

Η δικογραφία που παρουσιάζει σήμερα το «ΘΕΜΑ» εξηγεί γιατί δολοφονήθηκαν συγκεκριμένα πρόσωπα, πώς μέσα στις φυλακές συναντώνται κρατούμενοι με διαφορετική προέλευση και φτάνουν ποινικοί και κατηγορούμενοι για τρομοκρατία να «συνομιλούν», επιβεβαιώνοντας τη θεωρία των συγκοινωνούντων δοχείων ανάμεσα στο κοινό έγκλημα και το λεγόμενο αντάρτικο πόλεων.
Δείχνει ακόμη πώς, χωρίς κανέναν δισταγμό, μέλη της εγκληματικής οργάνωσης προχωρούσαν σε απαγωγές και τοποθετούσαν εκρηκτικούς μηχανισμούς για να «διευθετήσουν» οικονομικές διαφορές, αναλαμβάνοντας ρόλο εισπράκτορα. Είναι εκτενής η αναφορά στη δικογραφία για τον εκβιασμό του ιδιοκτήτη ενεχυροδανειστηρίων Ριχάρδου Μυλωνά, με το modus operandi να επαναλαμβάνεται και στον εκβιασμό τουλάχιστον άλλων δύο επιχειρηματιών.
Στην περίπτωση του Ριχάρδου, η συμμορία είχε αναλάβει να «πείσει» τον επιχειρηματία να πληρώσει οφειλές που είχε σε Τούρκο από αγοραπωλησία χρυσού και για να κάνει σαφές ότι δεν αστειευόταν, έβαλε δύο βόμβες σε ισάριθμα καταστήματα της αλυσίδας του Ριχάρδου Μυλωνά, σε Γλυφάδα και Ιλιον, πέρσι το καλοκαίρι. Η συγκεκριμένη περίπτωση είναι ένα παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο η εγκληματική οργάνωση «Τσιγαράδες» ή Ουκρανοί αντιλαμβανόταν τη «διευθέτηση διαφορών, οφειλών μεταξύ πολιτών», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη δικογραφία.
«Πόδι» στη Μύκονο
Η δράση της ομάδας, άλλωστε, είχε απ’ όλα: εγκληματίες-σταρ του υποκόσμου, έναν αόρατο αρχηγό που κατά τις πληροφορίες της Αστυνομίας βρίσκεται στο Ντουμπάι, κινεί από εκεί τα νήματα και αποκαλείται «Εντικ» ή «Φωνή», συμβόλαια θανάτου, λαθρεμπόριο, εκβιάσεις, αρπαγές, εκρήξεις, ξυλοδαρμούς για συνετισμό και εντέλει Μύκονο. Οι κακοποιοί, όπως περιγράφεται στη δικογραφία, επεδίωξαν να επεκτείνουν τη δράση τους στο δημοφιλές νησί με δύο τρόπους.
Ο πρώτος είχε να κάνει με τις κινήσεις τους να στήσουν δουλειές στη Μύκονο με όχημα μαγαζιά σε περιφερειακές περιοχές του νησιού και στόχο να ελέγξουν τη «νύχτα» και να πάρουν όσο γίνεται μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα της «προστασίας». Ο δεύτερος είχε να κάνει με την εμπλοκή τους σε ενδοεταιρική διαμάχη μεταξύ συνεταίρων σε μεγάλη τουριστική επιχείρηση στο νησί. Οι δύο συνέταιροι βρίσκονταν στα μαχαίρια και η οργάνωση του «Εντικ» είχε αναλάβει να βάλει τέλος στη διαμάχη για λογαριασμό του ενός εξ αυτών.
Οπως περιγράφεται αναλυτικά στη δικογραφία, μέλη του εγκληματικού συνδικάτου πήγαιναν καθημερινά στην επιχείρηση, απειλούσαν υπαλλήλους και τον «αντίπαλο» επιχειρηματία, από τον οποίο εκβιαστικά απαίτησαν 200.000 ευρώ για την παροχή προστασίας στην αλυσίδα καταστημάτων που διαθέτει ο συγκεκριμένος σε όλη τη χώρα.
Μέλη της συμμορίας του «Εντικ» εξάλλου, που εκβίαζαν τον συνιδιοκτήτη του εστιατορίου, καταλόγιζαν στον τελευταίο ότι είχε φιλική σχέση με έναν εκ των δύο που είχαν αρνηθεί τη δουλειά του εκβιασμού: «Εγώ σου είπα, θέλεις να είσαι μαζί μας ή θέλεις να είσαι με αυτή την π…α, την καραφλή, που έχει ημερομηνία λήξης; […] Εγώ σου λέω, θέλω να είμαστε φίλοι και ξέρεις πολύ καλά εκ μέρους ποιανού είμαι και μιλάω…», λέει χαρακτηριστικά ένας από τους εκβιαστές στον επιχειρηματία σε συνομιλία που περιλαμβάνεται στη δικογραφία.
«Είναι φαντάσμα…»
Σε άλλη συνομιλία, πάντως, περιγράφεται κατ’ ουσίαν ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί ο «Εντικ» για να καταφέρνει να παραμένει «φάντασμα». Μέλος της ομάδας του σχολιάζει τα αυξημένα μέτρα ασφαλείας που λάμβαναν ως ομάδα στις επικοινωνίες τους, λέγοντας χαρακτηριστικά: «…Ναι, ναι, γιατί φοβούνται αυτοί για να τους συνδέσουμε μετά, ότι είναι μαζί… Αυτός ανοίγει το νούμερο και παίρνει, λέει, αυτός, γιατί φεύγει από μια θέση και πάει σε άλλη… Μπορεί συγκεκριμένες ώρες να πηγαίνει πεντακόσια χιλιόμετρα μακριά, να μιλάει και να κλείνει το τηλέφωνο και να γυρνάει εκεί που είναι, κατάλαβες; Αυτοί προσέχουν πάρα πολύ. Δεν μπορεί να τους βρει κανένας… Είναι φαντάσμα…».
Σε άλλες συνομιλίες, συνεργοί της «Φωνής» ανέφεραν ότι είχε τεράστια δύναμη πυρός, αλλά και ανθρώπους. «…Η μισή Ουκρανία είναι δικιά του να φανταστείς… Εχουν στρατό, στρατό, όχι μαλ…ς. Σοβαρό στρατό».
Μέσα από τις φυλακές
Οι φυλακές ωστόσο αναδεικνύονται σε κομβικό χώρο για τη δράση του εγκληματικού συνδικάτου: τόσο για τη στρατολόγηση και τη συγκρότηση των επιμέρους ομάδων όσο και για τη συνέχιση της δράσης τους στον «έξω κόσμο», αφού το γεγονός ότι είναι έγκλειστοι κάθε άλλο παρά περιορίζει την πορεία τους στην παρανομία, αλλά διαπιστώνεται ότι προχωρούν σε εγκληματικές πράξεις ακόμη και εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων.
Χαρακτηριστικός είναι ο ξυλοδαρμός μέλους των «Πυρήνων της Φωτιάς» μέσα στις Φυλακές Κορυδαλλού. Σύμφωνα με τη δικογραφία που έχει σχηματιστεί από την Αστυνομία, αρχικά ο «Εντικ» απείλησε σε βιντεοσυνομιλία τον συγκεκριμένο κρατούμενο και «ο λόγος των απειλών ήταν η φιλική σχέση που είχε με τον Βασίλη Ρουμπέτη», ο οποίος λίγο καιρό αργότερα δολοφονήθηκε μετά από παραγγελία του «Εντικ», αφού οι δύο άνδρες είχαν άγρια κόντρα μεταξύ τους.
Μετά την επικοινωνία, κρατούμενοι, κατ’ εντολή του «Εντικ», ξυλοκόπησαν το μέλος των «Πυρήνων», και μάλιστα βιντεοσκόπησαν τη δράση τους. Το επεισόδιο σταμάτησε με παρέμβαση σωφρονιστικών. Ο «Εντικ» είχε βάλει στο στόχαστρο γνωστό ποινικό κρατούμενο και ένα ακόμη πρόσωπο, που θεωρούσε ότι τον εμπόδιζαν από το να πάρει τον πλήρη έλεγχο της «νύχτας» – αυτά τα πρόσωπα θεωρείται ότι ήταν οι επόμενοι στη λίστα θανάτου του «Εντικ».
Σύμφωνα με τη δικογραφία, ο ξυλοδαρμός του μέλους των «Πυρήνων της Φωτιάς» (κατέληξε στο νοσοκομείο κρατουμένων των Φυλακών Κορυδαλλού) έγινε γιατί αυτός από κοινού με τον Ρουμπέτη είχαν τοποθετήσει αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς σε μέλη της οργάνωσης, τόσο στην Αθήνα όσο και στη Θεσσαλονίκη, ως αντίποινα για τη δολοφονία του Γιάννη Σκαφτούρου στα Σκούρτα Βοιωτίας το Πάσχα του 2022. Μετά τις βόμβες, μέλη της ομάδας του «Εντικ» απήγαγαν σωφρονιστικό υπάλληλο στη Θεσσαλονίκη, στο σπίτι του οποίου είχαν διαμείνει ο Ρουμπέτης και το μέλος των «Πυρήνων» όταν είχαν πάει για να βάλουν τους εκρηκτικούς μηχανισμούς.
Οι άνθρωποι του «Εντικ» χτύπησαν τον υπάλληλο και από αυτόν πήραν τις πληροφορίες που χρειάζονταν. Αμέσως μετά δολοφονήθηκε ο Ρουμπέτης, τοποθετήθηκαν δύο εκρηκτικοί μηχανισμοί ως «προειδοποίηση» σε πρόσωπα από το αντίπαλο στρατόπεδο και μετά από καιρό χτύπησαν στον Κορυδαλλό το μέλος των «Πυρήνων», που είχε στο μεταξύ συλληφθεί εκ νέου. Ο συγκεκριμένος «δεν κατονόμασε τα άτομα από τα οποία δέχθηκε επίθεση και μετά από μικρό χρονικό διάστημα από τη μετακίνησή του στην ΣΤ’ πτέρυγα (σ.σ.: αυτό είχε γίνει με απόφαση του Αρχιφύλακα) αιτήθηκε και μετακινήθηκε στο σωφρονιστικό κατάστημα Διαβατών Θεσσαλονίκης». Ο ίδιος, πάντως, τήρησε στάση σιωπής και όταν εξετάστηκε από στελέχη του οργανωμένου εγκλήματος.
Θα «φάνε» τον διαφωνούντα
Οι δολοφονίες των Ρουμπέτη, Μουζακίτη και Σκαφτούρου, πάντως, προκάλεσαν ρωγμές στην ίδια την οργάνωση του «Εντικ», αφού πρόσωπο που έως τότε είχε κεντρικό ρόλο διαφώνησε. Οπως αναφέρεται στη δικογραφία του οργανωμένου εγκλήματος, «διαφώνησε με τις ενέργειες αυτές και πλέον φημολογείται ότι θα τον δολοφονήσουν, καθώς γνωρίζει πολλά για τη δραστηριότητα της ομάδας». Ηδη, πάντως, στο σπίτι που έμενε άλλοτε ο συγκεκριμένος εξερράγη βόμβα τον Μάρτιο του 2023.
Το κίνητρο για τη δολοφονία του Βαγγέλη Ζαμπούνη ήταν ότι εκείνος είχε μπει και στη διακίνηση λαθραίων τσιγάρων, πράγμα που αποτέλεσε αιτία πολέμου για τον «Εντικ». Ο Ζαμπούνης, σύμφωνα με την Αστυνομία, ήταν πίσω από εκρήξεις σε σπίτια και αυτοκίνητα μελών της οργάνωσης του «Εντικ» και αυτό τελικά οδήγησε και στη δική του δολοφονία.
Τα «μπουλντόγκ»
Ενας σημαντικός πυρήνας μελών της οργάνωσης που είναι ομογενείς από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης ήταν ήδη έγκλειστοι σε φυλακές, αλλά όχι ανενεργοί στο έγκλημα. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί μεταξύ των στοιχείων της δικογραφίας η ύπαρξη μιας ακόμη ομάδας που έχει έδρα σε περιοχή της Δυτικής Αττικής, οι οποίοι αποκαλούνται «μπουλντόγκ» ή «πίτμπουλ». Ο ρόλος τους είναι να χτυπούν, να εκβιάζουν και να αποσπούν χρήματα από πρόσωπα με μεγάλη οικονομική επιφάνεια.
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, δέκα μέρες μετά τη δολοφονία του Σκαφτούρου απέσπασαν ένα εκατομμύριο ευρώ από επιχειρηματία, ενώ σε άλλες περιπτώσεις χτύπησαν πρόσωπα που μπήκαν στο στόχαστρό τους. Σύμφωνα με καταγγελία που έγινε στην Αστυνομία, μάλιστα, η συγκεκριμένη ομάδα έχει εξασφαλίσει βαρύ οπλισμό.
Οπως επισημαίνεται στη δικογραφία, η Αστυνομία κατάφερε να χαρτογραφήσει τη δράση και τα πρόσωπα της οργάνωσης των «Τσιγαράδων» αξιοποιώντας υλικό και μαρτυρίες μετά από εγκλήματα που είχαν διαπράξει, αλλά και από ανώνυμες καταγγελίες που κατά καιρούς είχαν γίνει και εντέλει «κούμπωσαν» με στοιχεία από την αστυνομική έρευνα.
Οι νέες πληροφορίες, μάλιστα, άλλαξαν την αρχική εικόνα που είχαν οι διωκτικές αρχές για συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως η δολοφονία του Βαγγέλη Ζαμπούνη στον Νέο Κόσμο, που αρχικά είχε θεωρηθεί ότι αποτελούσε αντίποινα από εγχώρια αντίπαλη ομάδα, αλλά τελικά αποδείχτηκε ότι διαπράχθηκε κατόπιν εντολής του «Εντικ», του αρχηγού της οργάνωσης. Οπως προέκυψε μάλιστα από την έρευνα, ο «Εντικ» σχεδίαζε τις εκτελέσεις και των τελευταίων μελών της Greek Mafia όντας διατεθειμένος να δώσει ως αμοιβή ακόμη και ένα εκατομμύριο ευρώ.
Ο εκβιασμός στον Ριχάρδο
Εκτός βέβαια από ανθρώπους της νύχτας, θύματα της οργάνωσης υπήρξαν και επιχειρηματίες, σωφρονιστικοί υπάλληλοι, κρατούμενοι των φυλακών, αλλά και ανυποψίαστοι πολίτες που είχαν την ατυχία να γίνει αντιληπτή από τους κακοποιούς η οικονομική τους επιφάνεια.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του γνωστού ενεχυροδανειστή Ριχάρδου Μυλωνά, ο οποίος, όπως προέκυψε από την έρευνα της ΕΛ.ΑΣ., δέχθηκε «επίσκεψη» από άνδρες του «Εντικ» προκειμένου να εισπραχθεί ένα ποσό που φέρεται να όφειλε ο ενεχυροδανειστής σε κάποιους Τούρκους από αγοραπωλησία χρυσού. Πριν από την «επίσκεψη», δύο καταστήματά του, στη Γλυφάδα και το Ιλιον, δέχτηκαν βομβιστική επίθεση από αγνώστους. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο.
Ολα ξεκίνησαν μετά το τέλος της συνεργασίας που είχε ο ενεχυροδανειστής με δύο άνδρες από την Τουρκία για εξαγωγή χρυσού. Από τότε άρχισε να δέχεται απειλές τόσο ο ίδιος όσο και η οικογένειά του. Προτού μπουν οι βόμβες στα δύο ενεχυροδανειστήρια, τον είχε καλέσει άτομο μέσω διαδικτυακής εφαρμογής και του είχε συστηθεί με όνομα που παραπέμπει σε γνωστό Ελληνα βαρυποινίτη.
Ο άνδρας απαίτησε να δώσει χρήματα στους δύο πρώην συνεργάτες του, αλλά ο Ριχάρδος αρνήθηκε. Ακολούθησε επίθεση σε κατάστημά του στον Πειραιά, ενώ στη συνέχεια δέχθηκε κλήση από άγνωστο άνδρα ο οποίος τον απείλησε ότι «θα τον σκοτώσουν» σε περίπτωση που δεν κατέβαλε χρήματα στους πρώην συνεργάτες του.
Ο συγκεκριμένος φέρεται να λειτουργούσε για λογαριασμό του αρχηγού των «Ουκρανών», δηλαδή της «Φωνής». Στο πλαίσιο του εκβιασμού, η συμμορία χτύπησε έναν εργαζόμενο σε κατάστημα του ενεχυροδανειστή, ενώ απείλησαν τη σύντροφό του λέγοντας ότι θα τη σκότωναν και θα προκαλούσαν κακό και στην οικογένειά της.
Ξεχωριστό κεφάλαιο στη δράση της συμμορίας αποτελούν στη δικογραφία τα αντίποινα, εγκληματικές ενέργειες δηλαδή που γίνονταν για λόγους αντεκδίκησης απέναντι σε άλλες συμμορίες ή ομάδες που επιχειρούσαν να σηκώσουν κεφάλι και να πάρουν μερίδιο από την πίτα της διακίνησης λαθραίων ή της «νύχτας»: ξυλοδαρμοί, εκρήξεις, απειλές ήταν συνηθισμένη πρακτική.
Βαριά «βιογραφικά»
Οι περισσότεροι από τους εμπλεκόμενους στην πολυδαίδαλη υπόθεση έχουν βαρύ βιογραφικό στο έγκλημα. Ο φερόμενος ως αρχηγός συναντήθηκε με τη Δικαιοσύνη το 2005, όταν σε βάρος του σχηματίστηκε δικογραφία για ένταξη και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, λαθρεμπόριο, ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, άλλη δικογραφία και πάλι για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση που έκανε αποδοχή προϊόντων διακεκριμένων κλοπών: η οργάνωση έκλεβε πολυτελή οχήματα από βίλες στη Θεσσαλονίκη και τη Χαλκιδική. Παρελθόν σε απόπειρες δολοφονιών, κλοπές, απάτες, ληστείες, συμμετοχή σε εγκληματικές οργανώσεις έχουν όλα τα θεωρούμενα ως στελέχη της ομάδας του «Εντικ».
Επενδύσεις σε ακίνητα
Σε ό,τι αφορά τα κέρδη της οργάνωσης από την πώληση λαθραίων τσιγάρων, τα ποσά ζαλίζουν. Πρόκειται για εκατομμύρια ευρώ που η συμμορία φρόντιζε να επενδύει σε ξενοδοχεία και πολυτελείς βίλες, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα, αλλά και σε νησιά του Αιγαίου. Η διακίνηση κεφαλαίων μέσω του τουριστικού τομέα τούς επέτρεπε να νομιμοποιούν μεγάλα χρηματικά ποσά, ενώ μέρος των κερδών φαίνεται να κατέληγε απευθείας στο Ντουμπάι, όπου διαμένει ο αρχηγός της οργάνωσης.Τεράστια χρηματικά ποσά που κατασχέθηκαν από την εγκληματική οργάνωση
Η ομάδα είχε στήσει ολόκληρη «παραβιομηχανία» παραγωγής τσιγάρων, ενώ η λειτουργία της ήταν πυραμιδοειδής. Αρχικά τα μέλη της οργάνωσης παρήγαγαν παράνομα τσιγάρα και καπνό σε εργοστάσια που διέθεταν στη Χαλκίδα και στη Θήβα και στη συνέχεια μετέφεραν τα καπνικά προϊόντα σε μεγαλύτερες και μικρότερες αποθήκες. Από εκεί ξεκινούσε η διακίνηση προς τους αγοραστές. Οι αποθήκες που διέθεταν βρίσκονταν στη Θεσσαλονίκη, στον Ασπρόπυργο και στο Μενίδι.
Η δράση τους ήταν τόσο εκτεταμένη που μόνο οι ζημιές για το Δημόσιο από διαφυγόντες δασμούς ξεπερνούν τα 9 εκατ. ευρώ, ενώ από τις έρευνες της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος εντοπίστηκαν περισσότερα από 28 εκατομμύρια λαθραία τσιγάρα. Για την υπόθεση συνελήφθησαν συνολικά 47 άτομα, ενώ στη δικογραφία που σχηματίστηκε περιλαμβάνονται ακόμη 106, τα οποία κατηγορούνται για -κατά περίπτωση- εγκληματική οργάνωση, παράβαση του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και συνέργεια σε λαθρεμπορία. Οι δολοφονίες που εξιχνιάστηκαν χαρακτηρίζονται συσχετιζόμενες με την οργάνωση, αλλά όχι με τη δραστηριότητα της διακίνησης λαθραίων και παραποιημένων καπνικών προϊόντων.