Η απόφαση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα για αποχώρηση του κόμματός του από τις κοινοβουλευτικές ψηφοφορίες, η ρύθμιση για το κόμμα Κασιδιάρη και τα μετεκλογικά σενάρια, βρέθηκαν στο επίκεντρο της συνέντευξης του υπουργού Επικρατείας, Γιώργου Γεραπετρίτη, στο κεντρικό δελτίο της ΕΡΤ1.
Στο πρώτο ερώτημα, ειδικότερα, γιατί η κυβέρνηση κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία για τραμπισμό, δεδομένου ότι ο τ. Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής Ντόναλντ Τραμπ έκανε κάτι εντελώς διαφορετικό, στέλνοντας τους υποστηρικτές του στο Καπιτώλιο, ο υπουργός Επικρατείας απάντησε ως εξής:
«Το πολίτευμά μας είναι συντεταγμένο και λειτουργεί με κοινοβουλευτικούς κανόνες. Οι δυνατότητες που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ, έχουν εξαντληθεί με την πρόταση δυσπιστίας που ανέδειξε τους συσχετισμούς πολιτικών δυνάμεων. Η κίνηση αυτή είναι υπονομευτική του κοινοβουλευτισμού και πρέπει να καταλάβουμε όλοι, ότι οι θεσμοί δεν είναι ένα θεατρικό παιχνίδι αλλά μια συνθήκη επιβίωσης της δημοκρατίας μας».
Ερωτηθείς για την επικείμενη ρύθμιση που θα αφορά στο κόμμα Κασιδιάρη, ο Γ. Γεραπετρίτης υπογράμμισε πως «η δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος θα πρέπει να διαφυλαχθεί. Θα πρέπει οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου να βρουν το θάρρος να εξαντλήσουν κάθε συνταγματική δυνατότητα, έτσι ώστε να εμποδίσουν τα κόμματα εκείνα, τα οποία εκμεταλλεύονται την ανοχή της δημοκρατίας για να έλθουν στο τέλος να αμφισβητήσουν την ίδια τη λογική της. Ο πρωθυπουργός έχει δηλώσει ότι η κυβερνητική πλειοψηφία θα έλθει στη Βουλή με συγκεκριμένη πρόταση, η οποία θα πατάει πάνω στην υφιστάμενη διάταξη. Σήμερα, με πρωτοβουλία της κυβέρνησης και συναίνεση όλου του πολιτικού κόσμου, από το 2021, υφίσταται διάταξη η οποία εμποδίζει κάποιον που έχει καταδικασθεί για εγκληματική οργάνωση, να συμμετέχει στην ηγετική ομάδα ενός κόμματος. Πάνω σε αυτή τη διάταξη θα κινηθούμε, έτσι ώστε να εμποδισθούν οι ολοκληρωτισμοί που φαίνεται ότι επιβουλεύονται τη δημοκρατία. Δεν μπορούμε να διανοηθούμε ότι η επόμενη Βουλή θα έχει στους κόλπους της άτομα που την επιβουλεύονται».
Επιπλέον, «εκείνοι οι οποίοι έχουν καταδικασθεί ως εγκληματική οργάνωση, δεν μπορούν να ηγούνται πολιτικού κόμματος. Είτε φαινομενικά, είτε πραγματικά. Δεν εμποδίζεται κανένας να είναι υποψήφιος, δεν μπορεί όμως να είναι στην ηγετική ομάδα. Υπάρχει και μια βασική λογική στα ζητήματα αυτά» ανέφερε εξηγώντας συγχρόνως ότι «το ίδιο το Σύνταγμα, στο άρθρο 29, απαιτεί ότι τα κόμματα πρέπει να εξυπηρετούν τη δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος. Εάν αυτή τη στιγμή υπάρχουν πολιτικά κόμματα, τα οποία, προϊόντος του χρόνου έχουν αναπτύξει εγκληματική οργάνωση, δεν ομιλούμε για λειτουργία πολιτικού κόμματος, αλλά κοινή οργάνωση του ποινικού δικαίου. Η ώσμωση ποινικής εγκληματικής οργάνωσης και κόμματος δεν μπορεί να υπάρξει», διεμήνυσε επίσης.
Στο θέμα της συναίνεσης με την αντιπολίτευση, ο υπουργός Επικρατείας δήλωσε εξάλλου: «Έχουμε καλέσει τα κόμματα σε ένα δημιουργικό διάλογο. Όπως το 2021, έτσι και τώρα, θα πρέπει να συνταχθούν όλες οι δημοκρατικές δυνάμεις του τόπου».
Κατά τον Γ. Γεραπετρίτη, «η αναφορά στο ναζισμό ή το ρατσισμό, είναι έννοιες εξ ορισμού αόριστες και πολύ ευρείες. Όσο πιο ευρύ είναι το πλαίσιο το οποίο εισάγεις, έτσι ώστε να εμποδίσεις κάποιον με ακραίας απόψεις να μπει στη Βουλή, τόσο διατρέχεις τον κίνδυνο, αφενός να είναι πάρα πολύ ανοιχτή (η διάταξη) και να καταλάβει πολλές περιπτώσεις που δεν ήθελες να καταλάβει, αφετέρου να μην καταλάβει εκείνη την οποία θέλεις. Για μας οι αόριστες έννοιες ναζισμός, ρατσισμός, ολοκληρωτισμός, φασισμός, βεβαίως δεν πρέπει να υπάρχουν στη Βουλή, αλλά όμως μόνον πολιτικά. Νομικά, εκείνο το οποίο δεν πρέπει να υπάρχει, είναι μια ώσμωση πολιτικού κόμματος και εγκληματικής οργάνωσης». Ο υπουργός, έκλεισε την σχετική αναφορά, προαναγγέλοντας ότι «τις αμέσως προσεχείς ημέρες» θα έλθει στο Κοινοβούλιο η σχετική διάταξη.
Στο κεφάλαιο των μετεκλογικών σεναρίων, υπογράμμισε την «στρατηγική επιδίωξη της Νέας Δημοκρατίας» που είναι «να κερδηθούν οι εκλογές, οι οποίες είναι ένα σύνολο. Οι πρώτες εκλογές είναι εκείνες οι οποίες αναδεικνύουν τον πρωθυπουργό. Σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση δίνουμε όλη μας την δύναμη, πιστεύοντας ότι ο ελληνικός λαός θα μας εμπιστευθεί για μια αυτοδύναμη κυβέρνηση και μια αυτοδύναμη Ελλάδα».
Στο ερώτημα περί του χρόνου των εκλογών, επανέλαβε ότι «ο πρωθυπουργός έχει τοποθετηθεί ότι οι εκλογές θα γίνουν Απρίλιο ή Μάιο». Ζητούμενο, προσέθεσε, είναι «η ανάδειξη μιας ισχυρής, σταθερής κυβέρνησης που θα αντιμετωπίσει τις προκλήσεις. Δεν είμαστε καθόλου αυτήν την εποχή για πολιτικούς πειραματισμούς. Νομίζω ότι ο ελληνικός λαός, με τα σφάλματα, τις παραλείψεις που έχουμε κάνει, σε ορισμένες περιπτώσεις εκείνα τα οποία δεν έχουμε παραδώσει, θα μας εμπιστευθεί έτσι ώστε να συνεχίσουμε το έργο μας», εκτίμησε ακόμη.
Εν συνεχεία, «η απλή αναλογική την οποία έφερε ο ΣΥΡΙΖΑ, νομίζω αποκλειστικά και μόνον για λόγους πολιτικού καιροσκοπισμού, συνιστά μια βόμβα για τη σταθερότητα της ελληνικής πολιτείας. Η κυβερνητική σταθερότητα είναι η βασική διακύβευση που θα πρέπει όλοι να υπηρετούμε. Για μας, η πρώτη Κυριακή είναι πάρα πολύ σημαντική, διότι θα αναδείξει τον ηγέτη πρωθυπουργό και τη δυναμική. Για να αποκτήσουμε αυτοδύναμη κυβέρνηση, κατά πάσα βεβαιότητα θα έχουμε δεύτερες εκλογές».
Επιπροσθέτως, «έχει παραχθεί ένα έργο που δεν έχει συντελεσθεί στην Μεταπολίτευση. Το εκλογικό σώμα αντιλαμβάνεται ότι το έργο πρέπει να συνεχισθεί, να ολοκληρωθεί. Έχω βαθύτατη πεποίθηση ότι θα κατακτήσουμε την αυτοδυναμία, η οποία θα μας οδηγήσει σε μία ακόμη πιο ισχυρή και αυτοδύναμη Ελλάδα».
Στους ισχυρισμούς της αξιωματικής αντιπολίτευσης για πιθανό εκβιασμό της ΝΔ προς το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής, απάντησε δε, ως εξής: «Εν πρώτοις αντιλαμβάνομαι ως ευφυολόγημα την κριτική για πιθανή συγκυβέρνηση ΝΔ και ΚΙΝΑΛ, από εκείνους που συγκυβέρνησαν με την Ακροδεξιά και τους ΑΝΕΛ για 4,5 χρόνια, φέρνοντας την Ελλάδα στο χείλος της πραγματικής οικονομικής καταστροφής και έλλειψης κοινωνικής συνοχής Το δεύτερο ζητούμενο είναι απλούστερο: ο ελληνικός λαός μας τάζει σε όλες τις θέσεις. Εάν τάξει την ΝΔ στην αυτοδύναμη θέση – που πιστεύω ότι αυτό θα έχουμε στο τέλος της ημέρας – τότε θα κυβερνήσουμε με τον τρόπο που το έχουμε κάνει και πιστεύω ακόμη καλύτερα, για να ολοκληρώσουμε το έργο μας. Εάν όχι, τότε θα αναζητήσουμε εντός του συνταγματικού πλαισίου τις λύσεις εκείνες οι οποίες είναι δυνατές, για να μπορέσουμε να έχουμε συνέχεια και σταθερότητα. Ζήσαμε στο πετσί μας τα τελευταία 3,5 χρόνια, ότι η κανονικότητα είναι δυστυχώς, μια διαρκής κρίση. Και στις διαρκείς κρίσεις είναι πολύ σημαντικό να έχεις μια κυβέρνηση η οποία είναι ισχυρή και δεν υπάρχει η διακύβευση της οποιασδήποτε διχόνοιας ή διάσπασης», σημείωσε με έμφαση.
Η συνέντευξη έκλεισε με το αίτημα της μείζονος αντιπολίτευσης να παραιτηθεί ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Τάκης Θεοδωρικάκος για τα φαινόμενα διαφθοράς εντός της Ελληνικής Αστυνομίας. «Εάν είχαμε εισακούσει όλα τα αιτήματα του ΣΥΡΙΖΑ για παραιτήσεις υπουργών, τότε είναι προφανές αυτή τη στιγμή, ότι θα έπρεπε να είχαμε ανατρέξει στην κοινωνία των πολιτών για υπουργούς. Κάθε εβδομάδα, κάθε μήνα, ο ΣΥΡΙΖΑ ζητά και από μία παραίτηση υπουργού», σχολίασε εισαγωγικώς.
Ως προς την ουσία της υπόθεσης, «αυτή τη στιγμή πράγματι αναδεικνύονται ορισμένα ζητήματα που έχουν να κάνουν με διαρθρωτικά θέματα της Ελληνικής Αστυνομίας. Στο πλαίσιο αυτό, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη έχει ήδη διατάξει την κίνηση όλων των νόμιμων ενεργειών στο πλαίσιο του εσωτερικού ελέγχου, έχουν γίνει οι αναγκαίοι έλεγχοι και θα υπάρξουν πορίσματα. Έχουν ήδη σταλεί στην εισαγγελία οι αναγκαίοι φάκελοι, δεν υπάρχει καμία απολύτως περίπτωση να μην διαλευκανθούν όλες οι υποθέσεις. Θα πρέπει να υπάρξει και στην αστυνομία μια κάθαρση, είναι ένας πολύ σημαντικός βραχίονας για το ελληνικό Δημόσιο, αναγκαίος βραχίονας για την τήρηση της δημόσιας τάξης. Από την άλλη πλευρά, όπου υπάρχουν νησίδες διαφθοράς, σας διαβεβαιώνω ότι θα υπάρξει απόλυτη κάθαρση», τόνισε κλείνοντας.