Εκτός ψηφοδελτίων της Νέας Δημοκρατίας τέθηκε η Τώνια Μοροπούλου μετά την αποκάλυψη ότι εισέπραττε παράνομα την σύνταξη του νεκρού πατέρα της.
Σε επιστολή της που έστειλε η ίδια η κα Μοροπούλου στον πρόεδρο της ΝΔ αναφέρει ότι αποσύρει την υποψηφιότητά της. Οπως υποστηρίζει, δέχθηκε πόλεμο, επιμένει ότι δεν έκανε καμία παράνομη ενέργεια αλλά σημειώνει ότι δεν θα επιτρέψει «σε κανέναν να χρησιμοποιήσει αυτή την υπόθεση για να βλάψει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην πορεία του προς τις εθνικές εκλογές ».
Η επιστολή Μοροπούλου στον πρόεδρο της ΝΔ
«Η απόφασή μου να κατέβω ως υποψήφια στις εκλογές της 7ης Ιουλίου προήλθε από τη διάθεσή μου να προσφέρω με τις γνώσεις και την εμπειρία μου στον τόπο μου και ιδιαίτερα στη Ρόδο και στα Δωδεκάνησα.
Λόγω της προσωπικής διαδρομής μου -και όσων αυτή σηματοδοτεί- δέχομαι τις τελευταίες δύο ημέρες πόλεμο από την παράταξη που βρίσκεται στην εξουσία και όργανά της. Αμέσως και δημόσια δήλωσα στους συμπολίτες μου ότι δεν έκανα καμία παράνομη ενέργεια. Και εξέθεσα τα πραγματικά περιστατικά γύρω από την υπόθεση της σύνταξης του αποβιώσαντος πατρός μου Ιωάννη Μορόπουλου, για την οποία άλλωστε είμαι σε διαδικασία άμεσης και έννομης διευθέτησης με το Δημόσιο.
Η λάσπη ωστόσο εναντίον μου συνεχίζεται. Δεν θα επιτρέψω σε κανέναν να χρησιμοποιήσει αυτή την υπόθεση για να βλάψει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην πορεία του προς τις εθνικές εκλογές. Για αυτό ενημέρωσα τη Νέα Δημοκρατία ότι αποσύρω την υποψηφιότητά μου. Δεν δέχομαι καμία σκιά στη διαδρομή μου, ούτε δέχομαι να γίνω αφορμή αποπροσανατολισμού της πολιτικής ζωής από τα πραγματικά προβλήματα της Ελληνικής κοινωνίας, αλλά και υποβάθμισής της με πόλεμο λάσπης σε όποιον δεν μπορούν να μειώσουν αλλιώς. Η προσπάθεια σπίλωσης τόσο του ονόματος της οικογένειάς μου, όσο και του έργου μου, αποτελεί αήθη τακτική εκ μέρους αυτών που ενορχήστρωσαν την εναντίον μου επίθεση.
Θα εξακολουθήσω να προσφέρω όλες μου τις δυνάμεις στον κοινό αγώνα για ένα καλύτερο αύριο για τη χώρα μας και την ιδιαίτερη πατρίδα μου, τα Δωδεκάνησα.
Ευχαριστώ όλους όσους πιστεύουν σε εμένα και υποστήριξαν μέχρι σήμερα την υποψηφιότητά μου».
Το δημοσίευμα για τη σύνταξη του πατέρα της
Είχε προηγηθεί δημοσίευμα κυριακάτικης εφημερίδας (Documento) σύμφωνα με το οποίο η υποψήφια βουλευτής Δωδεκανήσων με την ΝΔ και καθηγήτρια του ΕΜΠ έπαιρνε παράνομα από το 1977, όταν πέθανε ο πατέρας της, τη σύνταξή του ως άγαμη θυγατέρα και τώρα το δημόσιο της ζητά την επιστροφή ποσού 71.051,43 ευρώ.
Ακολούθησε ο ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος με επίσημη ανακοίνωσή του, είχε καλέσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη να την αποπέμψει από τα ψηφοδέλτια της ΝΔ ενώ χαρακτήριζε ως «ασύλληπτη» τη δήλωση της ότι δεν έκανε κάποια παράνομη ενέργεια.
Η αρχική απάντηση Μοροπούλου
Σε απάντησή της μέσω Facebook, η κυρία Μοροπούλου επιχείρησε να εξηγήσει ότι δεν έκανε καμία παράνομη ενέργεια και εισέπραττε νόμιμα τη σύνταξη του πατέρα της, από το έτος του θανάτου του το 1977. Ωστόσο, αν και η νομοθεσία άλλαξε ξαφνικά το 2010, «ουδέποτε μέχρι το 2017 ο ασφαλιστικός μου φορέας δεν με είχε ενημερώσει για αυτό». Οπως υποστηρίζει ως εκ τούτου θεωρούσε ότι «αφού το καταβάλει ο ασφαλιστικός φορέας, αυτονοήτως είναι και νόμιμη η καταβολή».
Προσθέτει δε ότι όταν όταν ενημερώθηκε για την οφειλή της «ουδέποτε αμφισβήτησα την υποχρέωση μου να επιστραφούν τα ποσά τα οποία όμως πραγματικά οφείλω. Ωστόσο το πραγματικό ποσό μονό μια δικαστική απόφαση μπορεί να διαγνώσει και στην όποια δικαστική απόφαση οφείλουν να συμμορφωθούν τόσο εγώ όσο και ο ασφαλιστικός μου φορέας». Γι’ αυτό προσέφυγε στη Διοικητική Δικαιοσύνη, προκειμένου να διαγνωστεί το ακριβές ποσό της οφειλής, για να το καταβάλλει άμεσα. Η υπόθεση θα εκδικαστεί στις 2.12.2019.
«Με την συνδρομή της Διοικητικής Δικαιοσύνης, θα προσδιοριστεί αυτό το οποίο αποτελεί την νόμιμη οφειλή μου ώστε να προχωρήσω στην καταβολή του», υπογραμμίζει στην ανάρτησή της η κυρία Μοροπούλου.
Η ανάρτηση της Τόνιας Μοροπούλου στο facebook
«Για το θέμα της συντάξεως του αποβιώσαντος το έτος 1977 πατρός μου Ιωάννη Μορόπουλου, δηλώνω ότι δεν έχω κάνει καμία παράνομη ενέργεια.
Προς ενημέρωση όλων για την υπόθεση αυτή έχουν συμβεί τα κάτωθι:
Εισέπραττα δυνάμει συγκεκριμένης νομοθεσίας την σύνταξη του πάτερα μου. Η νομοθεσία αίφνης άλλαξε το 2010. Ωστόσο ουδέποτε μέχρι το 2017 ο ασφαλιστικός μου φορέας δεν με είχε ενημερώσει για αυτό. Με την δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του διοικούμενου, ουδέποτε αμφισβήτησα το ποσό της συντάξεως που μου πιστωνόταν , θεωρώντας ότι αφού το καταβάλει ο ασφαλιστικός φορέας, αυτονοήτως είναι και νόμιμη η καταβολή. Το έτος 2017 οπότε και το διερεύνησα διαπίστωσα ότι έκτοτε τις συγκεκριμένες συντάξεις δικαιούνται όσες πληρούν συγκεκριμένα εισοδηματικά κριτήρια τα οποία εγώ δεν πληρώ.
Παρ’ όλα αυτά αφής ενημερώθηκα για την οφειλή μου ουδέποτε αμφισβήτησα την υποχρέωση μου να επιστραφούν τα ποσά τα οποία όμως πραγματικά οφείλω. Ωστόσο το πραγματικό ποσό μονό μια δικαστική απόφαση μπορεί να διαγνώσει και στην όποια δικαστική απόφαση οφείλουν να συμμορφωθούν τόσο εγώ όσο και ο ασφαλιστικός μου φορέας. Για το λόγο αυτό όταν μου γνωστοποιήθηκε η οφειλή από των ασφαλιστικό μου φορέα προσέφυγα αμέσως στην Διοικητική Δικαιοσύνη η οποία επιλαμβάνεται στην δικάσιμο της 2-12-2019 οπότε και θα διαγνωστεί το ακριβές ποσό της οφειλής μου ώστε να το καταβάλλω άμεσα.
Οι 3 λόγοι τους οποίους επικαλούμαι και θα πρέπει η Διοικητική Δικαιοσύνη να διαγνώσει είναι οι ακόλουθοι:
Α. η βεβαίωση του οφειλομένου ποσού εξεδόθη την 23-01-2017 από το ΕΤΑΑ – Τομέα Μηχανικών και ΕΔΕ ήτοι από νπδδ το οποίο είχε ήδη καταργηθεί από 01-01-2017 και τις αρμοδιότητες του ασκεί έκτοτε ο Ε.Φ.Κ.Α. Άρα ακόμα και αν δεν αμφισβητούσα το ύψος του οφειλομένου ποσού και το κατέβαλλα, θα το κατέβαλλα σε ανύπαρκτο νπδδ. Με την προσφυγή μου επιδιώκω την διόρθωση της βεβαίωσης προκειμένου να καταβάλλω το οφειλόμενο ποσό στο νπδδ που είναι ο πραγματικός δικαιούχος δηλαδή ο Ε.Φ.Κ.Α.
Β. Από το φερόμενο ως οφειλόμενο ποσό των 71.051,43 έχω ήδη καταβάλλει το ποσό των 20.604,91 υπό την μορφή φόρου εισοδήματος που επεβλήθη επί των υπό συζήτηση συντάξεων επομένως το ποσό το οποίο πραγματικά οφείλω είναι σημαντικά χαμηλότερο από αυτό το οποίο μη νόμιμα βεβαιώθηκε από τον ασφαλιστικό μου φορέα.
Γ. Επί του ποσού που βεβαιώθηκε έχουν επιβληθεί τόκοι και προσαυξήσεις οι οποίο όμως θα πρέπει να αναπροσαρμοστούν σε χαμηλότερο ποσό δεδομένου ότι ήδη έχουν καταβληθεί 20.604,91 και επομένως για το αυτό ποσό δεν οφείλονται ούτε τόκοι ούτε προσαυξήσεις που ήδη έχουν ενσωματωθεί στο ποσό των 71.051,43.
Με την συνδρομή της Διοικητικής Δικαιοσύνης, θα προσδιοριστεί αυτό το οποίο αποτελεί την νόμιμη οφειλή μου ώστε να προχωρήσω στην καταβολή του.
ΥΓ. Κοινοποιώ το παρόν στην εφημερίδα Documento προκειμένου να δημοσιευθεί η απάντησή μου.
Α. Μοροπούλου»