Λίγο μετά τις 9 το βράδυ της 7ης Ιουλίου 2019, ο Αλέξης Τσίπρας, από το Ζάππειο, παραδεχόταν την ήττα του και έδινε συγχαρητήρια στον Κυριάκο Μητσοτάκη για την εκλογική του νίκη.
Το επόμενο πρωί, παρέδιδε τα κλειδιά του Μεγάρου Μαξίμου στον νέο Πρωθυπουργό και επέστρεφε στον έβδομο όροφο της οδού Κουμουνδούρου, προκειμένου να θέσει σε εφαρμογή το σχέδιο αναδιάρθρωσης του ΣΥΡΙΖΑ, που είχε προαναγγείλει στις πρώτες του κιόλας δηλώσεις. «Σήμερα, ένα μεγάλο μέρος αυτών των πολιτών, πολύ πιο συνειδητά αυτή τη φορά, μας δείχνει εκ νέου την εμπιστοσύνη του, και ένα μεγάλο ποσοστό, […] κοντά στο 32%, που μας καθιστά τη μεγάλη δύναμη της δημοκρατικής και προοδευτικής παράταξης στον τόπο μας. Αυτή τη φορά, όμως, δεν είναι δάνειο, αλλά εντολή μετασχηματισμού μας με γοργά βήματα, από ένα κόμμα με τεράστια αναντιστοιχία μελών και ψηφοφόρων, σε μια μεγάλη παράταξη, σε ένα σύγχρονο και μαζικό, αριστερό, προοδευτικό κίνημα, με βαθιές ρίζες και ισχυρούς δεσμούς στον εργαζόμενο λαό και την κοινωνία. Αυτούς τους δεσμούς θα σφυρηλατήσουμε το επόμενο διάστημα από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης», ήταν, μεταξύ άλλων, οι πρώτες δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα από τη θέση του επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ένα χρόνο μετά, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αλλάξει το όνομα στη μαρκίζα (προσθέτοντας, πρόσφατα το «Προοδευτική Συμμαχία»), αδυνατεί όμως, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, να βρει τα αντιπολιτευτικά του «πατήματα». Ταλανίζεται από μια σειρά εσωκομματικών συγκρούσεων και –το κυριότερο– βρίσκεται στη δίνη δύο σκανδαλογικών υποθέσεων που αφορούν την περίοδο της διακυβέρνησής του.
Η μετεξέλιξη του κόμματος και οι εσωτερικές αντιδράσεις
Η μετεξέλιξη ή ο μετασχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ αποτέλεσε το κορυφαίο ζήτημα εσωκομματικών συγκρούσεων εντός της Κουμουνδούρου. Στην πραγματικότητα, όλες οι συγκεκριμένες τριβές μπορούν να συμπυκνωθούν στο ερώτημα: «κόμμα της Αριστεράς ή παράταξη που φτάνει μέχρι το Κέντρο;». Με βάση την απάντηση που δίνει η κάθε τάση του ΣΥΡΙΖΑ στο συγκεκριμένο ζήτημα δημιουργούνται προστριβές και ομαδοποιήσεις για μια σειρά άλλων επιδίκων που ανά διαστήματα ταλάνισαν το εσωτερικό της αξιωματικής αντιπολίτευσης αυτό τον χρόνο: «πόσο μεγάλη θα είναι η διεύρυνση;», «ποιος θα είναι ο ρόλος του Προέδρου;», «πώς θα εκλέγεται ο Πρόεδρος και τα όργανα του ΣΥΡΙΖΑ;», «πώς, πότε και πώς θα γίνει η αλλαγή του ονόματος;» ήταν ορισμένα από τα ερωτήματα που αποτέλεσαν αιτία «πολέμου» ανάμεσα στα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης τους δώδεκα αυτούς μήνες. Ο Αλέξης Τσίπρας ήλπιζε τα περισσότερα από αυτά να λυθούν σε ένα μεγάλο Συνέδριο που είχε προγραμματιστεί για την άνοιξη αλλά αναβλήθηκε, για το φθινόπωρο, λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Το είδος της αντιπολίτευσης
Το είδος και ο χαρακτήρας της αντιπολίτευσης που θα ακολουθούσε ο ΣΥΡΙΖΑ αποτέλεσε άλλη μία σημαντική διαφωνία εντός Κουμουνδούρου. Οι θιασώτες της «σκληρής γραμμής» προέτρεψαν τον Αλέξη Τσίπρα να ακολουθήσει την πεπατημένη, «την τακτική του 2012», όπως έλεγαν. Δηλαδή, σκληρή αντιπολίτευση, εύκολη και ανέξοδη κριτική και σκανδαλοθηρία που ορισμένες φορές φτάνει και στο όριο των προσωπικών επιθέσεων. Από την άλλη, υπήρξαν στελέχη που υποστήριξαν ότι το κόμμα πρέπει να εξαγάγει συμπεράσματα από την τετραετία της διακυβέρνησης και να προετοιμαστεί κατάλληλα για την «δεύτερη φορά Αριστερά», έτσι ώστε να μην βρεθεί ξανά ενώπιον αντιφάσεων και ψευδαισθήσεων. Προέκριναν, λοιπόν μια περισσότερο «προγραμματική αντιπολίτευση», διαβλέποντας ότι η κυβέρνηση δεν θα εξαντλήσει γρήγορα το πολιτικό της κεφάλαιο. Η σημαντική αυτή διαφοροποίηση αποτυπώθηκε στην εσωτερική συζήτηση για το κείμενο του απολογισμού της τετραετίας, ενώ κατά ένα παράδοξο τρόπο σχηματοποιήθηκε και γύρω από το πρόσωπο του λοιμωξιολόγου Σωτήρη Τσιόδρα. Την περίοδο της πανδημίας, οι θιασώτες της πρώτης γραμμής αμφισβήτησαν έντονα τον επικεφαλής της επιτροπής του Υπουργείου Υγείας, ενώ αυτοί της δεύτερης προσέφεραν άπλετη στήριξη λέγοντας ότι «και εμείς αυτόν θα επιλέγαμε». Το ενδιαφέρον, πάντως, είναι ότι η διαχωριστική αυτή γραμμή ξεπέρασε πολλές φορές τις παραδοσιακές τάσεις και ομαδοποιήσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Σε αυτό το τοπίο, ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε το προσωπικό του ύφος αντιπολίτευσης. Από τη μία προσέφερε αρχικά απόλυτη στήριξη στην κυβέρνηση στα ελληνοτουρκικά αλλά και στην κρίση του Έβρου, ενώ «έβαλε πλάτη» και στην πρώτη φάση της πανδημίας του κορωνοϊού, στηρίζοντας τα μέτρα προστασίας της υγείας που εφάρμοσε η κυβέρνηση. Παράλληλα, υπερψήφισε την πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη για την εκλογή της Κ. Σακελλαροπούλου στη θέση της Προέδρου της Δημοκρατίας. Την ίδια ώρα, δύο φορές, μέσω του προγράμματος «Μένουμε Όρθιοι 1&2» κατέθεσε, συγκεκριμένες προτάσεις διαχείρισης της οικονομικής κρίσης.
Από την άλλη, άσκησε σκληρή κριτική για την οικονομία με έμφαση στα εργασιακά αλλά και τη μεσαία τάξη κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι επιλέγει να επαναφέρει τη χώρα σε μνημονιακή κατάσταση. Παράλληλα, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ επέλεξαν σκληρή τακτική στην Προανακριτική Επιτροπή για την Novartis, ο ίδιος ανέβασε αρκετές φορές του τόνους σε τοποθετήσεις του στη Βουλή, ενώ σε υψηλούς τόνους κινήθηκε και η αντιπολιτευτική τακτική σε ζητήματα όπως η λίστα των ΜΜΕ και η τηλεκατάρτιση. Τέλος, σε ορισμένες περιπτώσεις θυμήθηκε τις κινηματικές του ρίζες, με χαρακτηριστικότερη την παρουσία του Αλέξη Τσίπρα στην πορεία του Πολυτεχνείου.
Στη δίνη των υποθέσεων Παππά
Όλα τα παραπάνω θα εντάσσονταν εντός ενός συνηθισμένου για τη πολιτική ζωή πλαισίου ενός κόμματος που χάνει τη διακυβέρνηση και επιστρέφει στην αντιπολίτευση. Άλλωστε, πολλές φορές στην Ελλάδα έχουμε δει κόμματα να χάνονται αρχικά στον λαβύρινθο της εσωστρέφειας, αλλά να καταφέρνουν στην πορεία να επανέλθουν.
Στην Κουμουνδούρου, ωστόσο, καλούνται πλέον να διαχειριστούν πολύ πιο σοβαρά προβλήματα, καθώς το τελευταίο δίμηνο μια σειρά αποκαλύψεων αναδεικνύουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να φέρει το «άλλο παράδειγμα διακυβέρνησης» στο οποίο αναφέρθηκε πολλές φορές ο Αλέξης Τσίπρας.
Αλέξης Τσίπρας και Νίκος Παππάς στη Βουλή /Φωτογραφία: SOOC
Κι αν η περίπτωση του Δημήτρη Παπαδημούλη έπληξε το «ηθικό πλεονέκτημα», που επικαλούνται διαχρονικά στην Κουμουνδούρου, οι δύο υποθέσεις στις οποίες εμπλέκεται ο Νίκος Παππάς είναι πιθανόν να φτάσουν μέχρι και τη Δικαιοσύνη. Στον ΣΥΡΙΖΑ αδυνατούν να δώσουν πειστικές απαντήσεις τόσο για το περιεχόμενο της συνομιλίας του τέως υπουργού με τον Σάμπυ Μιωνή, όσο και για τις καταγγελίες του Χρήστου Καλογρίτσα, οι οποίες φέρονται να εμπλέκουν τον Νίκο Παππά σε αδιαφανείς διαδικασίες που σχετίζονται με τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες αλλά και την κυκλοφορία της εφημερίδας Documento. Αντί αυτού κάνουν λόγο για απόπειρα αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης εκ μέρους της κυβέρνησης και κατηγορούν τη Νέα Δημοκρατία για σύσταση «γαλάζιου παρακράτους» με αφορμή τα δημοσιεύματα για τις ηχογραφήσεις των κοριών της ΕΥΠ. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, επιπλέον, βρίσκεται πλέον και ο ίδιος στο κάδρο των ευθυνών καθώς τόσο η Νέα Δημοκρατία όσο και το ΚΙΝΑΛ τον καλούν να απαντήσει πόσα και αν γνώριζε.
Ετοιμάζεται για πρόωρες εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ
Τέλος, ο Αλέξης Τσίπρας επαναφέρει το τελευταίο διάστημα τα σενάρια πρόωρων εκλογών, δηλώνοντας μάλιστα έτοιμος «να ξαναβγάλει τα κάστανα από τη φωτιά». Εντούτοις, οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης κάτω από το ψυχολογικό όριο του 20% και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά γύρω από το πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα ιδιαίτερα ανησυχητικά. Η συζήτηση στην τελευταία Κεντρική Επιτροπή και οι ανησυχίες που εκφράστηκαν για εγκλωβισμό στο «25% με τη ΝΔ στο 40%» είναι ενδεικτικές του κλίματος που επικρατεί. Αν συνεχιστεί, μάλιστα, και το γαϊτανάκι των αποκαλύψεων, το 32% του Ιουλίου του 2019 ίσως θα μοιάζει μακρινό πλέον για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Σήμερα ο Αλέξης Τσίπρας, στις 5.30 το απόγευμα, κατά την διάρκεια της συνεδρίασης της κοινοβουλευτικής ομάδας της αξιωματικής αντιπολίτευσης που πραγματοποιείται ένα χρόνο μετά από την ημέρα που ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε τις εκλογές, θα κηρύξει κατά μέτωπο επίθεση εναντίον της κυβέρνησης. Θα αναφερθεί, σύμφωνα με πληροφορίες, σε «παρακράτος της ΝΔ», βασισμένος σε δημοσίευμα του Documento, με καταγραφές της ΕΥΠ.
Πηγή: iefimerida.gr