Έξαρση του δεύτερου κύματος της πανδημίας της COVID-19 μετά τα Χριστούγεννα, αν ατονήσουν τα μέτρα, προβλέπει ο Γιάννης Τούντας, καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ.
Όπως εξηγεί στο iefimerida.gr, «αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει θέμα για τρίτο κύμα πανδημίας γιατί το δεύτερο κύμα θα έχει μεγαλύτερη αντοχή από το πρώτο. Μπορεί σιγά σιγά να αρχίσει να περιορίζεται αλλά με πολύ αργούς ρυθμούς ώστε να μην μπορούμε να πούμε στο άμεσο μέλλον ότι θα το «σβήσουμε».
«Σκαμπανεβάσματα» της επιδημίας μέχρι να αποδώσει ο εμβολιασμός
Ο κ. Τούντας κάνει λόγο για έναν «άγνωστο» εχθρό που συνεχίζει να εκπλήσσει. «Με βάση τα σημερινά δεδομένα θα συνεχίσουμε με το δεύτερο κύμα της πανδημίας με «σκαμπανεβάσματα» μέχρι να αρχίσει να αποδίδει ο εμβολιασμός. Θα έχουμε μια μικρή μείωση το επόμενο διάστημα λόγω του lockdown που θα φανεί και στις ΜΕΘ και στον αριθμό των νεκρών αλλά αμέσως μετά τα Χριστούγεννα, είτε επειδή θα υπάρξει μεγαλύτερη κινητικότητα είτε επειδή θα χαλαρώσουν κάποια μέτρα, προβλέπω έξαρση».
Σύμφωνα με τον Καθηγητή Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ, όλα θα εξαρτηθούν από το πόσο προσεκτικοί θα είναι οι πολίτες το επόμενο διάστημα και το πως η πολιτεία θα φροντίσει αυτή η χαλάρωση να μην πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
100.000 ενεργά κρούσματα στη χώρα
Τα κρούσματα συνολικά από την αρχή της πανδημίας στη χώρα μας έχουν ξεπεράσει τα 700.000 με βάση τους υπολογισμούς του κ. Τούντα, ενώ τα ενεργά κρούσματα σήμερα υπολογίζονται στα 100.000. «Οι αριθμοί αυτοί εξηγούν και την επιμονή αυτού του δεύτερου κύματος της COVID-19. Αυτό που διαπιστώσαμε από την εμπειρία της Άνοιξης διεθνώς είναι ότι σε χώρες που τα κρούσματα ανέβηκαν με αργούς ρυθμούς, όπως συνέβη στην Ελλάδα, είχαν γρήγορη πτώση. Αντίθετα, χώρες που βίωσαν μία ορμητική αύξηση του πρώτου κύματος και η επιδημία πήρε μεγάλες διαστάσεις όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Γαλλία, η Αγγλία κ.α. δυσκολεύτηκαν, παρά τα μέτρα που πήραν και τα lockdown, να τιθασεύσουν αυτό το πρώτο κύμα και χρειάστηκαν τρεις με τέσσερις μήνες».
Κλειστά σχολεία και εστίαση μέχρι και τις αρχές Ιανουαρίου
Αναφερόμενος στο «άνοιγμα» της κοινωνίας και της οικονομίας ο κ. Τούντας ξεκαθαρίζει ότι όλα εξαρτώνται από το κατά πόσο οι πολίτες μπορούν να τηρήσουν τα μέτρα. «Μέχρι και σήμερα ορισμένοι συμπολίτες δε συμμορφώνονται όπως θα έπρεπε και γι’ αυτό πληρώνουμε και το κόστος αυτής της μεγάλης έξαρσης. Θα έλεγα ότι σίγουρα μέχρι τις αρχές Ιανουαρίου ούτε τα σχολεία μπορούν να ανοίξουν, ούτε η εστίαση. Αυτό που μπορεί να ανοίξει, αλλά θα το δούμε ανάλογα με τα στοιχεία που θα έχουμε στα χέρια μας μεταξύ 14 και 20 Δεκεμβρίου, είναι το λιανικό εμπόριο κάτω όμως από αυστηρές προϋποθέσεις και εφόσον βεβαίως έχουν βελτιωθεί οι αριθμοί», σχολιάζει.
Τι οδήγησε στην έξαρση της επιδημίας στη Θεσσαλονίκη
Ο Καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ αναφέρεται στη σφοδρότητα με την οποία η επιδημία έπληξε τη βόρεια Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα τη Θεσσαλονίκη σημειώνοντας ότι η κατάσταση ξέφυγε για τρεις κυρίως λόγους. «Υπήρξαν εκδηλώσεις συνωστισμού τον Οκτώβριο με τους εορτασμούς των Αγίων, τις συγκεντρώσεις και τις βόλτες των νέων, που είναι βασικοί μεταδότες, ασυμπτωματικοί οι περισσότεροι, σε περιορισμένο γεωγραφικό χώρο από το λιμάνι μέχρι το Λευκό Πύργο. Επίσης, η βόρεια Ελλάδα γειτονεύει με τις βαλκανικές χώρες και υπάρχει μετακίνηση εργαζομένων αλλά και τουριστών. Δυστυχώς σ’ αυτές τις χώρες υπήρξε μία έξαρση της επιδημίας τους τελευταίους μήνες μεγαλύτερη απ’ ότι στις χώρες της Ευρώπης που κατάφεραν να τιθασεύσουν πιο γρήγορα το πρώτο κύμα». Ωστόσο, όπως παρατηρεί ο κ. Τούντας τις τελευταίες μέρες καταγράφεται μείωση των κρουσμάτων και σύντομα αναμένεται και μείωση των διασωληνωμένων και των νεκρών.
Τον Ιανουάριο θα αρχίσουν οι εμβολιασμοί στη χώρα μας
Σχολιάζοντας, τέλος, τη χρονική υστέρηση που παρατηρείται στην Ευρώπη σε σχέση με την Αγγλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες αναφορικά με την έγκριση των εμβολίων ο κ. Τούντας λέει: «Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκου συναποτελείται από τους εκπροσώπους όλων των χωρών της Ε.Ε. Δεν είναι εύκολο 28 χώρες να αποφασίζουν πάνω σε τέτοια ζητήματα από τη μια στιγμή στην άλλη. Κάθε χώρα και κάθε οργανισμός έχει τη γραφειοκρατία του και τα πρωτόκολλά της. Η καθυστέρηση αυτή δεν είναι σε βάρος μας. Μας δίνει ακόμη ένα μικρό περιθώριο να σιγουρευτούμε για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα του εμβολίου. Είναι πολύ σημαντικό να έχουν οι ευρωπαίοι πολίτες εμπιστοσύνη στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων. Προσωπικά, θα ήθελα να κάνω το εμβόλιο όσο πιο γρήγορα».
Οι εμβολιασμοί στη χώρα μας προβλέπεται να αρχίσουν τον Ιανουάριο. Όπως εξηγεί όμως ο Καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ θα απαιτηθούν τουλάχιστον έξι μήνες για να εμβολιαστεί το 70% του πληθυσμού. «Δεδομένου ότι πρόκειται για εμβόλια δύο δόσεων και η πολιτεία θα μπορεί να εμβολιάζει δυο εκατομμύρια Ελλήνων το μήνα μπορεί κανείς να αναλογιστεί ότι για να καλυφθούν 6 με 7 εκατομμύρια πληθυσμός θα απαιτηθεί διάστημα γύρω στους έξι μήνες», καταλήγει.
Πηγή: iefimerida.gr