Θλίψη στο ελληνικό ποδόσφαιρο για την απώλεια του Έλληνα προπονητή, ο οποίος σύμφωνα με τις πληροφορίες υπέστη καρδιακή ανακοπή.
Γεννήθηκε στις 3 Ιανουαρίου του 1939 στην Αθήνα και μεγάλωσε στα Εξάρχεια Αγωνιζόταν στη θέση του μεσοκυνηγού και σε μικρή ηλικία ξεκίνησε το ποδόσφαιρο από τον Αστέρα Εξαρχείων της συνοικίας του. Στη συνέχεια μετακινήθηκε στις ΑΕ Χαλανδρίου, ΠΑΟ Ρουφ, Ολυμπιακό Πειραιώς (μετέχοντας σε έναν αγώνα πρωταθλήματος), Ατρόμητο Πειραιώς (Καμινίων), Ολυμπιακός Χαλκίδας (για τον οποίο σημείωσε τέρμα σε βάρος του αντίστοιχου του Πειραιά, όταν το 1963 επέστρεψε ως αντίπαλος στο Καραϊσκάκης), Παναιγιάλειο, Πανελευσινιακό και Βύζαντα Μεγάρων, όπου το 1969 τερμάτισε την καριέρα του.
Η προπονητική του καριέρα ξεκίνησε επίσης από τον Αστέρα Εξαρχείων κι εν συνεχεία πέρασε από δεκάδες ομάδες. Εργάστηκε στους περισσότερους από τους πλέον δημοφιλείς ελληνικούς συλλόγους, με αποκορύφωμα τον Ολυμπιακό Πειραιώς στον οποίο εργάστηκε τρεις φορές (ανά μία δεκαετία: τέλη 1983, 1994 και 2004), αλλά και στους ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, ΑΕ Λάρισας, Ηρακλή, Πανιώνιο και Εθνικό Πειραιώς. Στην Α’ Εθνική πέρασε από τους πάγκους των ΟΦΗ, Καστοριάς, Παναχαϊκής, Ιωνικού, Δόξας Δράμας, Κορίνθου, Απόλλωνα Καλαμαριάς, Προοδευτικής κι Εθνικού Αστέρα.
Πιστός «στρατιώτης» του Ολυμπιακού
Ξεχωριστό κεφάλαιο στην προπονητική πορεία του Νίκου Αλέφαντου είναι οι τρεις θητείες που είχε στον πάγκο του Ολυμπιακού. Η πρώτη του θητεία ήταν από την 1η Δεκεμβρίου του 1983 μέχρι τις 12 Μαρτίου του 1984 (αγωνιστική περίοδος 1983-1984). Τότε πρόεδρος του Ολυμπιακού ήταν ο εφοπλιστής Σταύρος Νταϊφάς, που έδωσε την ευκαιρία στον Αλέφαντο, παρά το γεγονός ότι αρκετές φορές του είχε ασκήσει κριτική μέσα από τις σελίδες της εφημερίδας «Φως των Σπορ». Σε 14 αγώνες (12 για το Πρωτάθλημα και 2 για το Κύπελλο) ο Αλέφαντος είχε απολογισμό 9 νίκες, 3 ήττες και 2 ισοπαλίες με τέρματα 23 υπέρ και 9 κατά.
Η δεύτερη θητεία του ήταν η μεγαλύτερη χρονικά, από τις 27 Ιανουαρίου 1994 μέχρι τις 16 Σεπτεμβρίου 1994 (αγωνιστική περίοδος 1993-1994 και ξεκίνημα της περιόδου 1994-1995). Πρόεδρος του Ολυμπιακού ήταν πλέον ο Σωκράτης Κόκκαλης, που είχε αναλάβει την ΠΑΕ τον Μάιο του 1993. Μάλιστα ο Αλέφαντος ήταν ο πρώτος προπονητής με σφραγίδα Κόκκαλη, καθώς όταν ο γνωστός επιχειρηματίας ανέλαβε τον Ολυμπιακό αρχικά διατήρησε ως προπονητή τον Λιούμπομιρ Πέτροβιτς και μετά τη απόλυσή του τον Νοέμβριο του 1993, τον βοηθό του Κώστα Πολυχρονίου ως υπηρεσιακό, μέχρι να καταλήξει στην επιλογή Αλέφαντου.
Σε αυτή τη δεύτερη θητεία του, σε 19 αγώνες (15 για το Πρωτάθλημα, 3 για το Κύπελλο και 1 για το Κύπελλο UEFA) ο Αλέφαντος είχε απολογισμό 11 νίκες, 5 ήττες και 3 ισοπαλίες, με τέρματα 40 υπέρ και 17 κατά.
Η τρίτη, τελευταία, και πιο επεισοδιακή θητεία του Αλέφαντου στον πάγκο των «ερυθρολεύκων» ήταν από τις 19 Μαρτίου 2004 μέχρι τις 31 Μαΐου 2004, και πάλι επί προεδρίας Σωκράτη Κόκκαλη. Σε 10 αγώνες (7 για το Πρωτάθλημα και 3 για το Κύπελλο), ο απολογισμός του Αλέφαντου ήταν 7 νίκες, 1 ήττα και 2 ισοπαλίες, με τέρματα 21 υπέρ και 8 κατά. Ο Ολυμπιακός κατάφερε να κερδίσει όλα τα παιχνίδια στο πρωτάθλημα εκτός του ντέρμπι στη Λεωφόρο με τον Παναθηναϊκό, το οποίο έληξε ισόπαλο με 2–2, μετά από εξόφθαλμο, καταδικαστικό για τον Ολυμπιακό λάθος του διαιτητή Γιώργου Δούρου, το οποίο έχει παραδεχτεί δημόσια και ο ίδιος ο Δούρος σε συνεντεύξεις του.
Συγκεκριμένα, με το σκορ στο 1–2 υπέρ του Ολυμπιακού, ο αμυντικός του Παναθηναϊκού Σωτήρης Κυργιάκος χτύπησε με γροθιά στο πρόσωπο εκτός φάσης και μέσα στη μεγάλη περιοχή του τον επιθετικό του Ολυμπιακού Τζιοβάνι, ο οποίος ανταπόδωσε με κλωτσιά. Ο Δούρος αντί να αποβάλει και τους δύο παίκτες ως όφειλε, απέβαλε μόνο τον Τζιοβάνι αφήνοντας εντελώς ατιμώρητο τον Κυργιάκο να συνεχίσει τον αγώνα. Η αντιαθλητική συμπεριφορά των δύο ποδοσφαιριστών θα είχε πιθανότατα αποφευχθεί, εάν ο διατητής είχε καταλογίσει την επικίνδυνη ενέργεια του επιτιθέμενου (παιχνίδι με τον αγκώνα), το οποίο προηγήθηκε της συμπλοκής τους. Ο Παναθηναϊκός εκμεταλλευόμενος το αναπάντεχο αριθμητικό πλεονέκτημα, αλλά και την αποφυγή του πιθανού 1–3 από το πέναλτι, ένα δεκάλεπτο αργότερα κατάφερε στο 82′ να ισοφαρίσει σε 2–2 και να διατηρήσει την καθοριστική διαφορά των 2 βαθμών. Σε περίπτωση νίκης του, ο Ολυμπιακός θα είχε προσπεράσει με 1 βαθμό τον αιώνιο αντίπαλο, μόλις 4 αγωνιστικές πριν το φινάλε.