Αγαπητοί μου πατέρες και αδελφοί, παιδιά μου εν Κυρίω αγαπημένα, ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
Μέσα στην περίοδο της Αναστάσιμης ευδοκίας, η 8η Μαΐου έχει καθιερωθεί ως παγκόσμια ημέρα Θαλασσαιμίας, μίας νόσου, που είναι ίσως περισσότερο γνωστή ως Μεσογειακή Αναιμία. Και αποτελεί αγαθή συγκυρία ο συνεορτασμός φέτος την ίδια ημέρα, των Aγίων Μυροφόρων γυναικών, αλλά και του ιερού προσώπου της μητέρας. Μία κοινή συνισταμένη, η άδολη προσφορά θυσιαστικής αγάπης, συνδέει και συμπλέκει τις τρεις αυτές ιδιαίτερες αναφορές. Θυσιαστική αγάπη χωρίς όρια, που ξεπερνά κάθε φόβο και ορθολογισμό, συνιστά των Μυροφόρων τον μυστικό θησαυρό. Αγάπη απροσμέτρητη, που προσφέρει χωρίς να διεκδικεί, που αναλώνεται χωρίς υστεροβουλία, χωρίς επιφύλαξη, χωρίς αντάλλαγμα, είναι της κάθε μητρικής καρδιάς η ειδοποιός διαφορά. Για όσους πάσχουν δε από Μεσογειακή Αναιμία, η ύπαρξη μίας τέτοιας προσφοράς αγάπης συνιστά ζωτική ανάγκη και το κατ’ εξοχήν δώρο για την επιβίωσή τους.
Απλώνουμε σήμερα τη σκέψη μας, για να αγκαλιάσει τους πάσχοντες, όπου γης. Προσφέρουμε ένα κομμάτι από την καρδιά μας στους 2200 ασθενείς, που νοσούν στην πατρίδα μας. Αγνοούμε, ίσως, τη φύση της ασθένειάς τους, ωστόσο έχουμε χρέος να ενημερωθούμε για τα σύνδρομα της Θαλασσαιμίας, για τον τρόπο μετάδοσης της Μεσογειακής Αναιμίας στο παιδί από γονείς, που είναι φορείς των παθολογικών γονιδίων. Οφείλουμε να πληροφορηθούμε για το λεγόμενο «στίγμα», αν και ο όρος αυτός, δεν χρησιμοποιείται πια, αφού οι φορείς αποκαλούνται πλέον ετεροζυγώτες.
Έχουμε υποχρέωση να ενημερωθούμε για τη διενέργεια των ελέγχων προς εντοπισμό των ετεροζυγωτών φορέων, μίας και ιδιαίτερα στον τόπο μας τα ποσοστά τους είναι αυξημένα. Είναι απαραίτητη η συμβολή μας, με κάθε τρόπο, στον περιορισμό της εμφάνισης νέων περιστατικών νόσησης. Οφείλουμε να ενημερωθούμε για την κληρονομική μορφή της βαρειάς αναιμίας, προκειμένου να ευαισθητοποιηθούμε και να στηρίξουμε στο μέτρο του δυνατού τους πάσχοντες. Πρόκειται για τη Βήτα Θαλασσαιμία, την πιο συχνή μορφή της νόσου, που οδηγεί στην καταστροφή των ερυθρών αιμοσφαιρίων, και συνεπώς σε χρόνια αιμολυτική αναιμία.
Για την αντιμετώπισή της απαιτούνται συχνές μεταγγίσεις, από τους πρώτους μήνες της ζωής, αποσιδήρωση και ειδικά φάρμακα, χωρίς, ωστόσο, να αποφεύγεται ικανός αριθμός επιπλοκών σε ζωτικά όργανα. Αν, όμως, κάποτε αυτή η αναιμία αποτελούσε θανατηφόρα ασθένεια, σήμερα θεωρείται χρόνια και διαχειρίσιμη νόσος, με αύξηση του ποσοστού επιβίωσης και βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Και αν, αίφνης, αναδύονται στη σκέψη μας από το παρελθόν μορφές ασθενών με την χαρακτηριστική όψη, το χλωμό πρόσωπο, τα προεξέχοντα ζυγωματικά, με διογκωμένη την κοιλιά, και αδύναμα τα άκρα, είναι παρήγορο ότι σήμερα τέτοιες εικόνες εκλείπουν, χάρη στις άοκνες προσπάθειες των ειδικών, και στις σπουδαίες εξελίξεις τόσο στην πρόληψη όσο και στην κλινική φροντίδα των πασχόντων.
Συγχρόνως, προηγμένες θεραπευτικές προσεγγίσεις γονιδιακής θεραπείας και γονιδιακής επιδιόρθωσης στοχεύουν πια στην απαλλαγή τους από μεταγγίσεις, προσφέροντας βάσιμες ελπίδες για ριζική αντιμετώπιση της νόσου. Παρά ταύτα, οι τακτικές μεταγγίσεις των ασθενών στις ημέρες μας συνεχίζουν να αποτελούν την αναντικατάστατη επιλογή. Και καθώς το αίμα εξασφαλίζεται μόνον μέσω εθελοντικής αιμοδοσίας, η επάρκειά του δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Ήδη, ποικίλα προβλήματα έχουν προκύψει τούτο τον καιρό της πανδημίας σε όλο τον κόσμο, με αποτέλεσμα καθυστέρηση στις μεταγγίσεις, προβλήματα στον προγραμματισμό της καθημερινότητας των ασθενών, πρόσθετο άγχος και αίσθηση ανασφάλειας.
Είναι, συνεπώς, ιερό και επιτακτικό το καθήκον μας ως Χριστιανών να τείνουμε χείρα βοηθείας στους πάσχοντες, προβαίνοντας στην υπέρτατη πράξη αλληλεγγύης και προσφοράς στον συνάνθρωπό μας, την δωρεά αίματος. Η κίνηση αυτή δεν καλύπτει μόνο μία ιατρική θεραπευτική ανάγκη, αλλά έχει και μία βαθειά χριστιανική ρίζα ως πράξη φιλαδελφίας, ως ύψιστο χρέος έμπρακτης συμμετοχής στη θυσιαστική αγάπη του Εσταυρωμένου. Έχει απροσμέτρητη αξία η αιμοδοσία, διότι δεν συνιστά μία προσφορά αγαθών από αυτά που έχουμε, αλλά εκχώρηση από αυτό που είμαστε. Αυτό που δίνουμε δεν είναι κάποιο άψυχο δώρο, αλλά δώρο ζωής, γι’ αυτό και η προσφορά αίματος μεταμορφώνεται σε σχέση, σε κοινωνία και περιχώρηση προσώπων. Η πράξη της αιμοδοσίας καθιστά τη σχέση με τον συνάνθρωπο προέκταση της σχέσης του Θεού με την Εκκλησία, με τον κόσμο, με τον άνθρωπο. Γι’ αυτό και την προβάλλουμε και την προωθούμε. Και ενθαρρύνουμε και καλούμε όλους σ’ αυτή την έκφραση αυθεντικής προσφοράς και αγάπης. Δεν πρέπει, άλλωστε, να λησμονούμε ότι και αυτό το κέντρο της πνευματικής μας ζωής είναι μία μετάγγιση θεϊκού αίματος στην χοϊκή μας υπόσταση.
Αυτή η πασχαλινή περίοδος αποτελεί, όντως, πρόκληση για όλους μας να κινηθούμε στο επέκεινα του προσωπικού μας χώρου, να συναντήσουμε τον πάσχοντα αδελφό μας με ουσιαστικά αισθήματα και όχι με στείρες σκέψεις, με συμπόνοια και όχι με διατύπωση απόψεων, με πράξεις και όχι με θεωρίες. Να πορευθούμε στο εξής «αλλήλων τα βάρη βαστάζοντες», να μετέχουμε του συμποσίου της πίστεως ενωμένοι «τω συνδέσμω της αγάπης», επενδύοντας κάθε στιγμή της ζωής μας με το πνεύμα της φιλαδελφίας, κάθε ανάσα της ύπαρξής μας με το φρόνημα της αιωνιότητας.
Αδελφοί μου,
Ευχή της Εκκλησίας μας είναι να ζήσουμε πραγματικά και μόνιμα την αίσθηση αυτής της αγάπης, την βεβαιότητα ότι οι πάσχοντες δεν είναι ξένοι, αλλά αδελφοί μας. Βρίσκονται κοντά μας, για να μοιραζόμαστε μαζί τους τη χαρά της Αναστάσεως και τη χαρά της Θεϊκής παρουσίας σ’ αυτόν τον κόσμο. ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!
Μετά πολλής πατρικής αγάπης,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
† Ο ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΙΓΝΑΤΙΟΣ