Οι δράστες τηλεφωνούσαν στους ηλικιωμένους από πόλη της Βουλγαρίας και υποδύονταν τον γιατρό ή τον αστυνομικό προκειμένου να τους πείσουν να τους παραδώσουν χρήματα, είτε γιατί δήθεν ένας συγγενής τους είχε τραυματιστεί σε τροχαίο και έπρεπε να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση είτε γιατί δήθεν επρόκειτο να συλληφθεί συγγενής τους, επειδή προκάλεσε τροχαίο.
Έπειτα από αστυνομική επιχείρηση συνελήφθησαν δύο γυναίκες, μέλη της οργάνωσης, στο Μεταξουργείο, ενώ ταυτοποιήθηκαν ακόμη 10 μέλη του κυκλώματος. Μέχρι στιγμής έχουν εξιχνιαστεί 21 περιπτώσεις σε Αττική, Αχαΐα, Μεσσηνία, Χαλκιδική και Θεσσαλονίκη, ενώ εκτιμάται ότι η λεία των δραστών ανέρχεται σε 300.000 ευρώ.
Η ανακοίνωση της αστυνομίας – Πώς δρούσε το κύκλωμα
Αναλυτικά, σε σχετική ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ. επισημαίνονται τα εξής:
«Εξαρθρώθηκε, από την Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Πειραιά, εγκληματική οργάνωση που προέβαινε σε απάτες και εκβιάσεις μέσω τηλεφωνικών κλήσεων σε βάρος ηλικιωμένων ατόμων στους Νομούς Αττικής, Αχαΐας, Μεσσηνίας, Χαλκιδικής και Θεσσαλονίκης.
Κατόπιν πολύμηνης ενδελεχούς προανακριτικής έρευνας της ανωτέρω υπηρεσίας, αποκαλύφθηκε η δράση εγκληματικής οργάνωσης και επετεύχθη η ταυτοποίηση δώδεκα μελών της, σε βάρος των οποίων σχηματίστηκε δικογραφία για εγκληματική οργάνωση, εκβίαση και απάτη. Στο πλαίσιο επιχείρησης εντοπίστηκαν και συνελήφθησαν, μεσημβρινές ώρες στο Μεταξουργείο, δύο μέλη της, αλλοδαπές ηλικίας 67 και 54 ετών.
Η εγκληματική οργάνωση έχοντας ως έδρα δωμάτια-χώρους σε άγνωστη πόλη της Βουλγαρίας, όπου είχαν στήσει ένα «επιχειρησιακό τηλεφωνικό κέντρο», προέβαιναν σε συνεχείς τηλεφωνικές κλήσεις σε σταθερά τηλέφωνα ηλικιωμένων ατόμων σε διάφορες περιοχές της Αττικής και άλλων νομών.
Διαρκούσης της τηλεφωνικής επικοινωνίας, αφού τους εξαπατούσαν με διάφορους τρόπους, τους εκβίαζαν να παραδώσουν χρηματικά ποσά σε άλλα μέλη της οργάνωσης που ανέμεναν στο σημείο.
Οι ισχυρισμοί που χρησιμοποιούσαν για να τραβήξουν την προσοχή των ηλικιωμένων θυμάτων τους και να τους προκαλέσουν συναισθηματική αναστάτωση ήταν οι ακόλουθοι:
-τραυματισμός συγγενικού προσώπου τους σε τροχαίο ατύχημα και άμεση ανάγκη να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση,
-εμπλοκή και υπαιτιότητα συγγενικού προσώπου τους σε τροχαίο ατύχημα και επικείμενη σύλληψη του, καθώς και εκδήλωση βίαιων συμπεριφορών σε βάρος του από συγγενείς του θύματος
Στην πρώτη περίπτωση το επιφορτισμένο μέλος με αυτό τον ρόλο, υποδύονταν τον γιατρό που απαιτούσε την καταβολή χρημάτων για να προχωρήσει στην χειρουργική επέμβαση που δήθεν έχρηζε το τραυματισμένο συγγενικό τους πρόσωπο.
Στη δεύτερη περίπτωση, το ανωτέρω μέλος προσποιούνταν τον αστυνομικό που ζητούσε επίμονα χρήματα για να μην ασκηθεί ποινική δίωξη στο συγγενικό τους πρόσωπο που προκάλεσε το τροχαίο ατύχημα, αλλά και για να διαφυλάξει τη σωματική του ακεραιότητα από τους τάχα εξαγριωμένους συγγενείς του τραυματία.
Τα μέλη της οργάνωσης είχαν καταρτίσει μεθοδικό σχέδιο δράσης με συμμετοχή τουλάχιστον τριών μελών σε κάθε περίπτωση απάτης-εκβίασης, ώστε το θύμα να μην έχει περιθώριο να αντιληφθεί την εξαπάτηση.
Ειδικότερα, σε κάθε περίπτωση τηλεφωνικής επικοινωνίας συμμετείχαν τρία μέλη με τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
-ένα μέλος επικοινωνούσε τηλεφωνικά με τον ηλικιωμένο παριστάνοντας, είτε το γιατρό, είτε τον αστυνομικό,
-δεύτερο μέλος έπαιζε το ρόλο του συγγενικού προσώπου, κλαίγοντας και ζητώντας βοήθεια στο πλαίσιο της υφιστάμενης τηλεφωνικής επικοινωνίας και
-τρίτο μέλος επικοινωνούσε με τα μέλη της οργάνωσης, αναφερόμενα ως «εισπράκτορες», δίνοντας τους οδηγίες για τα σημεία που θα μεταβούν, προκειμένου να παραλάβουν τα χρηματικά ποσά από τους παθόντες,
-άλλα μέλη καλούσαν στα κινητά τηλέφωνα των θυμάτων, τα οποία είχε φροντίσει να αποσπάσει το πρώτο μέλος, με σκοπό να είναι διαρκώς κατειλημμένα, ώστε να αποτραπεί η κλήση εκ μέρους των θυμάτων στα συγγενικά πρόσωπα για να διασταυρώσουν αν ισχύουν τα τεκταινόμενα. Επίσης, ήθελαν να αποφύγουν και ενδεχόμενη τυχαία κλήση προς αυτούς από οικείους τους που πιθανόν θα τους υποψίαζε ότι εξαπατώνται.
Τα μέλη της οργάνωσης που βρίσκονταν στη Βουλγαρία στρατολογούσαν τα μέλη «εισπράκτορες» μέσω παραπλανητικών αγγελιών που αναρτούσαν σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, εντάσσοντας τους στη συνέχεια στην οργάνωση με ρόλο παραλαβής χρημάτων από τους ηλικιωμένους.
Τα μέλη «εισπράκτορες» μετά την παραλαβή των χρημάτων και χρυσαφικών, τα προωθούσαν στα μέλη της Βουλγαρίας, είτε μεταφέροντας τα οδικώς, είτε αποστέλλοντας τα μέσω λεωφορείων, κρυμμένα σε άλλα αντικείμενα.
Οι τηλεφωνικές συνδέσεις που χρησιμοποιούσαν ήταν εταιρειών άλλων χωρών με σκοπό να μην μπορούν να τους ταυτοποιήσουν. Εκτός αυτού, μετά την ολοκλήρωση της εκάστοτε απάτης-εκβίασης, τα αντικαθιστούσαν με άλλες συνδέσεις.
Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε στις οικίες των συλληφθέντων γυναικών βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
-6 κινητά τηλέφωνα και κάρτες SIM ,
-χειρόγραφες σημειώσεις με τοποθεσίες, ημερομηνίες και ποσά,
-αποδείξεις εταιρειών μεταφοράς χρημάτων με προορισμό τη Βουλγαρία και
– το χρηματικό ποσό των 400 ευρώ.
Από τη μέχρι στιγμής έρευνα, έχουν εξιχνιαστεί 21 περιπτώσεις απάτης-εκβίασης σε Αττική, Αχαΐα, Μεσσηνία, Χαλκιδική και Θεσσαλονίκη.
Το παράνομο περιουσιακό όφελος που αποκόμισε το κύκλωμα από τις εξιχνιασμένες περιπτώσεις ανέρχεται στις 300.000 ευρώ.
Η Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Πειραιά έχει προβεί στις απαραίτητες ενέργειες και έχει αναπτύξει συνεργασία με αρμόδιες αρχές για τη σύλληψη των μελών που βρίσκονται στην αλλοδαπή χώρα.
Οι συλληφθείσες οδηγήθηκαν στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιά».