Κατέθεσε τροπολογία δυο άρθρων στη Βουλή ο υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Τσιάρας
Οι σχετικές διατάξεις ήταν αίτημα της ηγεσίας των δικαστηρίων αλλά και της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, που αποσκοπούσε στην αποσυμφόρηση των πινακίων-εκεθεμάτων των Ποινικών δικαστηρίων τα οποία έχουν υπερφορτωθεί με δεδομένο ότι τα ακροατήρια δεν λειτουργούσαν λόγω της πανδημίας από τα μέσα του περασμένου Μαρτίου.
Αντίθετα, από την παραγραφή και την παύση ποινικής δίωξης εξαιρούνται τα αδικήματα που αφορούν την διάδοση του κορονοιού (285 Π.Κ.) και ‘άλλα αδικήματα που σχετίζονται με απόδραση κρατουμένου, με διατάραξη πλειστηριασμών (πράξεις κατά συμβολαιογράφου), ψευδή καταγγελία στην Αρχή (230 Π.Κ.) , προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας (337 Π.Κ.) κ.λπ.
Η τροπολογία που κατατέθηκε στην Βουλή αναφέρει:
«Άρθρο 63
Παραγραφή και παύση ποινικής δίωξης
1. Παραγράφεται το αξιόποινο και παύει η δίωξη των πλημμελημάτων, που έχουν τελεσθεί μέχρι και την 30η.04.2020, κατά των οποίων ο νόμος, ως κύρια ποινή , απειλεί ποινή φυλάκισης μέχρι ένα (1) έτος ή χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας ή σωρευτικά κάποιες από τις παραπάνω ποινές .
2. Εάν, στην περίπτωση των πλημμελημάτων της παρ . 1, ο υπαίτιος υποπέσει μέσα σε δύο (2) έτη από τη δημοσίευση του παρόντος σε νέα από δόλο αξιόποινη πράξη κακουργήματος ή πλημμελήματος και καταδικαστεί αμετάκλητα οποτεδήποτε σε ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη των έξι (6 ) μηνών, συνεχίζεται η κατ’ αυτού παυθείσα ποινική δίωξη και δεν υπολογίζεται στον χρόνο παραγραφής του αξιόποινου της πρώτης πράξης ο διανυθείς χρόνος από την παύση της δίωξης μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη για τη νέα πράξη.
Άρθρο 64
Παραγραφή και μη εκτέλεση ποινών υπό όρο
1. Κύριες ποινές: α) φυλάκισης διάρκειας μέχρι έξι (5) μηνων ή β) χρηματικές ποινές ή γ) ποινές παροχής κοινωφελούς εργασίας, που έχουν επιβληθεί με αποφάσεις, οι οποίες έχουν εκδοθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος , εφόσον οι αποφάσεις δεν έχουν καταστεί αμετάκλητες και οι ποινές αυτές δεν έχουν εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος , παραγράφονται και δεν εκτελούνται υπό τον όρο ότι ο καταδικασθείς δεν θα τελέσει μέσα σε δύο (2) έτη από τη δημοσίευση του παρόντος νέα αξιόποινη πράξη από δόλο, για την οποία θα καταδικαστεί αμετάκλητα οποτεδήποτε σε ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη των έξι (6) μηνών.
Σε περίπτωση νέας καταδίκης, ο καταδικασθείς εκτίει αθροιστικά, μετά την έκτιση της νέας ποινής και τη μη εκτιθείσα και δεν υπολογίζεται στον χρόνο παραγραφής της μη εκτιθείσας ποινής, ο διανυθείς χρόνος από τη δημοσίευση του νόμου αυτού μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη για τη νέα πράξη. Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται για χρηματικές ποινές που έχουν επιβληθεί σωρευτικά με ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη των έξι (6) μηνών».