Περισσότερα ω-3 λιπαρά οξέα και λιγότερα ω-6 φαίνεται ότι μπορούν να μειώσουν τον πόνο αλλά και την συχνότητα των κρίσεων ημικρανίας. Δείτε τι ακριβώς παρατήρησαν οι ερευνητές και τι σημαίνει για τη διατροφή μας
Μια διατροφή πλούσια σε λιπαρά ψάρια φαίνεται ότι βοηθά τους πάσχοντες από ημικρανία να μειώσουν την συχνότητα αλλά και την ένταση των κρίσεων ημικρανίας στη διάρκεια του μήνα συγκριτικά με μια διατροφή πλούσια σε φυτικά λιπαρά σύμφωνα με νέα μελέτη.
Τα ευρήματα από το Εθνικό Ινστιτούτο Αντιγήρανσης (NIA) και το Εθνικό Ινστιτούτο για την Κατάχρηση Αλκοόλ και τον Αλκοολισμό (NIAAA), τμήματα του αμερικανικού Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας. και του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας (UNC) στο Chapel Hill, δημοσιεύθηκαν στο BMJ.
Στη νέα έρευνα συμμετείχαν 182 ενήλικες με συχνές ημικρανίες. Αποτελεί δε επέκταση προηγούμενης έρευνας της ίδιας ερευνητικής ομάδας για την επίδραση του λινολεικού οξέος στον χρόνιο πόνο. Το λινολεϊκό οξύ (λέγεται και λινελαϊκό) είναι ένα ω-6 λιπαρό της δυτικής διατροφής. Βρίσκεται σε μεγάλες ποσότητες σε ορισμένα φυτικά έλαια (καλαμποκέλαιο, ηλιέλαιο, σογιέλαιο) και σε μικρότερες ποσότητες σε διάφορα επεξεργασμένα τρόφιμα.
Σε προηγούμενες μελέτες οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι μια διατροφή χαμηλή σε λινολεϊκό οξύ και υψηλή σε ω-3 λιπαρά οξέα όπως αυτά που βρίσκονται σε ψάρια και θαλασσινά μπορούσε να δράσει ανακουφιστικά στον πόνο που προκαλεί η φλεγμονή.
Στη διάρκεια της μελέτης διάρκειας 16 εβδομάδων οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες.
Όλοι οι συμμετέχοντες έλαβαν έτοιμα γεύματα που περιελάμβαναν ψάρια, λαχανικά, χούμους, σαλάτες και είδη πρωινού. Μια ομάδα έλαβε γεύματα που είχαν περισσότερα λιπαρά ψάρια ή έλαια από λιπαρά ψάρια και λιγότερο λινελαϊκό οξύ. Η δεύτερη ομάδα έλαβε γεύματα που είχαν περισσότερα λιπαρά ψάρια και λινελαϊκό οξύ. Η τρίτη ομάδα έλαβε γεύματα πλούσια σε λινελαϊκό οξύ και χαμηλά σε λιπαρά ψάρια.
Κατά τη διάρκεια της μελέτης οι συμμετέχοντες κατέγραφαν τον αριθμό, τη διάρκεια και την ένταση των κρίσεων ημικρανίας, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο οι πονοκέφαλοι τους επηρέασαν τις ικανότητές τους να λειτουργούν στην εργασία, στο σχολείο και στην κοινωνική τους ζωή και πόσο συχνά χρειάστηκαν παυσίπονα.
Όταν ξεκίνησε η μελέτη, οι συμμετέχοντες είχαν κατά μέσο όρο περισσότερες από 16 ημέρες κεφαλαλγίας το μήνα, πάνω από πέντε ώρες πόνου ανά κρίση ημικρανίας την ημέρα και παρά τη λήψη πολλαπλών αναλγητικών είχαν πολύ χαμηλή βαθμολογία όσον αφορά την ποιότητα της ζωής τους.
Η χαμηλότερη σε φυτικά έλαια και υψηλότερη σε λιπαρά ψάρια διατροφή φάνηκε ότι οδηγούσε σε μείωση κατά 30-40% στις συνολικές ώρες κεφαλαλγίας την ημέρα και τις συνολικές ημέρες πονοκέφαλου ανά μήνα σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου. Σε δείγματα αίματος από αυτήν την ομάδα συμμετεχόντων διαπιστώθηκαν επίσης χαμηλότερα επίπεδα σχετιζόμενων με τον πόνο λιπιδίων.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι οι διατροφικές αλλαγές μπορούν να προσφέρουν ανακούφιση στους πάσχοντες από ημικρανίες, ενώ τα ευρήματά τους αποτελούν ακόμη μια απόδειξη ότι τα τρόφιμα που επιλέγουμε μπορούν να επηρεάσουν την ουδό του πόνου στο οργανισμό.
Οι ερευνητές σημειώνουν ότι τα ευρήματα τους επιβεβαιώνουν ότι οι διατροφικές παρεμβάσεις με αύξηση των ω-3 λιπαρών και μείωση των πηγών πρόσληψης λινελαϊκού οξέος φαίνονται υποσχόμενες όσον αφορά τη μείωση της συχνότητας και της έντασης των κρίσεων ημικρανίας συγκριτικά με τα συμπληρώματα με βάση το ιχθυέλαιο, μειώνοντας παράλληλα την ανάγκη λήψης παυσίπονων.
Η έρευνά τους θα συνεχιστεί αναφορικά με τις επιπτώσεις της διατροφής και των διατροφικών αλλαγών στον χρόνιο πόνο.