Τετάρτη, 25 Δεκεμβρίου, 2024 07:41
ΕλλάδαΚΟΙΝΩΝΙΑ

Handelsblatt: Η Ελλάδα κινδυνεύει να γίνει το γηροκομείο της Ευρώπης






Ακαδημαϊκοί, γιατροί και εξειδικευμένο προσωπικό μεταναστεύουν, το ποσοστό των γεννήσεων μειώνεται δραματικά, η Ελλάδα «αιμορραγεί» και κινδυνεύει να γίνει το γηροκομείο της Ευρώπης, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου η Handelsblatt.

Επικαλούμενη μεταξύ άλλων έκθεση του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) η γερμανική εφημερίδα σημειώνει ότι σήμερα ζουν περίπου 10,7 εκατομμύρια άνθρωποι στη χώρα μας, αλλά οι τουρίστες που θα την επισκεφθούν σε πενήντα χρόνια αναμένεται να βρουν τον μισό πληθυσμό, και μάλιστα γηρασμένο καθώς πολλοί συμπατριώτες μας παίρνουν των ομματιών τους και φεύγουν στο εξωτερικό και αυτοί που μένουν πίσω φέρνουν στον κόσμο ολοένα και λιγότερα παιδιά.

Η δημογραφική αυτή τάση «έχει μαζικές συνέπειες για την οικονομική ανάπτυξη της χειμαζόμενης από την κρίση χώρας και για το μέλλον των ήδη επιβαρυμένων συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας, ενώ η μείωση του πληθυσμού εγείρει και το ερώτημα αν η Ελλάδα θα μπορέσει να αποπληρώσει τα χρέη της», γράφει ο ανταποκριτής της Handelsblatt, Γκερντ Χέλερ.

Από την έναρξη της κρίσης και λόγω της παρατεταμένης ύφεσης, της υψηλότατης ανεργίας και της δραστικής μείωσης κατά ένα τρίτο των μισθών και κατά 40% των περιουσιών των Ελλήνων, πάνω από 360.000 συμπατριώτες μας εγκατέλειψαν την Ελλάδα -ως επί το πλείστον άτομα υψηλού μορφωτικού επιπέδου-. Σύμφωνα με στοιχεία του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών από το 2010 περίπου 18.000 γιατροί αναζήτησαν καλύτερη τύχη στο εξωτερικό, κυρίως στη Βρετανία, τη Γερμανία και τις χώρες του Κόλπου.

«Με τη μετανάστευση δεν χάνει η Ελλάδα μόνον πολλά από τα καλύτερα ταλέντα της, αλλά και τους απογόνους τους. Η μετανάστευση είναι ένας από τους λόγους της μείωσης του ποσοστού των γεννήσεων, ενώ ο έτερος βασικός είναι η οικονομική ανασφάλεια, που οδηγεί πολλά ζευγάρια στο να αποφεύγουν την τεκνοποιία», τονίζει η Handelsblatt επισημαίνοντας ότι προ κρίσης το 2008 οι γεννήσεις έφθασαν τις 140.000 στη χώρα μας και πέρυσι τις 80.000 με αποτέλεσμα η Ελλάδα να βρίσκεται στην προτελευταία θέση πανευρωπαϊκά το 2017 με 8,2 γεννήσεις ανά χίλιους κατοίκους τη στιγμή που ο μέσος όρος στη Γηραιά Ήπειρο κυμαινόταν στις 9,9 γεννήσεις.

Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ ο πληθυσμός της Ελλάδας έφθανε τα 11,123 εκ. κατοίκους το 2011 και το 2018 τα 10,741 εκ. -όσο δηλαδή στα τέλη της δεκαετίας του 1990! Την ερχόμενη δωδεκαετία ο πληθυσμός αναμένεται να συρρικνωθεί κατά άλλους 770.000 κατοίκους, αν το ποσοστό των γεννήσεων παραμείνει στα ίδια επίπεδα, όπως προβλέπει το ΕΚΚΕ και το αργότερα σε πέντε δεκαετίες θα έχει μειωθεί στο μισό – πράγμα που σημαίνει ότι το όριο συνταξιοδότησης θα πρέπει να αυξηθεί από τα 67 στα 73 έτη, σύμφωνα με υπολογισμούς των καθηγητών του Παντείου Πανεπιστημίου Σάββα Ρομπόλη και Βασίλη Μπέτση.

Στην έρευνά τους, προβλέπουν ακόμη ότι ο αριθμός των απασχολουμένων από 4,7 εκ. σήμερα θα πέσει στα 3 εκ. το 2070, ενώ οι άνω των 65 που αποτελούν σήμερα το 21% του πληθυσμού θα αυξηθούν στο 33,3% το 2050!

Βαριές επιπτώσεις και στη βιωσιμότητα του χρέους

«Ο όρος “αρχαίοι Έλληνες” αποκτά λόγω αυτή της δημογραφικής εξέλιξης μια νέα, απειλητική για το μέλλον της χώρας, σημασία», σημειώνει το άρθρο της Handeslblatt. Η υπεργήρανση και η συρρίκνωση του πληθυσμού έχουν βαρύτατες επιπτώσεις για την οικονομική ανάπτυξη, όπως επεσήμαναν οι οικονομολόγοι του thinktank Bruegel, Ζολτ Νταρβας και του ΔΝΤ Μπομπ Τράα. Το Ταμείο ήταν το πρώτο από τους διεθνείς πιστωτές της Ελλάδας που διέβλεψε τον κίνδυνο από τη δημογραφική «βόμβα» για την ανάπτυξη. Και μπορεί να θεωρεί εξασφαλισμένη μέχρι το 2038 τη βιωσιμότητα του χρέους, αλλά από εκεί και μετά βάζει ένα μεγάλο ερωτηματικό, καθώς η χώρα μας θα πρέπει το 2041 να αποπληρώσει χρέος περίπου τεσσάρων δισ., το 2047 άλλα 7,8 δισ. και το 2054 πάνω από 11 δισ. ευρώ – και όσο μειώνεται ο αριθμός των απασχολούμενων και εξασθενεί η ανάπτυξη τόσο δυσκολότερη θα είναι η εξόφληση και αναχρηματοδότηση του χρέους. Γι’ αυτό και το ΔΝΤ περιμένει από το 2040 και μετά νέα αύξηση του ελληνικού χρέους, που μπορεί να επανέλθει το 2060 στα σημερινά δυσθεώρητα επίπεδα.

Είναι αναστρέψιμη η κατάσταση;

Μπορούμε μήπως να ελπίζουμε σε μια αναστροφή αυτής της δημογραφικής εξέλιξης, να περιμένουμε ότι τις επόμενες δεκαετίες οι γεννήσεις θα ανακάμψουν σημαντικά;

Όπως εκτιμά ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και διευθυντής του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων Βύρων Κοτζαμάνης αυτό είναι αδύνατον και εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τους λόγους: Καταρχάς, λέει, ότι ο πληθυσμός των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας τις δυο επόμενες δεκαετίες (των γυναικών δηλαδή αυτών που θα είναι σε ηλικία να τεκνοποιήσουν) αναμένεται να μειωθεί (κατά 300 χιλ. ανάμεσα στο 2018 και το 2035), ενώ ταυτόχρονα δεν υπάρχουν βάσιμες πιθανότητες ότι θα αυξηθεί ο μέσος αριθμός παιδιών που θα φέρουν στον κόσμο οι γυναίκες αυτές. Αλλά ακόμη και αυτό αν γίνει, εάν δηλαδή οι γυναίκες που γεννήθηκαν ανάμεσα στο 1980 και το 2000 αυξήσουν λίγο την γονιμότητά τους, φέρνοντας στον κόσμο κατά μέσο όρο από 1,5 παιδιά έως 1,7-1,8 παιδιά, ο μέσος ετήσιος αριθμός των γεννήσεων την περίοδο 2018-2035 δύσκολα θα ξεπεράσει τις 95.000.

Με δεδομένο ότι οι θάνατοι την ίδια περίοδο θα ανέλθουν στην ευνοϊκότερη των περιπτώσεων στις 135.000 και στη δυσμενέστερη στις 140.000/έτος, ακόμη και αν υιοθετήσουμε το πλέον ευνοϊκό για τις γεννήσεις σενάριο τα φυσικά μας ισοζύγια μέχρι το 2035 δεν πρόκειται να αλλάξουν πρόσημο: θα παραμείνουν αρνητικά κατά 40.000-45.000 ανά έτος.

Με βάση τα δεδομένα αυτά, ακόμη και στην περίπτωση που το μεταναστευτικό ισοζύγιο (έξοδοι-είσοδοι) την ίδια περίοδο παραμείνει μηδενικό -όσοι έξοδοι τόσοι και είσοδοι- το 2035, στην πλέον ευνοϊκή περίπτωση θα είμαστε 700 έως 800 χιλ. λιγότεροι σε σχέση με το 2018, και ασφαλώς λιγότεροι από 10 εκατομμύρια. Φυσικά, αν το μεταναστευτικό ισοζύγιο των επόμενων ετών -μέχρι και το 2035- παραμείνει αρνητικό (όπως και για την περίοδο 2010-2017), ο πληθυσμός της Ελλάδας θα μειωθεί ακόμη περισσότερο, καταλήγει ο καθηγητής.

 

 

 

Πηγή: iefimerida.gr