Στο ύψος των ασφαλιστικών εισφορών, αλλά στον κίνδυνο η αύξηση του κατώτατου μισθού να “απορροφηθεί” από την ακρίβεια και τον πληθωρισμό, αναφέρθηκε μεταξύ άλλων το Σάββατο η Υπουργός Εργασίας Δόμνα Μιχαηλίδου.
Μιλώντας στον ΑΝΤ1, η κ. Μιχαηλίδου ισχυρίστηκε ότι «μέχρι στιγμής η αύξηση των τιμών δεν έχει “φάει” την αύξηση των μισθών», ωστόσο τόνισε ότι η κυβέρνηση, κάθε άλλο παρά ευχαριστημένη μπορεί να είναι με την ακρίβεια να απειλεί ανά πάσα στιγμή την οικονομική ενίσχυση των νοικοκυριών.
«Πάντως το Κατά Κεφαλήν Εισόδημά μας υπέστη αύξηση διπλάσια απ’ ό,τι στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση», τόνισε η υπουργός και συνέχισε: «Πάγιος στόχος μας είναι η ενίσχυση του πληττόμενου νοικοκυριού αλλά με τέτοια διαχείριση της οικονομίας, που να μπορούν οι εργαζόμενοι να διατηρήσουν και τις θέσεις εργασίας τους. Οι εργοδότες ήθελαν αύξηση από 3% μέχρι 4%. Εμείς προχωρήσαμε σε αύξηση 6,4% του κατώτατου μισθού λαμβάνοντας υπόψιν πόσο μπορεί να αντέξει και η εργοδοσία, αλλά και η οικονομία. Τηρήσαμε δηλαδή μια ισορροπία έτσι ώστε από τη μία να ενισχύσουμε το νοικοκυριό κι από την άλλη το νοικοκυριό να μείνει στη θέση εργασίας του, και όλα αυτά χωρίς να δημιουργηθούν πληθωριστικές πιέσεις και πληθωριστικές προσδοκίες».
Όπως επισήμανε η υπουργός Εργασίας, «από την αύξηση επηρεάζονται άμεσα 560.000 συμπολίτες μας οι οποίοι εργάζονται με τον κατώτατο μισθό, όλοι όσοι λαμβάνουν επιδόματα από τη ΔΥΠΑ, όσοι εργάζονται σε προγράμματα ενεργητικής απασχόλησης, όσοι λαμβάνουν τα επιδόματα μητρότητας καθώς και όσοι δικαιούνται τις τριετίες που ξεπάγωσαν στην αρχή του έτους. Το εξίσου σημαντικό είναι ότι σήμερα, σε σχέση με το 2019 το ποσοστό των συμπολιτών μας που εργάζεται με τον κατώτατο μισθό έχει μειωθεί στο 22% από 27% που ήταν το 2019. Με τη νέα αύξηση του κατώτατου μισθού, η χώρα μας ανέβηκε στην 11η θέσηανάμεσα στις 22 χώρες της Ε.Ε. που διαθέτουν κατώτατο μισθό, πάνω από την Πορτογαλία και τη Μάλτα. Σε ό,τι αφορά τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις ξανασυνεδριάζει το συμβούλιο έτσι ώστε να εντάξουμε δύο ακόμα κατηγορίες. Η μια εξ αυτών είναι των ασφαλιστικών εταιρειών».
Για το μη-μισθολογικό κόστος το οποίο καταβάλλουν οι εργοδότες, η υπουργός τόνισε ότι ήδη έχουν μειωθεί οι ασφαλιστικές εισφορές κατά πέντε μονάδες και προανήγγειλε ότι μέχρι το τέλος της κυβερνητικής θητείας επίκειται μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά μία επιπλέον μονάδα, ενώ αποκάλυψε και ότι επιχειρείται η θέσπιση πλαφόν στις ασφαλιστικές εισφορές, με σκοπό να καταστεί και πάλι ελκυστική η προοπτική απασχόλησης στην Ελλάδα και να αναστραφεί η εκροή νεανική επιστημονικού κεφαλαίου προς το εξωτερικό («brain drain»).
Μιλώντας τέλος για τη διαδικασία επαναθεσμοθέτησης των κλαδικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας η κ. Μιχαηλίδου υπογράμμισε: «Επίκειται νέα συνεδρίαση του αρμοδίου Συμβουλίου και επανέρχονται οι συμβάσεις σε δύο ακόμα κλάδους, ο ένας από τους οποίους θα είναι ο κλάδος των εργαζομένων στις Ασφαλιστικές Εταιρίες».
Αναφερόμενη στο δώρο του Πάσχα, η κ. Μιχαηλίδου τόνισε ότι σημείωσε ότι «το δώρο Πάσχα είναι 415 ευρώ και υπολογίζεται πάνω σε όλον τον νέο κατώτατο μισθό των 830 ευρώ. Όσοι εργοδότες δεν δώσουν το δώρο Πάσχα στα 415 ευρώ είναι παράνομοι. Και αυτό μπορούμε να το δούμε αυτόματα πλέον μέσω από της ΕΡΓΑΝΗΣ όπου βλέπουμε και ελέγχουμε όλες τις μισθοδοσίες».
Όσον αφορά στο επίδομα μητρότητας, επισήμανε ότι «επεκτείναμε το επίδομα μητρότητας στις αυτοαπασχολούμενες, τις αγρότισσες και τις μη μισθωτές. Πλέον λαμβάνουν επίδομα μητρότητας ύψους 830 ευρώ για 9 μήνες, όπως και οι μισθωτές. Πρόκειται για μία πολύ σημαντική παρέμβαση που ισοδυναμεί με πρόσθετη οικονομική στήριξη 6.000 ευρώ ετησίως. Αυτές οι γυναίκες έπαιρναν για τέσσερις μήνες 250 ευρώ και τώρα θα παίρνουν για εννέα μήνες 830 ευρώ.Οι μητέρες,που δικαιούνται το επίδομα μπορούν ήδη να κάνουν γραπτώς αίτηση στα κέντρα της ΔΥΠΑ και ευελπιστώ ότι την επόμενη εβδομάδα θα είμαστε σε θέση να ενεργοποιήσουμε την απαιτούμενη πλατφόρμα προκειμένουνα υποβάλλουν τις αιτήσεις τους».
«Όταν το Συμβούλιο της Επικρατείας και ο Άρειος Πάγος διαφωνούν,όπως εν προκειμένω, τότε αρμόδιο για να αποφασίσει είναι το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο. Εμείς αυτό που κάνουμε είναι να περιμένουμε την απόφαση του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου και όπως πάντα να τη σεβαστούμε. Τότε θα δούμε πόσους πληρώνουμε και θα το κάνουμε όσο το δυνατόν γρηγορότερα», δήλωσε η κ. Μιχαηλίδου με αφορμή τα αναδρομικά δώρων και την επιστροφή των περικοπών στις επικουρικές συντάξεις.