Βαρύς ο πέλεκυς σε γυναικολόγο που διατηρούσε 36 τραπεζικούς λογαριασμούς αλλά δεν προέκυπτε η πηγή προέλευσης των εισοδημάτων του
Στη συνέχεια, δόθηκε εντολή από το ΚΕΦΟΜΕΠ για τη διενέργεια ελέγχου των εισοδημάτων του για τη δωδεκαετία 2001-2013.
Οπως διαπιστώθηκε, τα 12 αυτά χρόνια ο γυναικολόγος υπέβαλε κοινές δηλώσεις με τη σύζυγό του για εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες και υπηρεσίες ελευθέριου επαγγέλματος ως γιατρός (χειρουργός γυναικολόγος – μαιευτήρας).
Οι φορολογικές αρχές όμως διαπίστωσαν μέσω του συστήματος ELENXIS του υπουργείου Οικονομικών ότι παράλληλα ο γυναικολόγος είναι νόμιμος εκπρόσωπος, διαχειριστής και μοναδικός εταίρος μονοπρόσωπης Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης (ΕΠΕ).
Στη συνέχεια, ζητήθηκε από τον γυναικολόγο «να θέσει στη διάθεση του ελέγχου οποιοδήποτε στοιχείο, όπως τραπεζικά παραστατικά, συμφωνητικά μισθώσεων, αγοραπωλησιών ακινήτων, χρηματιστηριακών συναλλαγών κ.λπ., το οποίο θα δικαιολογούσε την πηγή προέλευσης των πιστώσεων που προέκυψαν από την επεξεργασία των τραπεζικών λογαριασμών κατά τα έτη 2001-2013».
Παράλληλα, του ζητήθηκε να απαντήσει «αν τα ποσά αυτά έχουν φορολογηθεί ή νομίμως απαλλαγεί του φόρου κατά τα κρινόμενα οικονομικά έτη. Παρ’ όλα αυτά, δεν προσκόμισε στοιχεία που να αποδεικνύουν τη φορολόγηση ή τη νόμιμη απαλλαγή τους».
Κατά τις φορολογικές αρχές, δεν προέκυψε η πηγή προέλευσης των τραπεζικών καταθέσεών του. Αμέσως λοιπόν προχώρησαν σε καταλογιστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, πρόσθετου φόρου για ανακριβείς δηλώσεις εισοδήματος, διαφορές εισφοράς αλληλεγγύης και πρόσθετο φόρο λόγω ανακριβών δηλώσεων εισφοράς αλληλεγγύης, ύψους περίπου 2.327.980 ευρώ.
Πράγματι, κρίθηκε ότι για τα έτη 2001-2010 έχει επέλθει παραγραφή και εκδόθηκαν καταλογιστικές πράξεις για μια διετία (2011-2013), ύψους 557.000 ευρώ.
Ο γυναικολόγος προσέφυγε στη Δικαιοσύνη ζητώντας να ακυρωθούν οι καταλογιστικές πράξεις, υποστηρίζοντας ότι δεν κατετίθεντο όλες οι εισπράξεις από τη δραστηριότητα της εταιρείας στον λογαριασμό της, «επειδή κατ’ ουσίαν επρόκειτο για ατομική επιχείρηση και πολλά από τα ακαθάριστα έσοδα της εταιρείας δεν διήλθαν από τον λογαριασμό όψεως αυτής, αλλά από τους ατομικούς του τραπεζικούς λογαριασμούς».
Το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών επισήμανε ότι «από τον έλεγχο που έγινε και, σύμφωνα με τις αναλυτικές κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών και από τη σύγκριση των ετήσιων κύκλων εργασιών της ΕΠΕ, προκύπτει ότι τα ποσά των καταθέσεων στους τραπεζικούς λογαριασμούς υπερκαλύπτουν τον ετήσιο κύκλο εργασιών της εταιρείας».
Ακόμα, σημειώνουν οι διοικητικοί εφέτες, «το ζήτημα της προσαύξησης της περιουσίας μέσω αδικαιολόγητων πιστώσεων σε τραπεζικούς λογαριασμούς κρίνεται αποκλειστικά και μόνο από τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζονται για καθεμία αμφισβητούμενη πίστωση και όχι συμπερασματικά, όπως υποστηρίζεται» από τον γυναικολόγο.
Σύμφωνα με την εφετειακή απόφαση, «δεν προσκόμισε επαρκή στοιχεία και ως εκ τούτου δεν προέκυψε η πηγή προέλευσής τους» και έτσι κρίθηκε ότι «υπήρξε προσαύξηση της περιουσίας του από άγνωστη αιτία, βάσει δε αυτής υπολογίστηκε το φορολογητέο εισόδημά του κατά τα οικονομικά έτη 2001 έως και 2013 και προσδιορίστηκαν ακόμη και τα ποσά της έκτακτης εισφοράς και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης».
Ο γιατρός όμως προχώρησε ένα ακόμα βήμα και άσκησε αναίρεση στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά της εφετειακής απόφασης.
Με τη σειρά του το Β’ Τμήμα του ΣτΕ, με πρόεδρο τον αντιπρόεδρο Μιχάλη Πικραμένο και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Νίκο Σεκέρογλου, συμφώνησε με την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) ότι σε μια τριετία έγιναν καταθέσεις σε τραπεζικούς λογαριασμούς του ύψους 557.000 ευρώ, χωρίς να προκύπτει η πηγή προέλευσής τους, με αποτέλεσμα να του καταλογιστεί πρόσθετος φόρος, κ.λπ. 441.000 ευρώ, που με τις προσαυξήσεις 96 μηνών, μέχρι τώρα, φτάνει περίπου στο 1 εκατ. ευρώ.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας απέρριψαν τον ισχυρισμό του γυναικολόγου ότι «εσφαλμένα το Διοικητικό Εφετείο δέχτηκε ότι το υπόλοιπο των ετήσιων ακαθάριστων εσόδων της ΕΠΕ που δεν έχει κατατεθεί στον τραπεζικό λογαριασμό αυτής δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί προκειμένου να δικαιολογηθούν αυτοτελείς πιστώσεις στους ατομικούς λογαριασμούς του».
Τέλος, το ΣτΕ απέρριψε τον ισχυρισμό του ότι εσφαλμένα ερμηνεύτηκε και πλημμελώς εφαρμόστηκε ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας (νόμος 4174/2013), όπως επίσης απέρριψε και όλους τους υπόλοιπους ισχυρισμούς που προέβαλε ως αβάσιμους. Ετσι, επικύρωσε την εφετειακή απόφαση και κατά συνέπεια τις φορολογικές καταλογιστικές πράξεις.