Φεβρουάριος 2019: «Τρίκαλα: 16χρονη πέθανε από ίωση». «Τρίκαλα: Ανείπωτη θλίψη από τον θάνατο 16χρονης μαθήτριας». «Τρίκαλα: Συγκλονίζει ο θάνατος 16χρονης μαθήτριας – Η ίωση που της στοίχισε τη ζωή». «Δάκρυα στα Τρίκαλα για τη 16χρονη μαθήτρια. Αφησε την τελευταία της πνοή στην Εντατική του νοσοκομείου της πόλης».
Τίτλοι και υπότιτλοι, τυπωμένοι με μεγάλα γράμματα σε πρωτοσέλιδα ειδησεογραφικών sites, «μετουσιωμένοι» σε τηλεοπτικά σουπεράκια, σχολιασμένοι ως αποτύπωμα μοίρας που γρήγορα θα σβήσει παραχωρώντας τη θέση του στο επόμενο νέο της ημέρας. Απορείς με το μέγεθος της μοιραίας αντίφασης ψιθυρίζοντας «μα πώς μια ίωση οδήγησε ένα παιδί στον θάνατο;», φοβάσαι για τα δικά σου παιδιά, χτυπάς ξύλο, φτύνεις τον κόρφο σου μαζί με το σύστημα υγείας, κλείνεις την τηλεόραση και τον υπολογιστή, το φως άλλωστε των αιτιών που οδήγησαν στον θάνατο το άτυχο κοριτσάκι είναι ήδη σβηστό… Κι όμως, σε κάποια γειτονιά των Τρικάλων ένα φως αχνοφέγγει «όχι για να οδηγήσει πίσω την κόρη μου, αλλά για να μη “φύγει” άδικα κανένα άλλο παιδί». Η υπόσχεση της τραγικής μάνας, σήμερα, εννέα μήνες μετά τον θάνατο της κόρης της, παίρνει σάρκα και οστά…
«Μην κάνετε έτσι, κυρία μου, μια ίωση είναι»
Απαντά στο τηλεφώνημά μου με το πρώτο χτύπημα. Η φωνή της ήρεμη, το μέγεθος του πόνου έχει σβήσει από πάνω της κάθε ίχνος έντασης, μια και το τελευταίο διάστημα έχει πλέον μετοικήσει στην ψυχή της. Ωρες-ώρες νιώθει να τη χάνει κι αυτή, αλλά «πρέπει να παλέψω να την κρατήσω όρθια για τη μνήμη της κόρης μου». Της ζητάω να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω, μια «συγγνώμη» συντροφεύει την πρότασή μου, ένας χείμαρρος λέξεων τον λόγο της:
«Πρωινό Τετάρτης, 20 Φεβρουαρίου 2019. Οπως κάθε μέρα, πήγα στο δωμάτιο της κόρης μου για να την καλημερίσω και να της πω ότι πρέπει να σηκωθεί και να ετοιμαστεί για το σχολείο. Τότε την άκουσα να μου λέει: “Μαμά, άσε με σε παρακαλώ να μείνω σήμερα στο σπίτι. Δεν είμαι καλά, με πονάει το κεφάλι μου”. Ακούμπησα το χέρι μου στο μέτωπό της, είχε πυρετό. Δεν ανησύχησα, ποιος γονιός ανησυχεί με έναν απλό πυρετό; Της έδωσα αντιπυρετικό και ύστερα έφυγα για τη δουλειά. Οταν επέστρεψα στο σπίτι το παιδί ψηνόταν στον πυρετό, το θερμόμετρο έδειχνε 39,5. Ο πυρετός δεν έπεφτε. Θορυβήθηκα. Ετρεξα στο φαρμακείο, οι άνθρωποι εκεί μου συνέστησαν να πάω την Ευαγγελία στο νοσοκομείο», λέει η κυρία Αθανασία Καπάκου.
«Πράγματι. Το ίδιο βράδυ πήγαμε στο Νοσοκομείο Τρικάλων, στο τμήμα επειγόντων περιστατικών. Η παθολόγος που είχε εφημερία ζήτησε να γίνουν εξετάσεις αίματος. Θυμάμαι πως όταν τελείωσε η όλη διαδικασία και τη ρώτησα τι συμβαίνει, εκείνη μου απάντησε: “Δεν ξέρουμε, θα μείνετε μέσα για παρακολούθηση”. Ηταν η μόνη γιατρός που φάνηκε να παίρνει στα σοβαρά την κατάσταση της κόρης μου, δυστυχώς όμως δεν την ξαναείδαμε διότι τις επόμενες ημέρες εφημέρευε στα γύρω χωριά. Υστερα έδωσαν στο παιδί αντιπυρετικό, νομίζω και κάποια αντιβίωση, και της έβαλαν ορό. Την άλλη μέρα το πρωί ο πυρετός υποχώρησε, της έβγαλαν τον ορό, πήραμε μια ανάσα, είπαμε “όλα καλά, σε λίγο επιστρέφουμε σπίτι μας”. Ολη εκείνη την ημέρα δεν έγινε καμία ενέργεια στο παιδί. Διέκοψαν όλα τα φάρμακα, ενώ δεν είχε διαπιστωθεί ακόμη τι είχε, εάν ήταν ίωση ή κάτι άλλο. Η ανάσα μας κόπηκε απότομα το πρωινό της Παρασκευής όταν ο πυρετός ανέβηκε πάλι στα ύψη. Ρωτούσα τους γιατρούς της παθολογικής κλινικής τι συμβαίνει στο παιδί, αν θα πρέπει να το μεταφέρουμε σε κάποιο νοσοκομείο της Αθήνας κι εκείνοι μου απαντούσαν: “Μην κάνετε έτσι, δεν είναι τίποτα, μια ίωση είναι”. Ρωτούσα τι ίωση είναι αυτή και κανείς δεν μπορούσε να μου απαντήσει. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας το παιδί μου άρχισε να πρήζεται, ξεκίνησαν να με ζώνουν τα φίδια, ενόχλησα ξανά τους γιατρούς, η απάντησή τους πάνω-κάτω η ίδια: “Σας είπαμε, κυρία μου, μην κάνετε έτσι. Το πρήξιμο είναι φυσιολογικό, το παιδί έχει πρηστεί λόγω της ίωσης”. Δεν είμαι γιατρός, δεν ξέρω πολλά πράγματα, τους έδειξα εμπιστοσύνη. Λάθος μου. Οσο οι ώρες περνούσαν τόσο εντονότερο γινόταν το πρήξιμο: “Κοίτα, μαμά, πώς πρήζομαι”, μου έλεγε το πουλάκι μου κι εγώ της απαντούσα πως οι γιατροί είπαν ότι δεν είναι τίποτα, πως θα περάσει» συνεχίζει..
Τα δάκρυα και η «συγγνώμη» του καρδιολόγου
Οσο η κυρία Καπάκου αφηγείται, μου είναι αδύνατο να τη διακόψω. Η δημοσιογραφική μου ιδιότητα υποχωρεί μπροστά σε εκείνη της μάνας και ύστερα χάνεται μέσα στην άβυσσο ενός συστήματος που, αν δεν έχεις γνωριμίες και χρήμα, σε μετατρέπει συχνά από άνθρωπο σε αριθμό και από ζωντανό σε νεκρό. Ετσι ακριβώς όπως μετέτρεψε τη 16χρονη Ευαγγελία:
«Το Σάββατο το πρωί έκλεισαν τα ματάκια της από το πρήξιμο, την Κυριακή, ακόμη πιο πολύ. Το πρωινό της Δευτέρας μάς είπαν να πάμε έξω για να κάνουμε εξέταση αίματος προκειμένου να διαπιστωθεί αν το παιδί έχει τον ιό της γρίπης. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι σε εποχή έξαρσης της γρίπης ένα δημόσιο νοσοκομείο δεν μπορούσε να κάνει την εν λόγω εξέταση και ότι έπρεπε να πάω έξω για να την κάνω. Βγήκα, λοιπόν, έξω με δείγμα της κόρης μου σε ένα μπουκαλάκι και έτρεξα σαν τρελή σε κάποιο ιδιωτικό μικροβιολογικό εργαστήριο για τις απαιτούμενες εξετάσεις που δεν μπορούσαν να γίνουν στο νοσοκομείο», περιγράφει η κυρία Καπάκου και συνεχίζει: «Τη Δευτέρα το βράδυ η μικρή μου μού είπε: “Μαμά, πονάω στην καρδιά”. Τρελάθηκα. Γιατρός δεν υπήρχε, μόνο ένας ειδικευόμενος. Φώναξα την αδελφή μου να έρθει δίπλα μου, έκανα σαν τρελή, τελικά ξύπνησαν τον παθολόγο ο οποίος όταν είδε την Ευαγγελία είπε: “Μην κάνετε έτσι. Εχω κι εγώ τρία παιδιά. Δεν είναι τίποτα, θα περάσει”. Το παιδί ούρλιαζε από τον πόνο και αντί να κάνουν τα πάντα, της χορηγούσαν παυσίπονα για να κοιμηθεί. Οι γιατροί άφαντοι. Το νοσηλευτικό προσωπικό αδιάφορο. Δεν έκαναν τίποτα στο παιδί. Να βλέπουν το παιδί μου να ουρλιάζει και να χαριεντίζονται μεταξύ τους… Αυτή ήταν η εικόνα. Αυτή είναι η θλιβερή μας πραγματικότητα. Γύρω στις 3 τα ξημερώματα έφεραν ένα κοριτσάκι, μια ειδικευόμενη καρδιολόγο, και ένα παλιό μηχάνημα για να της κάνουν καρδιογράφημα. Οταν σήκωσαν το παιδί από το κρεβάτι, εκείνο λιποθύμησε και μετά συνήλθε αλλά ήταν σε μαύρο χάλι. Το πρωί της Τρίτης την κατέβασαν στο καρδιολογικό τμήμα. Οταν την είδε ο καρδιολόγος μού είπε: “Μπορεί να συμβεί από το καλύτερο μέχρι το χειρότερο”, δεν καταλάβαινα τι μου έλεγε, ένιωθα ότι η γη χανόταν κάτω από τα πόδια μου. Η καρδιά της είχε μαζέψει υγρό. Ο καρδιολόγος έκανε τα πάντα για να τη σώσει, μέχρι τις 7 τα ξημερώματα της Τρίτης πάλευε για να την κρατήσει στη ζωή. Δεν τα κατάφερε. Το παιδί “έφυγε”. Μετά από λίγες ημέρες ήρθε στο σπίτι και μού ζήτησε κλαίγοντας συγγνώμη. Ολοι οι υπόλοιποι, οι παθολόγοι, το νοσηλευτικό προσωπικό, το νοσοκομείο, δεν έκαναν τίποτα για το παιδί μου. Το άφησαν απλώς να σβήσει επαναλαμβάνοντας καθ’ όλη τη διάρκεια της νοσηλείας: “Πώς κάνετε έτσι, μια ίωση είναι”».
Η ώρα της Δικαιοσύνης
Μετά το τελευταίο αντίο στην άτυχη Ευαγγελία, η μητέρα της τηλεφωνεί στον δικηγόρο Αριστείδη Καραμπασιάδη για να αναλάβει, όπως η ίδια λέει, «τη δικαίωσή μου». Εκείνος ξεκινά έναν μαραθώνιο προκειμένου να πάρει με εισαγγελική παραγγελία από το Νοσοκομείο Τρικάλων τον πλήρη ιατρικό φάκελο της 16χρονης. Οταν τελικά το καταφέρνει απευθύνεται σε γιατρό-πραγματογνώμονα του Πρωτοδικείου Αθηνών προκειμένου να έχει στα χέρια του ένα δυνατό χαρτί για να προχωρήσει στο δύσκολο αυτό μονοπάτι. Από το σημείωμα της γιατρού προκύπτουν γεγονότα άξια απορίας, όπως επίσης και πολλά ερωτήματα. Αναφορικά με τα πρώτα σημειώνεται χαρακτηριστικά: «Από τον φάκελο που αποδόθηκε από το Γενικό Νοσοκομείο Τρικάλων, η ασθενής φαίνεται ότι τέθηκε σε αντιμικροβιακή αγωγή (Tamiflu), το οποίο και φαίνεται να είναι γραμμένο στις οδηγίες με διαφορετικό γραφικό χαρακτήρα σε σχέση με τις πρώτες. Δεν διαφαίνεται, όμως, ποιος γιατρός τις έχει αποδώσει. Στο νοσηλευτικό διάγραμμα, όπου και βρίσκονται περασμένες οι φαρμακευτικές οδηγίες, φαίνεται να έχει χορηγηθεί μία δόση την ημέρα της εισαγωγής (20/1/2019), ακολουθεί διακοπή του φαρμάκου και επανεκκίνηση της χορήγησης μετά από δύο ημέρες (23/1/2019). Είναι άξιο απορίας γιατί έγινε η διακοπή αυτή».
Οσον αφορά στα ερωτήματα που θέτει η πραγματογνώμων, αξίζει να αναφερθούν και να απαντηθούν κάποια όπως: «Η κακή γενική κατάσταση της νεαρής Ευαγγελίας Καπάκου, συνοδευόμενη με την εκσεσημασμένη και εμμένουσα λευκοπενία, αλλά και την αναιμία, δεν ανησύχησαν τους θεράποντες ώστε να θεωρηθεί σοβαρότατη η λοίμωξη και να παρθούν μέτρα, όπως η μεταφορά της σε τεταρτοβάθμιο νοσοκομείο;».
Μετά τις τελευταίες εξελίξεις ο κ. Καραμπασιάδης θα καταθέσει εντός των επόμενων ημερών αγωγή κατά παντός υπευθύνου, ενώ όπως δηλώνει ο ίδιος στο «ΘΕΜΑ»: «Ως πληρεξούσιος δικηγόρος της οικογένειας, οφείλω να ερευνήσω κάθε κενό και κάθε ενέργεια που έγινε ή δεν έγινε, ενώ θα έπρεπε, από την πλευρά του νοσοκομείου. Η δυσερμήνευτη αποβίωση ενός υγιέστατου, νεότατου 16χρονου κοριτσιού μάς καθιστά διπλά υπεύθυνους για την αναζήτηση των αιτιών της τραγικής κατάληξης. Πρέπει να σταθούμε όλοι μας δίπλα σ’ αυτή την οικογένεια ως γονείς αλλά και ως άνθρωποι».
Ως γονείς αλλά και ως άνθρωποι θα πρέπει επίσης να σταθούμε στα λόγια και στο μεγαλείο ψυχής της τραγικής μάνας, η οποία στον επίλογο της κουβέντας μας επαναλάμβανε σχεδόν μηχανικά τα παρακάτω λόγια: «Το παιδί μου δεν μου το πρόσεξαν, δεν του έδωσαν την παραμικρή σημασία. Τα λάθη και οι παραλείψεις τους πήραν την κόρη μου μακριά. Θα τραβήξω τον δρόμο της Δικαιοσύνης, όσο δύσκολος ή ανηφορικός κι αν είναι, όχι επειδή περιμένω να γυρίσει πίσω το δικό μου παιδί, αλλά διότι δεν θέλω κανένα άλλο παιδί να βρεθεί στη θέση του και καμιά μάνα στη δική μου. Αυτή τη δικαίωση επιζητώ. Για μένα, για την κόρη μου, για τις μάνες και για τα παιδιά όλου του κόσμου».
Τον πλήρη ιατρικό φάκελο της 16χρονης κατάφερε να πάρει με εισαγγελική παραγγελία από το Νοσοκομείο Τρικάλων ο δικηγόρος Α. Καραμπασιάδης προκειμένου να επιτύχει τη δικαίωση της μητέρας
Πηγή: protothema.gr