίσεις, τροφοδοτώντας σταδιακά την οικονομική ομαλότητα, προς όφελος εργαζομένων και επιχειρηματιών.

Η στόχευση, η τήρηση αυστηρών χρονοδιαγραμμάτων, η οικοδόμηση ξανά μίας σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ Κράτους και ιδιωτικής πρωτοβουλίας αποτελούν τη συνταγή για δρομολόγηση λύσεων που θα μας επαναφέρουν στο δρόμο της ανάπτυξης.
Το έχουμε μεγάλη ανάγκη, το πιστεύουμε ακράδαντα. Καλή μας χρονιά!