
Γιατί βλέπουμε όνειρα: Τα ερεθίσματα και οι διάρκειά τους – Οι καταγραφές αρχαίων λαών, των Ελλήνων μέχρι τον Μεσαίωνα
Περίπου έξι χρόνια της ζωής μας θα τα περάσουμε στον κόσμο των ονείρων. Τις περισσότερες φορές, θα έχουμε δει τον εαυτό μας να πέφτει από κάποιο ύψος, να καταδιώκεται, να πρωταγωνιστεί σε σκηνικά αμηχανίας -όπως να βρίσκεται γυμνός μέσα στο πλήθος-, να πετά ή να μην μπορεί να κουνηθεί, να βιώνει την απώλεια κάποιου προσώπου ή και δοντιών.
Τα όνειρα μας στοιχειώνουν και μας μαγεύουν από καταβολής κόσμου, πολύ πριν την πρώτη καταγραφή τους σε σφηνοειδή γραφή, γύρω στο 2500 π.Χ.. Η επιστήμη έχει αναρωτηθεί ακόμα και για τις ενύπνιες εμπειρίες των Νεάντερνταλ που, το πιθανότερο, δεν διέφεραν πολύ από τις δικές μας.
Από τις αρχαίες τελετές ύπνωσης έως τους ονειροκρίτες και από την ψυχανάλυση έως τη σύγχρονη νευροεπιστήμη, τα όνειρα παραμένουν από τα πιο συναρπαστικά μυστήρια για τον άνθρωπο, ο οποίος προσπαθεί ακούραστα να τα αποκωδικοποιήσει όσο και εκμεταλλευτεί για να λάβει απαντήσεις -για τα μελλούμενα, για τα βάθη της ψυχής, για ασθένειες που απειλούν τη γνωστική υγεία, όπως οι νόσοι Αλτσχάιμερ και Πάρκινσον.
Γιατί βλέπουμε όνειρα
Κάθε βράδυ, ο εγκέφαλός μας σκηνοθετεί και προβάλλει περίπου 4-6 ταινίες (πολύ) μικρού μήκους, διάρκειας λίγων δευτερολέπτων ως 30 λεπτών. Τα όνειρα -και δη τα ζωηρά- έρχονται στο βαθύ στάδιο του ύπνου, που χαρακτηρίζεται από τη γρήγορη κίνηση των ματιών (Rapid Eye Movement – REM). Είναι και αυτά που θυμόμαστε τις περισσότερες φορές, με πιθανότητες 80%, σε αντίθεση με όνειρα που είδαμε στα προηγούμενα στάδια του ύπνου (NREM), σε ποσοστό κάτω από 10%.
Διάφορες θεωρίες έχουν επιχειρήσει να εξηγήσουν γιατί συμβαίνουν τα παραπάνω. Σύμφωνα με την παλιά υπόθεση τηςενεργοποίησης-σύνθεσης, τα όνειρα είναι σαν παζλ που φτιάχνει ο εγκέφαλός μας αντιδρώντας σε τυχαία ερεθίσματα. Στη θεωρία της αυτοοργάνωσης, τα όνειρα είναι υποπροϊόντα σωματικών και ψυχολογικών διεργασιών για το ξεσκαρτάρισμα στις πληροφορίες και αναμνήσεις της ημέρας.
Δύο άλλες θεωρίες είναι αυτή της προσομοίωσης της απειλής, που βλέπει τα όνειρα ως εξελικτικό εργαλείο που προετοιμάζει για πιθανούς κινδύνους-σαν πρόβα επιβίωσης- και εκείνη της δημιουργικότητας, που προτείνει ότι τα όνειρα απελευθερώνουν τη φαντασία μας, οδηγώντας σε νέες ιδέες.
Η ονειροκριτική των Αρχαίων
Στους αρχαίους πολιτισμούς της Ελλάδας και της Αιγύπτου, τα όνειρα θεωρούνταν ιερά, ένας δίαυλος επικοινωνίας με το θείο ή τον κόσμο των νεκρών. Στα Ασκληπιεία, οι ασθενείς ήλπιζαν ο ύπνος μέσω εγκοίμησης να φέρει τον Ασκληπιό στο όνειρό τους, για να τους αποκαλύψει τη θεραπεία. Σε πάπυρο, που χρονολογείται γύρω στο 1200 π.Χ., αναφέρεται ο ύπνος μιας στείρας και απελπισμένης Αιγύπτιας στον ναό του Ιμχοτέπ. Εκεί, ο θεός εμφανίστηκε και της υπέδειξε μια θεραπεία με βότανα και νερό, που τη βοήθησε να συλλάβει.
Για την προφητική λειτουργία των ονείρων έφραψε ο Αρτεμίδωρος ο Δαλδιανός στην Ονειροκριτική (2ος αιώνας μ.Χ.), υποστηρίζοντας ότι μπορούσαν να αποκαλύψουν τη μοίρα κάθε ανθρώπου. Στη Μεσοποταμία τα όνειρα θεωρούνταν θεόσταλτα μηνύματα ή οιωνοί. Στο Έπος του Γκιλγκαμές (περ. 2100–1200 π.Χ.), το τσεκούρι που βλέπει στον ύπνο του ο βασιλιάς της Ουρούκ να πέφτει από τον ουρανό, ερμηνεύεται από τη μητέρα του, Νινσούν, ως σημάδι για την επικείμενη φιλία του με τον Ενκιντού.
Στη βιβλιοθήκη του Ασουρμπανιπάλ ανακαλύφθηκαν ονειροκρίτες με παράδοξες, συμβολικές ερμηνείες, όπως ότι η ούρηση προς τον ουρανό σημαίνει την άνοδο του γιου και την πτώση του πατέρα. Στην Αίγυπτο, οι ιερείς ερμήνευαν τα όνειρα επικαλούμενοι κυρίως τον Μπες, έναν νανόμορφο θεό με αυτιά λιονταριού.
Η παράδοση της ονειρομαντείας είναι παγκόσμιο πολιτισμικό χαρακτηριστικό: από τις Βέδες των Ινδών, που περιέγραφαν την περιπλάνηση της ψυχής κατά τον ύπνο, μέχρι τους Αβορίγινες της Αυστραλίας και τη δημιουργία του κόσμου από τα όνειρα των αρχέγονων πνευμάτων.
Μεσαιωνικά οράματα και έγκυοι προφήτισσες
Στην Ευρώπη του πρώιμου Μεσαίωνα, τα όνειρα θεωρούνταν θεϊκές αποκαλύψεις με ρίζες σε αρχαίες παραδόσεις, όπως τα ονειροκριτικά βιβλία της Μεσοποταμίας. Μολονότι οι άγιοι και οι βασιλείς διεκδικούσαν το μονοπώλιο των ουράνιων οραμάτων, τα θρησκευτικά όνειρα εμφανίζονταν και σε απλούς χριστιανούς, στους λαϊκούς.
Οι αφηγήσεις αυτές, που διατηρούνταν σε εκκλησιαστικά κείμενα και περιλάμβαναν ανευρέσεις λειψάνων έως προφητείες εγκύων, φανερώνουν μια μυστικιστική κουλτούρα που κληρονομήθηκε από την ύστερη αρχαιότητα, σύμφωνα με την οποία τα όνειρα ήταν γέφυρες ανάμεσα στα εγκόσμια και το υπερφυσικό.
Οι κληρικοί, ως κληρονόμοι των βιβλικών αντιλήψεων, θεωρούσαν τα όνειρα μηνύματα από τον Θεό -όπως τα όνειρα του Ιωσήφ με τα δεμάτια που τον προσκυνούσαν- και τους εαυτούς τους αποκλειστικούς ερμηνευτές τους, ικανούς να διακρίνουν τη θεία βούληση από τις παγανιστικές επιρροές. Ο διαχωρισμός που έκανε ο Τερτυλλιανός μεταξύ κληρικών και λαϊκών -και εδραιώθηκε από τα συμβούλια των Μεροβίγγειων-, υποβίβασε τα όνειρα των δεύτερων ως πνευματικά υποδεέστερα, όχι όμως άνευ αξίας.
Οι ειδικοί στέκονται σε τρία σημεία: στα οράματα των λαϊκών, που αποκάλυπταν τόπους με λείψανα μαρτύρων, ενισχύοντας τη λατρεία των επισκόπων, στα εκκλησιαστικά κείμενα, που καταδίκαζαν την ονειροκριτική ως παγανιστική, και στα
προφητικά όνειρα των εγκύων, τα οποία φανέρωναν προσωπικές αποκαλύψεις που οι κληρικοί ήθελαν να ελέγχουν. Δεν υπάρχει ομοφωνία μεταξύ ιστορικών για την επιβολή μιας«χριστιανικής κουλτούρας των ονείρων» από την εκκλησία, όμως η σχέση ανάμεσα στον έλεγχο των κληρικών και την αντίσταση των λαϊκών φαίνεται να δείχνει μια διαδικασία διαπραγμάτευσης εντός μυστικιστικού πλαισίου.
Τα παράθυρα της ψυχής
Ο 19ος αιώνας «κατέβασε» τα όνειρα από τον ουρανό στα βάθη της ψυχής. Ο πατέρας της ψυχανάλυσης, Σίγκμουντ Φρόιντ, στο βιβλίο του Η Ερμηνεία των Ονείρων (1899), τα παρουσίασε ως κεκαλυμμένη εκπλήρωση καταπιεσμένων επιθυμιών, ως πύλες προς το ασυνείδητο, όπως συμβαίνει στο όνειρο με την ένεση της Ίρμα. Εκεί, ο Φρόιντ ρίχνει την ευθύνη στη βρώμικη σύριγγα άλλου γιατρού, και διώχνει τις ενοχές για την ασθενή που εξακολουθεί να υποφέρει, εκπληρώνοντας μια κρυφή επιθυμία του.
Το φροϋδικό όνειρο είναι παράθυρο στην ψυχή, μια φανερή «εικόνα» που κρύβει επιθυμίες και συναισθήματα. Παρά τις επικρίσεις που δέχτηκε, ειδικά για θεωρίες όπως το σύμπλεγμα του Οιδίποδα, η βασική σκέψη του Φρόιντ παραμένει επίκαιρη: τα όνειρα είναι το μέσο επεξεργασίας καταπιεσμένων συναισθημάτων.
Επηρεασμένος από τις ανακαλύψεις του Φρόιντ, ο Κάρλ Γιουνγκ προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, ορίζοντας τα όνειρα, όχι ως προσωπική καταπίεση, αλλά ως μωσαϊκό του συλλογικού ασυνείδητου, ένα κοινό, βαθύτερο επίπεδο ψυχής που μοιράζονται όλοι οι άνθρωποι. Η προσέγγισή του άνοιξε νέους δρόμους στην ψυχολογία, μετατρέποντας τα όνειρα από απλά ψυχικά «υπολείμματα» σε εργαλεία αυτογνωσίας, μακριά από τις θεϊκές ή μυστικιστικές ερμηνείες της εποχής. Όπως και για τον Φρόιντ, η σωστή κατανόηση των ονείρων απαιτούσε πλέον αυστηρή επιστημονική προσέγγιση και όχι απλή ερμηνεία ή ενστικτώδη «ανάγνωση».
Σημάδια νευρολογικών διαταραχών
Οι νευροεπιστήμονες στρέφουν όλο και περισσότερο το βλέμμα τους στα όνειρα, τα παράθυρα, όπως φαίνεται, στη λειτουργία του εγκεφάλου. Υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για τα συνειδητά όνειρα, κατά τα οποία το άτομο αντιλαμβάνεται ότι βρίσκεται σε όνειρο και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να επηρεάσει την εξέλιξή του ή ακόμα και να ξυπνήσει. Έχει συμβεί τουλάχιστον μία φορά στους μισούς ανθρώπους, ενώ 1 στους 10 βλέπει συχνά τέτοια όνειρα, ενώ συνδέονται με αυξημένη δραστηριότητα στον προμετωπιαίο και βρεγματικό φλοιό, περιοχές που σχετίζονται με την αυτογνωσία.
Σε μια πρωτοποριακή έρευνα, επιστήμονες κατάφεραν να επικοινωνήσουν με άτομα ενόσω ονειρεύονταν, θέτοντας ερωτήσεις και λαμβάνοντας απαντήσεις σε πραγματικό χρόνο, ανοίγοντας νέους δρόμους στη μελέτη του νου και καλύτερη διαχείριση διαταραχών όπως η κατάθλιψη, το άγχος και το τραύμα.
Και τα απλά όνειρα αποκαλύπτουν στοιχεία για την υγεία. Έρευνες δείχνουν ότι άνθρωποι που ονειρεύονται συχνά ότι πνίγονται ή δεν μπορούν να αναπνεύσουν μπορεί να έχουν αδιάγνωστη υπνική άπνοια. Επαναλαμβανόμενοι εφιάλτες ή ασυνήθιστες συμπεριφορές κατά τη φάση REM, όπως κλωτσιές ή φωνές στον ύπνο, αποτελούν συχνά πρώιμα σημάδια νόσου Πάρκινσον ή άνοιας, που αντικατοπτρίζουν αλλαγές σε βαθύτερες εγκεφαλικές δομές. Στην περίπτωση της νόσου Αλτσχάιμερ, έχει παρατηρηθεί ότι η συρρίκνωση της φάσης του ύπνου REM και η ατροφία του φλοιού μειώνουν ή εξαφανίζουν τα όνειρα, κάτι που φαίνεται να σχετίζεται άμεσα με την απώλεια μνήμης.
Μελέτες σε εγκεφαλικές βλάβες δείχνουν ότι ορισμένες περιοχές, όπως η συμβολή του κροταφικού, βρεγματικού και ινιακού λοβού, διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην ανάκληση των ονείρων, επιβεβαιώνοντας τις βαθιές νευροβιολογικές ρίζες τους.
Τα όνειρα στη διάρκεια της ζωής
Τα όνειρα αλλάζουν με την ηλικία και τις παραστάσεις. Τα ζώα, τα περίεργα πλάσματα και ο φόβος της εγκατάλειψης που στοιχειώνουν τον ύπνο των παιδιών, αντανακλούν την αγωνία τους απέναντι σε έναν κόσμο που μοιάζει τεράστιος. Στην
εφηβεία, τα όνειρα «ενηλικώνονται» σταδιακά και αρχίζουν γίνονται πιο επιθετικά και σεξουαλικά, ενώ στις μεγαλύτερες ηλικίες αρχίζουν να ηρεμούν.
Κοντά στα 60, οι ηλικιωμένοι αρχίζουν να βλέπουν συχνότερα γαλήνια όνειρα. Ακόμη και όταν η παρουσία του θανάτου στον ύπνο γίνεται εντονότερη, τα όνειρα με ανθρώπους που έφυγαν από τη ζωή προσφέρουν παρηγοριά. Ο ύπνος γίνεται χρονομηχανή για ταξίδια στο παρελθόν, αλλά όχι πάντα ευχάριστα.
Ο 74χρονος γιατρός Paul Volberding μίλησε στην Washington post για μια εικόνα που επανέρχεται τακτικά στον ύπνο του: είναι από τις ημέρες του στο Γενικό Νοσοκομείο του Σαν Φρανσίσκο τη δεκαετία του ’80 και τον αγώνα του να σώσει ασθενείς με AIDS, από τους πολλούς που έχαναν τη μάχη για τη ζωή.
Στην πορεία των χρόνων, με τη μείωση του ύπνου REM και την ωρίμανση του εγκεφάλου, η δυνατότητα να ανακαλούμε όσα είδαμε στον ύπνο μας αρχίζει να εξασθενεί, μέχρι που θα θυμόμαστε πως κάτι ονειρευτήκαμε αλλά όχι τι. Και, κάπως έτσι, ηθελημένα ή μη, θα σταματήσει να μας απασχολεί αν είχαν δίκιο οι αρχαίοι ιερείς, οι προφήτες του Μεσαίωνα, οι σύγχρονοι ονειροκρίτες ή οι ψυχαναλυτές.