Η Ιωάννα Παλιοσπύρου έχει διαμηνύσει ότι θα δώσει το «παρών» στη δίκη για να ζητήσει απαντήσεις από την κατηγορούμενη – Οι ισχυρισμοί της 36χρονης Έφης και το παραπεμπτικό βούλευμα για το αποτρόπαιο έγκλημα
Από την πλευρά της, η Ιωάννα που όλο αυτό τον καιρό δίνει «μάχη» για την αποκατάσταση των βλαβών που υπέστη, έχει διαμηνύσει με συνεντεύξεις της αλλά και μέσω των δικηγόρων της ότι θέλει να αντιμετωπίσει την 36χρονη Έφη στη δικαστική αίθουσα, να την κοιτάξει στα μάτια και να την ρωτήσει γιατί της επιτέθηκε. Όσο για το τί η ίδια ελπίζει από τη δίκη που ξεκινάει σήμερα; «Η δικαιοσύνη, από νομικής πλευράς, σε περιπτώσεις όπως η δίκη μου πρέπει να είναι αμείλικτη. Δεν υπάρχουν αιτίες ούτε ελαφρυντικά ούτε μεταμέλεια. Και εγώ και η κοινωνία μας ζητάμε την παραδειγματική τιμωρία της. Προσωπικά δικαιωμένη δεν βρίσκω με ποιον τρόπο θα μπορούσα να νιώσω. Μόνο αν ο χρόνος γύριζε πίσω. Αλλά αυτό δεν γίνεται», ήταν η απάντηση που έδωσε η νεαρή γυναίκα στο ερώτημα αυτό, μιλώντας στην ΕΡΤ λίγες ώρες πριν την έναρξη της δίκης.
Ο δρόμος για την εκδίκαση της πολύκροτης αυτής υπόθεσης άνοιξε με βούλευμα που εξέδωσε το συμβούλιο Πλημμελειοδικών της Αθήνας (1510/2021). Στο βούλευμα αυτό θα «πατήσουν» σήμερα οι τρεις δικαστές και οι τέσσερις ένορκοι οι οποίοι αφού αποτιμήσουν και όλα τα στοιχεία που θα προκύψουν κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, θα αποδώσουν δικαιοσύνη για το φρικτό αυτό έγκλημα.
Τα μέλη του δικαστικού συμβουλίου με το βούλευμά τους έκαναν δεκτή στο σύνολό της την πρόταση του εισαγγελέα Πρωτοδικών Γεώργιου Νούλη και παρέπεμψαν την κατηγορούμενη να δικαστεί για απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση αλλά και για απείθεια, αδίκημα που αφορά στην άρνησή της να συνδράμει προς διακρίβωση των στοιχείων της, όταν οι αστυνομικοί την εντόπισαν στην περιοχή του Ζωγράφου στις 11.6.2020.
Αξίζει να σημειωθεί πως η μέγιστη ποινή που μπορεί να αντιμετωπίσει η κατηγορούμενη για το κακούργημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας είναι κάθειρξη μέχρι 15 έτη ενώ για το πλημμέλημα της απείθειας ολιγόμηνη ποινή φυλάκισης. Στη δίκη αναμένεται να καταθέσουν περισσότεροι από 30 μάρτυρες, ανάμεσά τους οι γιατροί που παρακολουθούν την Ιωάννα, αστυνομικοί, συγγενείς και από τις δυο πλευρές αλλά και ο άνδρας για τον οποίο η κατηγορουμένη φέρεται να έφτασε στο σημείο να επιτεθεί στην Ιωάννα, θεωρώντας την ως την γυναίκα που θα μπορούσε να της τον στερήσει.
Μέσα από το βούλευμα που είχε παρουσιάσει το «Θέμα», ξεδιπλώνεται – βήμα το εφιαλτικό σκηνικό που έστησε η 36χρονη Έφη προκειμένου να επιτεθεί στην νεαρή γυναίκα. Ένα έγκλημα που σχεδίασε και τέλεσε με «ευκολία, μεθοδικότητα και ψυχρότητα». Σύμφωνα με το δικαστικό έγγραφο η κατηγορούμενη στις 18 Μαΐου του 2020, δηλαδή δυο ημέρες πριν επιτεθεί στην άτυχη κοπέλα επισκέφθηκε κατάστημα πώλησης φυτών και φυτοφαρμάκων στην Καλλιθέα, κοντά την εταιρεία που εργάζονταν η Ιωάννα «και ζήτησε να προμηθευτεί βιτριόλι, ήτοι θειικό οξύ». Την επόμενη κιόλας ημέρα «έχοντας καταλήξει στο σχέδιο φόνευσης της Παλιοσπύρου» αποφάσισε να εκτελέσει το έγκλημά της. Κάλεσε ταξί από καρτοτηλέφωνο της Λ. Συγγρού, για να την παραλάβει από σημείο της Καλλιθέας. Δήλωσε πως είναι ομογενής από τις ΗΠΑ και ζήτησε από την οδηγό του ταξί να την περιμένει για περίπου 25 λεπτά. Στη συνέχεια, έχοντας καλύψει τα χαρακτηριστικά του προσώπου της –«έφερε περούκα καστανού χρωματισμού, φορούσε καμπαρντίνα, γάντια και βαριά για την εποχή ενδύματα» – μετέβη στον τόπο εργασίας της Ιωάννας, προκειμένου να της επιτεθεί με το οξύ. Πλην όμως, την ημέρα εκείνη «για άγνωστο λόγο» δεν εκτέλεσε το σχέδιο της «προφανώς γιατί δεν έκρινε τις συνθήκες πρόσφορες προς τούτου». Κάτι, που έκανε εν τέλει, μια ημέρα αργότερα, ήτοι στις 20 Μαΐου του 2020, σημαδεύοντας για πάντα το σώμα αλλά και την ψυχή της Ιωάννας.
Οι στιγμές της επίθεσης
Στο βούλευμα αναφέρεται και η κοινή καταγωγή των δυο γυναικών από την Αμφιλοχία Αιτωλοακαρνανίας. Και οι δυο φοιτούσαν στο ίδιο σχολείο αλλά «δεν διατηρούσαν κοινωνικές επαφές». Ωστόσο, η κατηγορουμένη «περί τα τέλη του 2020 ανέπτυξε αισθήματα εχθρότητας και μίσους απέναντι στην Παλιοσπύρου», διότι πίστευε πως η Ιωάννα ήταν ερωτική αντίζηλος της στη «γνωριμία και ελεύθερη περιστασιακή ερωτική σχέση» που διατηρούσε με 40χρονο άνδρα. Έκτοτε, «άρχισε να απεργάζεται σχέδιο εξόντωσης αυτής, τις κινήσεις της οποίας έθεσε υπό παρακολούθηση», αναφέρει το βούλευμα.
Η 36χρονη Έφη ήταν κατά τους δικαστές αποφασισμένη να τελέσει το έγκλημά της. Έτσι μια ημέρα μετά την πρώτη προσπάθεια να πραγματοποιήσει την επίθεσή της, εκτέλεσε εν τέλει το εγκληματικό της σχέδιο. Μετέβη με ταξί στον τόπο εργασίας της Ιωάννας και έχουσα «την ίδια ακριβώς περιβολή και εμφάνιση», όπως και την προηγούμενη ημέρα και «φέρουσα μαζί της δοχείο που περιείχε μεγάλη ποσότητα από υγρό διάλυμα θειικού οξέως εξαιρετικά μεγάλης πυκνότητας», επιτέθηκε στην 35χρονη. «Κατέβηκε στον υπόγειο χώρο (σ.σ. στην είσοδο των γραφείων που εργάζονταν η άτυχη κοπέλα), κρύφτηκε και παραφύλαγε αναμένοντας την εμφάνιση της θανάσιμης εχθρού της».
Συγκεκριμένα, οι στιγμές της επίθεσης περιγράφονται ως εξής στο δικαστικό έγγραφο: Όταν έφτασε η Ιωάννα στο ισόγειο και ανέμενε την έλευση του ανελκυστήρα η κατηγορουμένη εμφανίστηκε αιφνιδιαστικά μπροστά της. Τότε, «χωρίς να της απευθύνει καθόλου το λόγο την περιέλουσε ακαριαία από εγγύτατη απόσταση με μεγάλη ποσότητα του ως άνω λίαν τοξικού υγρού στοχεύοντας κυρίως προς το πρόσωπό της. Αμέσως η παθούσα αισθάνθηκε, λόγω της καυστικότητας του οξέως, αφόρητους πόνους και άρχισε να κραυγάζει ζητώντας βοήθεια … Ακολούθως ειδοποιήθηκαν οι συνάδελφοί της και χωρίς χρονοτριβή μεταφέρθηκε συνοδευομένη στο νοσοκομείο Μετροπόλιταν….». Τις στιγμές εκείνες η 36χρονη «επωφεληθείσα της αναταραχής από τις κραυγές της παθούσας και το πολυσύχναστο της κεντρικής οδού Ελ. Βενιζέλου, τη διέσχισε τρέχοντας, εισήλθε σε ταξί που την ανέμενε» και την επόμενη ημέρα «της δολοφονικής απόπειρας μετέβη κανονικά στην εργασία της».
«Ο ανθρωποκτόνος δόλος»
Από την επίθεση η Ιωάννα υπέστη μεγάλη βλάβη ενώ κινδύνευσε να χάσει και τη ζωή της. Ο Γολγοθάς της με τα δεκάδες χειρουργεία για την απόκατάσταση των εγκαυμάτων της μόλις ξεκινούσε. Όπως αναφέρει το βούλευμα: «Από την πλήξη της με το εξαιρετικά επικίνδυνο ως άνω καυστικό υγρό, εν όψει της ποσότητας που δέχθηκε και της πυκνότητας της σύστασης του (λόγω της μη αραίωσης του) η παθούσα θα μπορούσε να έχει καταλήξει συνεπεία της σοβαρής έκθεσής της στη διαβρωτική των ιστών δράση του. Τελικώς η παθούσα απέφυγε το μοιραίον. Πλην όμως υπέστη εκτεταμένα (σε συνολική επιφάνεια 20% του σώματός της) χημικά εγκαύματα ολικού δερματικού πάχους σε ζωτικές περιοχές (πρόσωπο, τριχωτό της κεφαλής, λαιμός, κορμός, στήθος, άνω άκρα). Ειδικότερα το πτερύγιο του αριστερού της ώτος κάηκε καθολικά, η αριστερή πλευρά του προσώπου και του τραχήλου ήταν βαθιά καμένη και υπέστη έγκαυμα αριστερού οφθαλμού και βλεφάρων. Τα εν λόγω εγκαύματα ήταν βαρύτατα και αφορούσαν, εκτός των άλλων, τις αεροφόρους οδούς, πλησίον της ρινός και της στοματικής κοιλότητας. Λόγω δε της έκλυσης ατμών από την επαφή θειικού οξέος με το δέρμα (εξωθερμική αντίδραση) υπήρξε σοβαρότατη πιθανότητα η παθούσα να εισπνεύσει τους παραχθέντες ατμούς από τη μύτη ή το στόμα, με άμεσο κίνδυνο ζωής της λόγω καταστροφής των πνευμόνων. Το αυτό επίσης και στην περίπτωση κατάποσής του, λόγω θανατηφόρας διάβρωσης του οισοφάγου ή των μεγάλων αγγείων του τραχήλου, εξαιτίας της εις βάθος δράσης του οξέος και της εσωτερικής αιμορραγίας που προκαλεί…».
Οι δικαστές με το βούλευμά τους δέχθηκαν πλήρως την επιχειρηματολογία του εισαγγελέα για παραπομπή σε δίκη της 36χρονης για το αδίκημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας. Όπως αναφέρουν στο βούλευμά τους, είναι προφανής ο ανθρωποκτόνος δόλος της κατηγορουμένης και ευκρινώς συνάγεται: «α) από το μέσο της επίθεσης, ήτοι καυστική χημική ουσία μεγάλης επικινδυνότητας β) από τη σοβαρή ποσότητα αυτής που έριψε κατά της παθούσας και την μεγάλη πυκνότητα της σύστασης της, που την καθιστούσε επαρκή για τη θανάτωση της τελευταίας σε περίπτωση κατάποσης ή εισπνοής της γ) από την εγγύτητα και την ορμή της εκδήλωσης της επίθεσής της δ) από τα ζωτικά σημεία του σώματος του θύματος στα οποία το έπληξε (στοματική κοιλότητα, αναπνευστικές οδοί, οφθαλμοί, πρόσωπο) και ε) από την τελικώς επελθούσα βλάβη σε καίρια όργανα αυτού».
«Δεν ήθελα να τη σκοτώσω»
Από την πλευρά της, η κατηγορούμενη όταν είχε απολογηθεί συμπληρωματικά στη ανακρίτρια τον περασμένο Απρίλιο (την πρώτη φορά είχε κάνει χρήση του δικαιώματος της σιωπής) είχε υποστηρίξει πως δεν ήθελε να σκοτώσει την Ιωάννα. «Με την κίνησή μου αυτή δεν ήθελα να την σκοτώσω. Δεν στόχευσα ποτέ να τη σκοτώσω αλλά να την πονέσω και να την τραυματίσω. Απλώς ποτέ δεν φαντάστηκα ότι η απερίσκεπτη μου αυτή η ενέργεια θα προξενούσε σε τέτοια έκταση ζημιά και ένα μεγάλο Γολγοθά που θα διανύει και θα διανύσει σε βάθος χρόνου. Μακάρι να γύριζα το χρόνο πίσω, να μην είχε συμβεί τίποτα από όλα αυτά σε κανέναν. Λυπάμαι πολύ για το αποτέλεσμα αυτό. Για αυτό αναλαμβάνω πλήρως την ευθύνη αυτής της πράξης θα τιμωρηθώ και καλώς θα τιμωρηθώ», είχε πει χαρακτηριστικά στην απολογία της δηλώνοντας μάλιστα πως δεν αποδέχεται την κατηγορία της απόπειρας ανθρωποκτονίας αλλά το αδίκημα της σωματικής βλάβης.
Στην απολογία της η κατηγορούμενη υποστήριξε πως είχε αποκτήσει μια αρρωστημένη εμμονή με την Ιωάννα. «Τη θεώρησα υπεύθυνη για ένα πολύ προσωπικό ζήτημα το οποίο ήταν πολύ σημαντικό για εμένα. Ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και με έκανε να δω τα πράγματα από άλλη οπτική γωνία. Δεν θέλω να το αναπτύξω περαιτέρω ώσπου να φτάσει η υπόθεση στο ακροατήριο και να ειπωθούν όλες οι αλήθειες. …», είχε αναφέρει χαρακτηριστικά.
Απαντώντας, δε, σε ερωτήσεις της ανακρίτριας είχε καταθέσει ότι η ποσότητα από βιτριόλι που έριξε στην Ιωάννα δεν ήταν μεγάλη και πως δεν γνώριζε ότι «θα προκληθεί τόσο μεγάλη ζημιά». Σε άλλη ερώτηση της ανακρίτριας για το πώς προμηθεύτηκε το καυστικό υγρό, η κατηγορουμένη είχε πει: «Για την πράξη ανεύρεσης και την προμήθεια του καυστικού υλικού είμαι μόνο εγώ υπεύθυνη και κανείς άλλος. Δεν θέλω να απαντήσω από που το προμηθεύτηκα». Ολοκληρώνοντας την απολογία της η 36χρονη είχε ζητήσει «μία δίκαιη δίκη και μια δεύτερη ευκαιρία» αλλά και «συγνώμη» για τις πράξεις της.