Η λειτουργία του Νοσοκομείου Βόλου αποτέλεσε το κύριο θέμα συζήτησης κατά τη διάρκεια της συνάντησης του Βουλευτή Ν. Μαγνησίας της Νέας Δημοκρατίας Αθανάσιου Λιούπη με τον Διοικητή της 5ης Υγειονομικής Περιφέρειας Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδος κ. Φώτη Σερέτη.
Ο κ. Λιούπης ζήτησε αρχικά, με το αίτημά του να γίνεται δεκτό, την επαναπροκήρυξη των θέσεων στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Νοσοκομείου Βόλου, οι οποίες κρίθηκαν άγονες με την προηγούμενη προκήρυξη, ενώ συζητήθηκε το ενδεχόμενο να ζητηθούν και άλλες θέσεις ιατρών από το Υπουργείο Υγείας, πέραν των δύο θέσεων μονίμων ιατρών που ήδη εστάλησαν για την προκήρυξη του Σεπτεμβρίου, λόγω της μεγάλης υποστελέχωσης του Νοσοκομείου Βόλου. Σημειώθηκε πως οι ήδη 14 επιλεγέντες μόνιμοι ιατροί, αναμένεται να πάρουν ΦΕΚ διορισμού.
Παράλληλα, ζητήθηκε η αύξηση των πιστώσεων στο Νοσοκομείο Βόλου, λόγω της επικείμενης μεταφοράς της Μονάδας Μεσογειακής Αναιμίας και εξαιτίας της σύμβασης με το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο για τη διενέργεια των test Covid-19.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης υπογραμμίστηκε η αναγκαιότητα του μοριακού αναλυτή και των πιστώσεων για αντιδραστήρια για το Νοσοκομείο Βόλου, ενώ με τη σύμφωνη γνώμη του κ. Σερέτη θα ζητηθεί η έγκριση του Νέου Οργανισμού, προσθέτοντας απαραίτητα Τμήματα στο Νοσοκομείο, για να προσφέρει ακόμη καλύτερες παροχές υγείας στους πολίτες και τους επισκέπτες του νομού.
Τονίστηκε πως τα Κέντρα Υγείας των νησιών και της ηπειρωτικής Μαγνησίας ανταποκρίθηκαν με τον καλύτερο τρόπο στις ανάγκες του καλοκαιριού, στην ανίχνευση και αντιμετώπιση της πανδημίας και μεταφέρθηκε το αίτημα του Νοσοκομείου Βόλου στον Διοικητή της Υ.ΠΕ, να εξεταστεί η δυνατότητα να στηρίξουν τα Κέντρα Υγείας με γιατρούς τις εφημερίες του Νοσοκομείου Βόλου, κατά την χειμερινή περίοδο, όπου είναι δυνατόν και μέχρι τη στελέχωση των κλινικών.
Επιπροσθέτως σημειώθηκε πως το Κέντρο Υγείας Βόλου θα ενισχυθεί και θα αποτελέσει την πρωτοβάθμια δομή αρχικής αντιμετώπισης ασθενών με Covid – 19.
Ο κ. Σερέτης ενημέρωσε τέλος τον κ. Λιούπη ότι ήδη τοποθετήθηκαν στο Νοσοκομείο τέσσερις νοσηλεύτριες και τέσσερις τραυματιοφορείς και θα εξεταστεί επιπλέον η δυνατότητα πρόσληψης ιατρικού επικουρικού προσωπικού, ανάλογα με τις ανάγκες.