Ο Απόστολος Λύτρας αποχώρησε από την υπόθεση του θανάτου των τριών παιδιών της Πάτρας αφότου απαγγέλθηκαν κατηγορίες στην Ρούλα Πισπιρίγκου για τον θάνατο της κόρης της, Τζωρτζίνας.
Όπως αναφέρει ο δικηγόρος, επί της ουσίας δεν «παραιτήθηκε» από την υπεράσπιση της 33χρονης καθώς δεν την ανέλαβε ποτέ ως κατηγορούμενη ή ύποπτη. «Για να μιλάμε για υπεράσπιση απαιτείται να υπάρχει κατηγορούμενος, η έστω ύποπτος, ως αυτός προσδιορίζεται με βάση το νόμο και όχι τις υπόνοιες της κοινωνίας», αναφέρει.
Λέει επίσης ότι: «στο προηγούμενο στάδιο της υπόθεσης, υπήρχαν άλλοι δικηγόροι που την χειρίζονταν, οι οποίοι ήταν πολύ φειδωλοί στις δημόσιες εμφανίσεις τους».
Μάλιστα, ο Απόστολος Λύτρας «βλέπει» και ενδεχόμενη αντιδικία ανάμεσα στον Μάνο Δασκαλάκη και τη Ρούλα Πισπιρίγκου αφού γράφει: «Έχοντας εκπροσωπήσει και τους δυο γονείς και γνωρίζοντας στοιχεία και από τις δυο πλευρές, δε θα ήταν ποτέ δυνατό να αναλάβω είτε ως συνήγορος υπεράσπισης είτε εκπροσωπώντας τον παριστάμενο προς υποστήριξη της κατηγορίας σε περίπτωση που υποβληθεί τέτοια δήλωση. Αυτό είναι το πρακτικό κ δεοντολογικό κομμάτι, το ηθικό αφορά ως προείπα αποκλειστικά εμένα.
Είναι δε τουλάχιστον αστείο να ακούω για επιδίωξη πρόσκαιρης δημοσιότητας. «Υπερασπιστής» λοιπόν δεν είσαι όταν αναλαμβάνεις αδιακρίτως, η όταν αναλαμβάνεις όταν δεν σου επιτρέπεται».
Η ανακοίνωση του Απόστολου Λύτρα
«Κάποιες σκέψεις για αυτά που λέγονται, γράφονται,υπονοούνται, σχετικά την Υπόθεση που αφορά στο θάνατο των τριών παιδιών και την δήθεν «παραίτηση» μου από μια υπεράσπιση που ουδέποτε είχα εντολή να αναλάβω καθώς εξέλειπε – νομικά μιλώντας- η ιδιότητα του κατηγορουμένου η υπόπτου.
Διότι καταρχάς για να μιλάμε για υπεράσπιση απαιτείται να υπάρχει κατηγορούμενος, η έστω ύποπτος, ως αυτός προσδιορίζεται με βάση το νόμο και όχι τις υπόνοιες της κοινωνίας.
Ανέλαβα λοιπόν να παρέχω τις νομικές μου υπηρεσίες σε αμφότερους τους γονεις, οι οποίοι, ως κάθε πολίτης, είχαν το δικαίωμα να απευθυνθούν σε δικηγόρο στο πλαίσιο διερεύνησης μιας υπόθεσης η οποία άμεσα τους αφορούσε.
Είχαν λοιπόν το δικαίωμα να απευθυνθούν σε δικηγόρο, σε ιατρούς, σε ιατροδικαστές, προκειμένου να λάβουν τις απαντήσεις που αναζητούσαν κατά δήλωση τους από κοινού. Είχαν δικαίωμα να αποταθούν σε δικηγόρο εφόσον από κοινού η ο καθένας ξεχωριστά πίστευαν ότι συκοφαντούνται η εφόσον διέρρεαν χωρίς την άδεια τους προσωπικά τους δεδομένα.
Είχαν δικαίωμα να εμπιστευτούν στο δικηγόρο τις απόψεις, τις κρίσεις, τα στοιχεία που ενδεχομένως είχαν για την υπόθεση τους για τα οποία ο Δικηγόρος έχει την υποχρέωση εχεμύθειας. Υπενθυμίζω δε, ότι μέχρι εκείνο το στάδιο, η διενεργηθείσα Αυτεπάγγελτη προανάκριση αλλά και οι ιατροδικαστικές εκθέσεις ακόμα και οι θεράποντες ιατροί, είχαν αποκλείσει το ενδεχόμενο της εγκληματικής ενέργειας. Επαναλαμβάνω οι διορισθέντες ιατροδικαστές οι διενεργήσαντες την νεκροψία- νεκροτομή με τις εκθέσεις τους προς τις αρμόδιες αρχές κατέληγαν σε αιτίες θανάτου: ηπατική ανεπάρκεια κ αγενέσια φλεβοκόμβου.
Αυτά ήταν τα δεδομένα κατά το χρόνο ανάληψης από μέρους μου της υπόθεσης με τα οποία ασχολήθηκα εγώ όπως και άλλοι δυο συνάδελφοι μου παράλληλα.
Όσον αφορά τώρα στην παραίτηση μου από την δήθεν υπεράσπιση: ουδέποτε ως προανέφερα είχα εντολή υπεράσπισης δεδομένου ότι δεν υπήρχε και υποκείμενο υπεράσπισης ελλείψει κατηγορουμένου.
Μπορούσα να αναλάβω από την στιγμή που πλέον υπάρχει κατηγορούμενος;
Θεωρητικά: ναι. Καθημερινά άλλωστε βλέπω κάποιους συναδέλφους μου, να τοποθετούνται δημόσια για μια υπόθεση την οποία δεν γνωρίζουν κ δεν έχουν δικογραφία.
Για μια υπόθεση που στο προηγούμενο στάδιο, υπήρχαν άλλοι δικηγόροι που την χειρίζονταν, οι οποίοι ήταν πολύ φειδωλοί στις δημόσιες εμφανίσεις τους, παρά το γεγονός ότι δεχόμασταν (και όχι επιδιώκαμε) διαρκώς προσκλήσεις από όλα τα ΜΜΕ για υπόθεση που χειριζόμασταν (όχι για να σχολιάσουμε υποθέσεις άλλων). Ακούω για συναδέλφους που βολιδοσκοπούν, «παρακαλούν» να αναλάβουν το «έγκλημα του αιώνα» είτε με υποστηρίχτηκες δηλώσεις στα ΜΜΕ, είτε προσεγγίζοντας συγγενείς, κτλ.
Θεωρητικά και πάλι :όχι.
Κάθε Δικηγόρος έχει το αναφαίρετο δικαίωμα όχι μόνον να επιλέγεται από τον εκάστοτε εντολέα, αλλά και να επιλέγει,με βάσει τις προσωπικές του πεποιθήσεις για την υπόθεση (όχι συγκεκριμένα την εν λόγω υπόθεση.. κάθε υπόθεση).
Πρακτικά και δεοντολογικά μπορούσα να αναλάβω; Όχι. Ανεξάρτητα από τις προσωπικές μου αντιλήψεις και πεποιθήσεις, που δεν αφορούν κανένα, δεοντολογικά δεν επιτρέπεται να αναλάβω την υπεράσπιση ενώ σε προγενέστερο στάδιο είχα εκπροσωπήσει τον εν δυνάμει (και ενδεχομένως) παριστάμενο προς υποστήριξη της κατηγορίας.
Έχοντας εκπροσωπήσει και τους δυο γονείς και γνωρίζοντας στοιχεία και από τις δυο πλευρές, δε θα ήταν ποτέ δυνατό να αναλάβω είτε ως συνήγορος υπεράσπισης είτε εκπροσωπώντας τον παριστάμενο προς υποστήριξη της κατηγορίας σε περίπτωση που υποβληθεί τέτοια δήλωση. Αυτό είναι το πρακτικό κ δεοντολογικό κομμάτι, το ηθικό αφορά ως προείπα αποκλειστικά εμένα .
Είναι δε τουλάχιστον αστείο να ακούω για επιδίωξη πρόσκαιρης δημοσιότητας. «Υπερασπιστής» λοιπόν δεν είσαι όταν αναλαμβάνεις αδιακρίτως, η όταν αναλαμβάνεις όταν δεν σου επιτρέπεται.
Ο υπερασπιστής φαίνεται και κρίνεται στις δικαστικές αίθουσες.. εκεί που όσοι βρισκόμαστε γνωριζόμαστε πολύ καλά.. καλό θα είναι οι διάφοροι συνάδελφοι μεταξύ άλλων να δουν και το άρθρο 10 παρ Στ’ του Κώδικα περί δικηγόρων».