Σε ποινή ισόβιας κάθειρξης για ανθρωποκτονία με δόλο, καταδίκασε το μικτό ορκωτό δικαστήριο Θεσπρωτίας στον 52χρονο που σκότωσε την Πρωτοχρονιά του 2019 την κόρη του στην Κέρκυρα.
Ως μάρτυρες κατηγορίας κατέθεσαν ο Αφγανός σύντροφος της άτυχης κοπέλας από την Κέρκυρα και η νονά της. Η μητέρα της, η οποία ζει στο Μπεράτι της Αλβανίας, λόγω μέτρων κατά του κορωνοϊού, δεν μπόρεσε να έρθει στην Ελλάδα.
Το δικαστήριο επέβαλε ακόμα στον 52χρονο Αλβανό Α.Π., ποινή φυλάκισης 30 μηνών για οπλοφορία και οπλοχρησία και 1000 ευρώ χρηματική ποινή. Ο δικηγόρος του, Βασίλειος Νουλέζας, άσκησε έφεση κατά της απόφασης.
Η υπερασπιστική γραμμή στηρίχθηκε στα άρθρα 34 και 36 του Π.Κ, με τον ισχυρισμό ότι ο κατηγορούμενος δεν είχε πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση να τελέσει το έγκλημα, και πως λόγω οργής και θυμού, μετά τον διαπληκτισμό με την κόρη του, οι πνευματικές λειτουργίες και η συνείδησή του είχαν διαταραχθεί.
Το χρονικό της άγριας δολοφονίας
Ο 52χρονος, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στο δικαστήριο, το βράδυ της Πρωτοχρονιάς του 2019 και έπειτα από έντονο διαπληκτισμό που είχε με την 29χρονη, τη χτύπησε με μεταλλικό αντικείμενο (σιδερόβεργα) στο κεφάλι, με αποτέλεσμα τον θανάσιμο τραυματισμό της.
Το κορίτσι δεν «συμμορφωνόταν» στις απαιτήσεις του πατέρα της να διαλύσει τη σχέση της και συνέχιζε να βλέπει τον Αφγανό. Οι καβγάδες συνεχίζονταν και υπάρχει η πληροφορία ότι η κοπέλα είχε στο παρελθόν ζητήσει προστασία από τον εισαγγελέα γιατί φοβούνταν τον πατέρα της από τον οποίο τελικά βρήκε τραγικό θάνατο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο παιδοκτόνος στην απολογία του για τη δολοφονία της 29χρονης κόρης του δήλωσε μεταμελημένος και συνειδητοποίησε το μέγεθος της τραγωδίας που προκάλεσε. Ο 52χρονος δήλωνε τότε πως αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη και «δεν επιδιώκω αναγνώριση ελαφρυντικών για την πράξη μου».
Ωστόσο, υποστήριξε ότι στο παρελθόν δεν είχε ασκήσει ούτε σωματική ούτε ψυχολογική βία στην κόρη του και όλα αυτά τα χρόνια που τη μεγάλωνε, στάθηκε πραγματικά και ως πατέρας στο πλευρό της. «Έχασα τα λογικά μου όταν άρπαξα τον λοστό», υποστήριξε και ότι δεν έλεγχε τις πράξεις του. Ο κατηγορούμενος αιτήθηκε ψυχιατρική εξέταση για να διερευνηθεί η ψυχική και πνευματική του υγεία.