Με ένα πιστόλι κατασκευής του 1915, ο 54χρονος Βασίλης Α. σκότωσε την 43χρονη σύζυγό του Μαρία Β., βάζοντας τέλος σε μια σχέση που τους τελευταίους μήνες περνούσε σοβαρή κρίση. Έριξε οκτώ σφαίρες, επτά στο στήθος και μία στο κεφάλι, ίσως για να είναι σίγουρος ότι της αφαίρεσε τη ζωή.
Αμέσως μετά το φονικό, την περασμένη Τρίτη σε ταβέρνα στη Σωτηρίτσα της Λάρισας, ο καθ’ ομολογίαν δράστης είπε στους αστυνομικούς: «Σήκωσα το όπλο, σημάδεψα τον ουρανό και είπα στους πελάτες που βρίσκονταν στην ταβέρνα ότι σκότωσα τη γυναίκα μου και να πάρουν τηλέφωνο την Αστυνομία».
Το ζευγάρι βρισκόταν σε διάσταση τους τελευταίους πέντε μήνες, ενώ η 43χρονη φέρεται να είχε δώσει εντολή στον δικηγόρο της να καταθέσει αίτηση διαζυγίου. Τον περασμένο Μάρτιο έφυγε από το σπίτι τους στο Περιστέρι, προκειμένου να μεταβεί στη Λάρισα και να βοηθήσει στην ταβέρνα του αδελφού της, που αντιμετωπίζει πρόβλημα υγείας. «Θεωρώ ότι αυτό ήταν προσχηματικό και πως ο πραγματικός λόγος της απομάκρυνσής της από τη συζυγική μας οικία ήταν κάποιο τρίτο πρόσωπο», είπε ο κατηγορούμενος στους αστυνομικούς, έχοντας την πεποίθηση ότι η σύζυγός του τον απατούσε.
Ο μοιραίος διάλογος πριν από τη δολοφονία
Το περασμένο Σάββατο, ο 54χρονος μετέβη στη Λάρισα μαζί με τα παιδιά τους για να τη συναντήσουν και έμειναν στο πατρικό της γυναίκας του. Το μοιραίο πρωί της Τρίτης μετέβη σε τράπεζα για να πληρώσει μια δόση δανείου. Μετά πήγε στην ταβέρνα στη Σωτηρίτσα, όπου συνάντησε τη σύζυγό του και τσακώθηκαν. Περιέγραψε στους αστυνομικούς τον διάλογο που, όπως είπε, είχαν. «Τι θέλεις να κάνω; Θέλεις να φύγω; Γιατί δεν μου δίνεις σημασία και με αποφεύγεις», της είπε, με τη 43χρονη να του απαντά: «Κάνε ό,τι θες». «Εχεις εξωσυζυγική σχέση; Τα παιδιά τι θα γίνουν», τη ρώτησε. Η επιβεβαίωση από την πλευρά της 43χρονης ότι διατηρούσε εξωσυζυγική σχέση και η απαξιωτική απάντησή της, όπως ο ίδιος ισχυρίστηκε, όπλισαν το χέρι του. «Τότε πήγα στο αυτοκίνητο, πήρα το όπλο, το οποίο μου είχε δωρίσει ο πατέρας μου, που του είχε δώσει ο παππούς μου, κειμήλιο από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο».
Σε ερώτηση των αστυνομικών γιατί το είχε στο αυτοκίνητο, είπε: «Δεν ήθελα να το έχω στο σπίτι γιατί έμενε μαζί μου ο 13χρονος γιος μου και φοβόμουν μην το βρει». Ο δράστης επέστρεψε στην ταβέρνα με το όπλο στο χέρι και διαπληκτίστηκε ξανά με τη σύζυγό του. Με προσβλητικές εκφράσεις την κατηγόρησε ότι τον απατά και την πυροβόλησε οκτώ φορές. Ο τελευταίος μοιραίος διάλογος, αλλά και οι πυροβολισμοί έχουν καταγραφεί από το κινητό του 54χρονου, που το είχε ανοιχτό και ηχογραφούσε.
Το δημοσίευμα είναι της Realnews και του Παναγιώτη Σουρέλη