Κανένα «φως» στην… άκρη του τούνελ με τους θανάτους των τριών μικρών κοριτσιών της οικογένειας Δασκαλάκη στην Πάτρα δεν φαίνεται να προκύπτει μέχρι στιγμής, ενώ οι έρευνες συνεχίζονται.
Σε μια πρώτη «ανάγνωση» όσων πληροφοριών έχουν βγει στη δημοσιότητα, οι γιατροί δείχνουν να συμφωνούν ότι οι θάνατοι της Μαλένας, της Ίριδας και της Τζωρτζίνας δεν δικαιολογούνται σε καμία περίπτωση από τα συμπτώματα που είχαν έως τότε, ενώ η μητέρα των παιδιών αντιδρά στις κατηγορίες εις βάρος της, που διατυπώνονται και διακινούνται κυρίως στα social media, δηλώνοντας πρόθυμη ακόμα και να εξεταστεί από ψυχίατρο για το «Σύνδρομο Μινχάουζεν δια αντιπροσώπου».
Σύμφωνα με ρεπορτάζ που προβλήθηκε στην εκπομπή Live News στο MEGA, όλοι οι γιατροί των νοσοκομείων που νοσηλεύτηκαν τα παιδιά της οικογένειας συγκλίνουν στην άποψη ότι σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογούνται οι θάνατοι των τριών παιδιών, αλλά και τα σοβαρά επεισόδια ανακοπής των δύο κοριτσιών, με τα συμπτώματα που είχαν μέχρι εκείνη την στιγμή και με το πώς εξελισσόταν η κατάσταση της υγείας τους.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι, σε ένα από αυτά τα νοσοκομεία, οι γιατροί δεν μπορούσαν να εξηγήσουν αυτά που συνέβησαν στην εισαγωγή του ενός παιδιού και έφτασαν στο σημείο να ειδοποιήσουν την Αστυνομία, προκειμένου να υπάρξει παρέμβαση για την καλύτερη διερεύνηση της υπόθεσης. Στην περίπτωση της 9χρονης Τζωρτζίνας, συγκεκριμένα, επικοινώνησαν για το γεγονός ότι η αιτία θανάτου δεν σχετιζόταν με τα δεδομένα που είχαν υπόψη τους για την υγεία του παιδιού -και δίχως να γνωρίζουν ότι είχαν προηγηθεί άλλοι δύο θάνατοι.
Επίσης, σύμφωνα τους γιατρούς, η μητέρα ήταν εκείνη που τους είχε προτείνει το παιδί να μπει σε μονόκλινο δωμάτιο.
Τι είναι, όμως, το «Σύνδρομο Μινχάουζεν δια αντιπροσώπου», με βάση την σχετική διεθνή βιβλιογραφία;
Το σύνδρομο Μινχάουζεν διά αντιπροσώπου (Munchausen syndrome by proxy) είναι μια διαταραχή της ψυχικής υγείας, στην οποία οι φροντιστές ενός ευάλωτου ατόμου (ένα παιδί, ένα άτομο με αναπηρία ή ένα ηλικιωμένο άτομο) συμπεριφέρονται σαν το άτομο που έχουν υπ’ ευθύνη τους να πάσχει από κάποια σωματική ή ψυχική ασθένεια, χωρίς όμως να είναι πραγματικά άρρωστο και ορίζεται ως μια μορφή κακοποίησης παιδιών ή ηλικιωμένων.
Συγκεκριμένα, το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν υποστηρίζει πως ο φροντιστής δημιουργεί ή προκαλεί ασθένεια ή τραυματισμό στο άτομο που βρίσκεται υπό τη φροντίδα του και επειδή τα ευάλωτα άτομα θεωρούνται θύματα, το MSBP αποτελεί μια μορφή κακοποίησης παιδιών ή κακοποίησης ηλικιωμένων.
Σημειώνει, μάλιστα, πως δεδομένου ότι οι περισσότερες περιπτώσεις MSBP είναι μεταξύ ενός φροντιστή (συνήθως μητέρας) και ενός παιδιού.
Ο φροντιστής με MSBP μπορεί:
1. Να λέει ψέματα για τα συμπτώματα του παιδιού.
2. Να αλλάζει τα αποτελέσματα των εξετάσεων, για να κάνει ένα παιδί να φαίνεται άρρωστο.
3. Να βλάπτει σωματικά το παιδί, για να δημιουργήσει συμπτώματα.
Τα θύματα είναι τις περισσότερες φορές μικρά παιδιά. Μπορεί να υποβάλλονται επώδυνες ιατρικές εξετάσεις που δεν χρειάζονται. Μπορεί ακόμη και να αρρωστήσουν σοβαρά ή να τραυματιστούν ή να πεθάνουν εξαιτίας των πράξεων του φροντιστή.
Τα παιδιά που είναι θύματα MSBP μπορεί να βιώνουν σωματικά και συναισθηματικά προβλήματα εφ’ όρου ζωής και να νοσούν από σύνδρομο Μινχάουζεν και ως ενήλικες, διαταραχή κατά την οποία το άτομο προκαλεί ή αναφέρει ψευδώς τα δικά του συμπτώματα.
Οι ειδικοί δεν μπορούν να πουν με βεβαιότητα τι προκαλεί την ασθένεια. Εκτιμούν, ωστόσο, ότι μπορεί να συνδέεται με προβλήματα κατά την παιδική ηλικία του θύτη. Οι κακοποιοί αισθάνονται συχνά ότι η ζωή τους είναι εκτός ελέγχου, έχουν κακή αυτοεκτίμηση και δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το στρες ή το άγχος.
Η προσοχή και η συμπάθεια που λαμβάνουν οι φροντιστές όταν έχουν ένα άρρωστο παιδί μπορεί να ενθαρρύνει τη συμπεριφορά τους. Οι φροντιστές μπορεί να τραβούν την προσοχή όχι μόνο από γιατρούς και νοσηλευτές αλλά και από τον κοινωνικό περίγυρο. Για παράδειγμα, οι γείτονες μπορεί να προσπαθήσουν να βοηθήσουν την οικογένεια με διάφορους τρόπους.
Πώς λειτουργεί ένα άτομο με MSBP
Ένα άτομο με σύνδρομο Μινχάουζεν διά αντιπροσώπου συχνά:
– Έχει ιατρικές δεξιότητες ή εμπειρία.
– Φαίνεται αφοσιωμένο στο παιδί του.
– Αναζητά τη συμπάθεια και την προσοχή.
– Προσπαθεί να γίνεται πολύ φιλικό και να έχει στενές σχέσεις με το ιατρικό προσωπικό.
– Πρέπει να νιώθει δυνατό και να έχει τον έλεγχο.
– Δεν βλέπει τη συμπεριφορά του ως επιβλαβή.
Ο έλεγχος των ιατρικών αρχείων ενός παιδιού για προηγούμενες εξετάσεις, θεραπείες και νοσηλεία στο νοσοκομείο μπορεί να βοηθήσει έναν γιατρό ή νοσηλευτή να ανακαλύψει εάν ένα πρόβλημα υγείας είναι πραγματικό.
Οι γιατροί ή οι νοσηλευτές μπορεί να «υποπτευθούν» ότι υπάρχει πρόβλημα, όταν:
– Ένα παιδί έχει μια επαναλαμβανόμενη ή ασυνήθιστη ασθένεια και δεν μπορεί να βρεθεί η ιατρική αιτία.
– Το παιδί δεν βελτιώνεται, ακόμη και με θεραπείες που θα έπρεπε να βοηθήσουν.
– Τα συμπτώματα εμφανίζονται μόνο όταν ο φροντιστής είναι ή ήταν πρόσφατα με το παιδί, αλλά βελτιώνονται ή υποχωρούν όταν ο φροντιστής δεν είναι εκεί ή παρακολουθείται στενά.
– Ο άλλος γονέας (συνήθως ο πατέρας) δεν συμμετέχει στη θεραπεία του παιδιού, παρόλο που η κατάστασή του μπορεί να είναι σοβαρή.
– Ο φροντιστής αλλάζει ξαφνικά γιατρό και λέει ψέματα για προηγούμενες εξετάσεις και θεραπείες.
– Τα φυσιολογικά αποτελέσματα των εξετάσεων δεν καθησυχάζουν τον φροντιστή. Και μπορεί να είναι εμφανίζεται περίεργα ήρεμος ή χαρούμενος όταν η κατάσταση του παιδιού χειροτερεύει.
– Ο φροντιστής εντοπίζεται να βλάπτει το παιδί ή να προκαλεί συμπτώματα.
– Ένα άλλο παιδί στην οικογένεια είχε ανεξήγητη ασθένεια ή θάνατο.
Πηγή: protothema.gr