Προβληματισμός παρά το ότι οι ακυρώσεις δεύτερων δόσεων δεν κινούνται σε υψηλά επίπεδα
Σε σύγχυση εξακολουθούν να είναι πολλοί πολίτες για το θέμα του εμβολιασμού τους, μετά το μπάχαλο που δημιουργήθηκε με το εμβόλιο της AstraZeneca και την αλλαγή χορήγησης στις ηλικιακές ομάδες.
Εμβόλιο AstraZeneca: Προβληματισμός παρά τις διαρροές
Παρότι οι ακυρώσεις των δεύτερων δόσεων του εμβολίου της AstraZeneca δεν κινούνται σε υψηλά επίπεδα (κοντά στο 6 με 7%), όπως διαρρέεται από την κυβέρνηση, ωστόσο ο προβληματισμός είναι διάχυτος.
Να σημειωθεί ότι στο σύνολο της επιχείρησης «Ελευθερία», έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα 7.041.432 εμβολιασμοί. Ειδικότερα 4.302.150 εμβολιασμοί έχουν γίνει με τουλάχιστον 1 δόση, ενώ 2.911.340 συμπολίτες μας ολοκλήρωσαν τον εμβολιασμό τους.
Με βάση τα δεδομένα, τα στελέχη του υπουργείου Υγείας εκτιμούν ότι προς το τέλος του καλοκαιριού μπορεί να έχει επιτευχθεί η πολυπόθητη ανοσία.
Στόχος πάντως της κυβέρνησης είναι να συνεχισθεί απρόσκοπτα η επιχείρηση των εμβολιασμών ενώ και από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ η επίσημη γραμμή είναι ότι τα εμβόλια είναι η μόνη λύση για το τέλος της πανδημίας.
Όμως ο τέως αναπληρωτής υπουργός Υγείας Παύλος Πολάκης εκτιμά -όπως φαίνεται από τις αναρτήσεις του στα social media -ότι η έγκαιρη χορήγηση θεραπειών για τη νόσο covid μπορεί να σώσει ζωές.
Μάλιστα ο κ.Πολάκης καταφέρεται κατά των εμβολίων λέγοντας ότι δεν έχουν δοκιμαστεί ακόμη πλήρως, αφού οι κλινικές μελέτες της φάσης 3 δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί. Γεγονός βέβαια που ενισχύει το κλίμα ανασφάλειας στους πολίτες μετά και τη σύγχυση που δημιουργήθηκε με το εμβόλιο της AstraZeneca.
Τα μονοκλωνικά
Πάντως από τις ελπιδοφόρες θεραπείες που ακόμη μελετώνται σε παγκόσμιο επίπεδο είναι και τα μονοκλωνικά αντισώματα.
Η πρώιμη χορήγηση μονοκλωνικών αντισωμάτων (mAb) έναντι του SARS-CoV-2 συσχετίστηκε με τη μείωση της πιθανότητας νοσηλείας και της θνησιμότητας σε εξωνοσοκομειακούς ασθενείς υψηλού κινδύνου με COVID-19.
Αυτά τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν στο ιατρικό περιοδικό Clinical Infectious Diseases και πρόκειται για μία αναδρομική μελέτη (με ανασκόπηση των ιατρικών αρχείων) των ασθενών που παραπέμφθηκαν σε μια κλινική COVID-19 από την 1η Νοεμβρίου 2020 έως τις 28 Φεβρουαρίου 2021 και περιελάμβανε 617 «υψηλού κινδύνου» ασθενείς.
Οι ασθενείς ορίστηκαν ως «υψηλού κινδύνου» (και είχαν και σχετική βαθμολογία του κινδύνου) εάν πληρούσαν τουλάχιστον ένα από τα κριτήρια κινδύνου, τα οποία επίσης είχαν διαφορετική βαρύτητα με βάση τη βαθμονόμηση.
Τα μονοκλωνικά αντισώματα χορηγήθηκαν σε 175 εξωτερικούς ασθενείς (δεν χρειάζονταν άμεση νοσηλεία) που κρίθηκαν ως υψηλού κινδύνου με βάση τα προηγούμενα κριτήρια, εντός 5 ημερών από τη διάγνωση της COVID-19 με βάση μοριακό τεστ. Από τους ασθενείς που έλαβαν μονοκλωνικό αντίσωμα, το 83,4% έλαβαν casirivimab/imdevimab, ενώ το υπόλοιπο 16,6% έλαβαν bamlanivimab.
Όσον αφορά τα αποτελέσματα των 30 ημερών σχετικά με την ανάγκη για νοσηλεία και την περίπτωση θανάτου που σχετίζονταν με την COVID-19, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι οι ασθενείς στην ομάδα που έλαβε το μονοκλωνικό αντίσωμα ήταν λιγότερο πιθανό να χρειαστούν νοσηλεία σε σύγκριση με εκείνους της ομάδας ελέγχου (1,7% έναντι 24%, με αναλογία σχετικού κινδύνου -OR- 0.0466 δηλαδή ελάττωση του σχετικού κινδύνου κατά 95% περίπου) μετά και την αντιστάθμιση για τη «βαθμολογία κινδύνου» και την τοπική ένταση της πανδημίας.
Επιπλέον, δεν αναφέρθηκαν θάνατοι σχετιζόμενοι με την COVID-19 στην ομάδα του μονοκλωνικού αντισώματος με 12 (ποσοστό 2,7%) στην ομάδα ελέγχου.
Οι συγγραφείς κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η σημαντική μείωση της ανάγκης για νοσηλεία και των θανάτων που σχετίζονται με την COVID-19 με την έγκαιρη χορήγηση μονοκλωνικών αντισωμάτων θα πρέπει να οδηγήσει σε ευρύτερη χρήση σε εξωτερικούς ασθενείς με COVID-19.