Οδεύει προς το τέλος ο νόμος Κατσέλη.
Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης προχωρά σην επιτάχυνση εκκαθάρισης πάνω από 40.000 υποθέσεων που αφορούν στο νόμο Κατσέλη.
Πρόκειται για υποθέσεις που παραμένουν εκκρεμείς στα Ειρηνοδικεία για να συζητηθούν ακόμη και μετά το 2027.
Στο πλαίσιο της συμφωνίας με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς για την ολοκλήρωση της 8ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης, η κυβέρνηση κατέθεσε τη νομοθετική ρύθμιση για την εκκαθάριση των χιλιάδων εκκρεμών υποθέσεων του νόμου Κατσέλη.
Ο νόμος Κατσέλη
Η κυβέρνηση εκτιμά ότι μεγάλος αριθμός αιτήσεων βάσει του ν. Κατσέλη έχουν κατατεθεί προσχηματικά, για να κερδίσει ο δανειολήπτης χρόνο.
Υπάρχουν και βεβαία και περιπτώσεις δανειοληπτών που γνωρίζουν ότι δεν δικαιούται ρύθμιση.
Όπως αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση του νομοσχεδίου, «από την επισκόπηση των διαθέσιμων στατιστικών στοιχείων διαπιστώνεται ότι ένα σημαντικό μέρος των υποθέσεων του ν. 3869/2010, που εισάγονται στο ακροατήριο και ανέρχεται σε ποσοστό 25% περίπου, δεν συζητείται είτε λόγω ματαίωσης είτε λόγω παραίτησης από το δικόγραφο».
Οι δανειολήπτες είναι υποχρεωμένοι να υποβάλουν μέσα από μια ηλεκτρονική πλατφόρμα αιτήσεις για επαναπροσδιορισμό της δίκης τους και μόνο όσοι το κάνουν θα έχουν δικαίωμα να φθάσουν ως τη συζήτηση της υπόθεσής τους στο Ειρηνοδικείο.
Έλεγχοι εισοδήματος και περιουσίας
Από την υποβολή της αίτησης, αρχίζει να «τρέχει» μια πολύ γρήγορη διαδικασία.
Ο δανειολήπτης είναι υποχρεωμένος να δηλώσει -αν δεν το κάνει χάνει το δικαίωμα ρύθμισης- ότι συναινεί στην άρση του απορρήτου των τραπεζικών και φορολογικών του πληροφοριών, ώστε οι πιστωτές να μπορούν να χρησιμοποιήσουν την ηλεκτρονική πλατφόρμα για να προχωρήσουν σε «ακτινογραφία» της οικονομικής κατάστασης του δανειολήπτη, χωρίς να απαιτείται συνδρομή της εισαγγελικής αρχής.
Από την υποβολή της αίτησης επαναπροσδιορισμού αίρεται το φορολογικό απόρρητο έναντι των πιστωτών, ως προς τους οποίους ζητείται η ρύθμιση, σχετικά με τις οφειλές προς το Δημόσιο, για τις οποίες ζητείται η ρύθμιση, καθώς επίσης και ως προς τα στοιχεία του αιτούντος, του/της συζύγου και των ανήλικων τέκνων από το φορολογικό μητρώο.
Μέσα σε 60 ημέρες από την κατάθεση της αίτησης επαναπροσδιορισμού, οι διάδικοι καταθέτουν τις προτάσεις τους, ώστε να αρχίσει η διαδικασία της «δίκης – εξπρές», που θα γίνεται με βάση τις σχετικές διατάξεις του 2015 (δίκη μόνο με βάση έγγραφα, χωρίς μάρτυρες εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων).
Με την κατάθεση των προτάσεων αρχίζει ένας ακόμη γύρος ελέγχου των οικονομικών δεδομένων του δανειολήπτη, καθώς θα είναι υποχρεωτικό, μαζί με τις προτάσεις, να προσκομίζει: α) Αντίγραφα εκκαθαριστικών σημειωμάτων ή πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, που καλύπτουν διάστημα τριών ετών πριν από τη λήψη του πρώτου χρονικά δανείου, του οποίου ζητείται η ρύθμιση, καθώς και ολόκληρο το διάστημα μέχρι την κατάθεση των προτάσεων.
β) Την τελευταία εκδοθείσα πράξη προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α. Σημειώνεται ότι όλα αυτά τα έγγραφα προσκομίζονται και για τον/την σύζυγο του αιτούντα, ή το πρόσωπο με το οποίο έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, καθώς επίσης και για τα ανήλικα τέκνα του που διαθέτουν περιουσία.
Οι τράπεζες θα μπορούν, έχοντας πρόσβαση σε ένα μεγάλο όγκο πληροφοριών για την περιουσιακή και εισοδηματική κατάσταση του δανειολήπτη, να αντικρούουν τα αιτήματα που διατυπώνει στις προτάσεις του για ρύθμιση χρέους, ώστε όσοι αποδειχθεί ότι έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν τις οφειλές τους να μην φθάνουν σε μια ευνοϊκή ρύθμιση με βάση το νόμο Κατσέλη.
Ακολουθούν πολύ σύντομες, τουλάχιστον όπως τις οραματίζεται ο νομοθέτης, διαδικασίες για την έκδοση της απόφασης. Μέσα σε 15 ημέρες από το κλείσιμο του φακέλου της δικογραφίας ορίζεται ειρηνοδίκης για την εκδίκαση της υπόθεσης, και μέσα σε 30 ημέρες ορίζεται η συζήτηση στο ακροατήριο, όπου, όπως προαναφέρθηκε, ο ειρηνοδίκης θα δικάζει με την πολύ σύντομη γραπτή διαδικασία, χωρίς να εξετάζονται μάρτυρες.