Σημαντικό προβάδισμα , που ξεπερνά τις 10 μονάδες στην εκτίμηση ψήφου, καταγράφει η ΝΔ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ σύμφωνα με τη δημοσκόπηση Νοεμβρίου της Metron Analysis, που παρουσιάστηκε στο κεντρικό δελτίο του Μega. Παράλληλα, η μέτρηση δίνει πολύ ισχυρό «αέρα» στον Κυριάκο Μητσοτάκη ,ο οποίος εξασφαλίζει υπερδιπλάσια ποσοστά από τον Αλέξη Τσίπρα τόσο ως προς την καταλληλότητα για πρωθυπουργός, όσο και στην γενικότερη αξιολόγηση.
Μάλιστα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επικρατεί με «άνεση» 10 μονάδων του Αλέξη Τσίπρα στο ερώτημα ποιος μπορεί να εγγυηθεί καλύτερα την λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών – είναι ενδιαφέρον ότι πέρα από τη ΝΔ, ο πρωθυπουργός συγκεντρώνει υψηλό ποσοστό αποδοχής και στον χώρο του ΠΑΣΟΚ, παρά το γεγονός ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης ήταν ο «πρωταγωνιστής» της πρώτης φάσης των παρακολουθήσεων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι παρά το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το μόνο από τα τρία πρώτα κόμματα που καταγράφει δημοσκοπική άνοδο – κερδίζει 0,4 μονάδες – ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίζεται με 71% αρνητικές γνώμες στην γενική αξιολόγηση, ενώ είναι πίσω στη δημοτικότητα από Νίκο Ανδρουλάκη, το κόμμα του οποίου εμφανίζει απώλεια μισής μονάδας στην εκτίμηση ψήφου σε σχέση με την προηγούμενη δημοσκόπηση της ίδιας εταιρείας.
Σημειώνεται ότι η κοινωνία εμφανίζεται εξαιρετικά προβληματισμένη με την πορεία της οικονομίας και την ακρίβεια, με το 56% να δηλώνει ότι η χώρα βαδίζει σε λάθος κατεύθυνση και τους έξι στους δέκα να αναφέρουν τον πληθωρισμό ως το μεγαλύτερο πρόβλημα, σε πολύ μεγάλη απόσταση από τα ελληνοτουρκικά και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Μάλιστα, πάνω από έξι στους δέκα εκτιμούν ότι η κατάσταση στην Οικονομία θα χειροτερέψει μέσα στους επόμενους μήνες. Ωστόσο, η αντιπολίτευση δεν μπορεί να καρπωθεί την αναπόφευκτη φθορά της κυβέρνησης – ως προς αυτό, είναι ενδεικτικό ότι ο δείκτης οικονομικής εμπιστοσύνης βελτιώθηκε το Νοέμβριο, ενδεχομένως – όπως σημειώνει η εταιρεία – λόγω του «καλαθιού της νοικοκυράς», σε συνδυασμό με την προσδοκία για τις επικείμενες αυξήσεις στις συντάξεις.
Η κυβέρνηση παίρνει πολύ καλό βαθμό στον τομέα του τουρισμού, στον ψηφιακό μετασχησματισμό, στην αμυντική θωράκιση της χώρας, στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και την εξωτερική πολιτική, στις υποδομες και στην προσέλκυση επενδύσεων, ενώ υστερεί στα εργασιακά, στην εγκληματικότητα, στην αντιμετώπιση του πληθωρισμού αλλά και της διαφθοράς.
Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση – σε μία δύσκολη συγκυρία εξασφαλίζει 39% θετικές γνώμες, με το 55% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ να εκφράζεται θετικά, όπως και το 15% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Μάλιστα, στον χώρο του ΠΑΣΟΚ ο κ. Μητσοτάκης αποδεικνύεται ιδιαίτερα δημοφιλής, αφού το 62% των ψηφοφόρων του εκφράζεται θετικά για αυτόν.
Το «δίδυμο» Δένδια – Πιερρακάκη κυριαρχεί στις προτιμήσεις του συνόλου των ψηφοφόρων στο ερώτημα «ποιοι ειναι οι καλύτεροι υπουργοί» , με τον Άδωνη Γεωργιάδη να ακολουθεί στην τρίτη θέση. Περισσότερες αρνητικές σε σχέση με τις θετικές ψήφους συγκεντρώνουν τόσο η πρόεδρος της Δημοκρατίας, όσο και ο πρόεδρος της Βουλής.
Δείτε ΕΔΩ ολόκληρη τη δημοσκόπηση
H ανάλυση του διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας Στράτου Φαναρά
Η πολύχρονη πανδημική κρίση φαίνεται πως έχει διαταράξει τις ατομικές συμπεριφορές σε βαθμό επικίνδυνο όχι μόνο για την κοινωνική συνοχή αλλά και για το αίσθημα της ύπαρξης κοινά αποδεκτών απαραβίαστων ηθικών κανόνων. Για άλλη μια φορά, η ειδησεογραφία των ημερών της έρευνας πεδίου (από 18 έως 22/11) μονοπωλήθηκε από συγκλονιστικές αποκαλύψεις για μια φιλανθρωπική οργάνωση η οποία εθεωρείτο πρότυπο προσφοράς και κοινωνικού έργου προς τα εγκαταλελειμμένα παιδιά, και μάλιστα μια φιλανθρωπική οργάνωση με επικεφαλής έναν προβεβλημένο για το κοινωνικό του έργο, ιερέα. Αποτέλεσμα είναι η κάμψη της κοινωνικής εμπιστοσύνης (δεν μπορείς να εμπιστευτείς ούτε τον διπλανό σου…), η οποία με μέση τιμή 5.5 στην κλίμακα 0 έως 10 σημειώνει τη χαμηλότερη τιμή της τελευταίας τετραετίας.
Ταυτόχρονα, βέβαια, παραμένει στη δημόσια ατζέντα το ζήτημα των υποκλοπών/παρακολουθήσεων που προκαλεί πολώσεις και αντισυσπειρώσεις, ενώ επηρεάζει αρνητικά και την πολιτική εμπιστοσύνη, η οποία με μέση τιμή 3.9 επίσης σημειώνει τη χαμηλότερη τιμή της σε ολόκληρη τη μετεκλογική περίοδο.
Κατά τα λοιπά, η κοινωνική ατζέντα δεν έχει αλλάξει. Η Οικονομία, και ειδικότερα η Ακρίβεια, κυριαρχούν στις έγνοιες των ανθρώπων. Ωστόσο, ο δείκτης οικονομικού κλίματος των νοικοκυριών δείχνει σημάδια βελτίωσης συγκριτικά με τον Οκτώβριο και κινείται στο -43 παρουσιάζοντας βελτίωση 8 ποσοστιαίων μονάδων (από το -51 του Οκτωβρίου). Βέβαια, η επίδοση αυτή παραμένει χαμηλή και κάθε άλλο παρά αποτυπώνει ένα κλίμα οικονομικής αισιοδοξίας. Επιπλέον, η ανάλυσή της με βάση τη θέση στην απασχόληση των ερωτώμενων, δείχνει ότι σχετίζεται κυρίως με μία ανάκαμψη μεταξύ των Συνταξιούχων και άρα μάλλον οφείλεται σε εξαγγελίες για βελτίωση των συντάξεων παρά σε βελτίωση της αγοράς συνολικά. Ωστόσο, και σε αυτό το πεδίο, στο οποίο κατεξοχήν η Κυβέρνηση κρίνεται για την αντιμετώπιση της Ακρίβειας, παρατηρείται οριακή βελτίωση των θετικών κρίσεων για την πολιτική της από το 18% του Οκτωβρίου στο 20% (ίσως αυτό να είναι το αποτέλεσμα του «καλαθιού του νοικοκυριού»).
Για άλλη μια φορά σημειώνουμε ότι το πεδίο της εξωτερικής πολιτικής αναδεικνύεται σε προνομιακό πεδίο για τον Πρωθυπουργό, τουλάχιστον μέχρι τώρα.
Ορισμένα στοιχεία της έρευνας που συνηγορούν σε αυτό είναι οι θετικές κρίσεις για το έργο της Κυβέρνησης:
• στην αμυντική θωράκιση της χώρας, που φτάνουν στο 64% (από το 61% του Οκτωβρίου)
• στην εξωτερική πολιτική, που φτάνουν στο 53% (3% πάνω από τον Οκτώβριο), αλλά και
• στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, στο 47% (από το 48% του Οκτωβρίου).
Η ατζέντα αυτή ενισχύει τη δημοφιλία του κ. Μητσοτάκη για πολλούς λόγους – ποτέ άλλοτε δεν είχαμε θετική αξιολόγηση Πρωθυπουργού λίγους μήνες πριν το τέλος της τετραετίας πάνω από το 40%. Επιπλέον, ο Υπουργός Εξωτερικών της Κυβέρνησης κ. Δένδιας συνεχίζει να θεωρείται με διαφορά ο πλέον επιτυχημένος Υπουργός της (με 36% αυθόρμητες αναφορές).
Ωστόσο, η εξωτερική πολιτική -όπως έχουμε και άλλοτε σημειώσει- δεν πρέπει και δεν προσφέρεται για τη διαμόρφωση μακροπρόθεσμων εσωτερικών κομματικών συσχετισμών. Τίποτα δεν αποκλείει την επιδείνωση του διεθνούς ορίζοντα, και ειδικότερα στην περιοχή μας, με τον πόλεμο στην Ουκρανία να είναι ακόμη σε εξέλιξη.
Στις αδυναμίες της Κυβερνητικής πολιτικής, εκτός από την αντιμετώπιση της Ακρίβειας, σημειώνουμε και την αδυναμία αντιμετώπισης της διαφθοράς, αλλά και τα εργασιακά και την εγκληματικότητα.
Χαμηλή είναι επίσης και η επίδοσή της στην «προστασία των ατομικών δικαιωμάτων» όπου οι θετικές κρίσεις ανέρχονται στο 30% και κινούνται σαφώς κάτω του 39% που είναι η συνολική θετική της αξιολόγηση – στοιχείο που πιθανόν συνδέεται με τις εξελίξεις στο ζήτημα των παρακολουθήσεων/υποκλοπών.
Το κομματικό τοπίο παραμένει σχεδόν αμετάβλητο ως προς το βασικά του χαρακτηριστικά.
Η Νέα Δημοκρατία έχει ένα καθαρό προβάδισμα της τάξεως των 8 ποσοστιαίων μονάδων στην πρόθεση ψήφου από τον ΣΥΡΙΖΑ (28,9% έναντι 20,9%) το οποίο οφείλεται κυρίως στον οικονομικά μη-ενεργό πληθυσμό (Νοικοκυρές και Συνταξιούχους). Η δυνατότητα της να ελέγχει τις πολιτικές πρωτοβουλίες τη βοηθά να αντιμετωπίζει κρίσεις που μέχρι τώρα δεν φαίνεται να έχουν ένα μονιμότερο αρνητικό αποτύπωμα στην εικόνα της. Βέβαια η εποχή της πλήρους κυριαρχίας της (πρώτη περίοδος της πανδημίας) έχει παρέλθει. Θυμίζουμε ότι κάποια στιγμή (την Άνοιξη του 2020) έφτασε να έχει πρόθεση ψήφου 42,5%.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αυξάνει σταδιακά αλλά αργόσυρτα τις δυνάμεις του και πλέον στην εκτίμηση ψήφου κινείται πάνω από το 26%. Συνεχίζει όμως να υπολείπεται του ποσοστού που κατέγραψε στις Βουλευτικές εκλογές του 2019.
Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής χάνει σταδιακά την αρχική του δυναμική μετά την εκλογή του Ν. Ανδρουλάκη στην ηγεσία του αν και στην εκτίμηση ψήφου παραμένει στα επίπεδα του 14%-15%. Ωστόσο η σταδιακή πόλωση λόγω των επερχόμενων εκλογών (που σημαίνει και άνοδο των συσπειρώσεων των ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ) δείχνει να του δημιουργεί προβλήματα γιατί περιορίζει τις εισροές που κατέγραφε λίγους μήνες πριν.
Δεν υπάρχουν ιδιαίτερες παρατηρήσεις για τα μικρότερα κοινοβουλευτικά κόμματα. Συνεχίζουν να δείχνουν ικανά να διατηρήσουν την κοινοβουλευτική τους παρουσία και μάλιστα να κινηθούν μάλλον ανοδικά παρά πτωτικά.
Για πρώτη φορά μετά από δύο-δυόμιση χρόνια, το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι προτιμούν αυτοδύναμη Κυβέρνηση ξεπερνά το 50% και ανέρχεται στο 51%. Θεωρούμε ότι αν διατηρηθεί αυτή η δεξαμενή σε αυτά τα επίπεδα, θα πριμοδοτήσει ισχυρά το μόνο κόμμα που τάσσεται υπέρ και ζητά αυτοδυναμία, δηλαδή τη Νέα Δημοκρατία έστω και σε δεύτερη εκλογική αναμέτρηση. Ειδικά στον χώρο της Κεντροδεξιάς και της Δεξιάς τα αντίστοιχα ποσοστά υπέρ της αυτοδυναμίας ανέρχονται στο 78% και 79%.
Αντίθετα, στο χώρο της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς, η πλειοψηφία επιθυμεί Κυβερνήσεις συνεργασίας σε ποσοστά 66% και 69%.
Και τέλος, στο χώρο όσων αυτοτοποθετούνται στο Κέντρο η εικόνα εμφανίζει μια ισορροπία (50%-49%).
Επομένως, οι πολιτικές δυνάμεις που ζητούν Κυβερνήσεις συνεργασίας, έχουν ένα διπλό πρόβλημα να λύσουν: πριν περιγράψουν τα σχήματα διακυβέρνησης που θεωρούν λειτουργικά θα πρέπει να πείσουν ότι και το μοντέλο που προτείνουν (Κυβερνήσεις συνεργασίας) μπορεί να είναι πιο αποδοτικό για τη χώρα και τους πολίτες.
Μπορούν να τα καταφέρουν; Η εκλογική τους επιρροή θα επικαθοριστεί σε μεγάλο βαθμό από τις απαντήσεις που θα δοθούν στο αμέσως επόμενο ολιγόμηνο διάστημα πριν τις κάλπες.
Δείτε ΕΔΩ ολόκληρη τη δημοσκόπηση