Σε αδιέξοδο κατέληξε η χθεσινή συνάντηση ανάμεσα στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών και τις τράπεζες, και το ενδεχόμενο της ρήξης είναι πλέον τόσο κοντά όσο ποτέ.
Σύμφωνα με πληροφορίες ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας βρέθηκε χθες το απόγευμα μπροστά σε μία μη αναμενόμενη, όσο και δυσάρεστη έκπληξη.
Ο υπουργός στην προ εβδομάδος συνάντηση, εκφράζοντας την κυβερνητική θέση, που προφανώς απηχεί και τον ίδιο τον πρωθυπουργό, είχε ζητήσει από τις τράπεζες να του παρουσιάσουν μία οποιαδήποτε πρόταση ελάφρυνσης από το επιπλέον κόστος, που προκαλεί η υπέρμετρη αύξηση των επιτοκίων, για τους συνεπείς δανειολήπτες.
Δύο ήταν οι βασικές προϋποθέσεις. Η μία ήταν να μην προκαλεί δημοσιονομική επιβάρυνση και η δεύτερη να έχει όσο το δυνατό μεγαλύτερη περίμετρο.
Παρόλα αυτά οι τράπεζες προσήλθαν χθες στην συνάντηση με μία πρόταση που αφενός ήταν πρόχειρη και αφετέρου δεν κάλυπτε καμία από τις παραπάνω βασικές παραμέτρους. Αφορά λίγους, τους ευάλωτους σύμφωνα με τις τράπεζες, και κυρίως προκαλεί δημοσιονομικό κόστος.
Κορυφαίο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών δήλωνε χθες, ότι από την μία οι τράπεζες ζητούν μετ’ επιτάσεως – και ορθώς πράττουν – την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και από την άλλη προτείνουν λύσεις που αυξάνουν το έλλειμμα.
Πρόταση στα πρότυπα του σχεδίου «Γέφυρα»
Από την πλευρά τους οι τραπεζίτες δηλώνουν πως δεν μπορούν να επωμιστούν το σύνολο του κόστους και αυτό διότι δεν είναι σύννομο με τις εποπτικές αρχές. Το σχέδιό των τραπεζών προβλέπει, ουσιαστικά την αναβίωση του σχεδίου Γέφυρα.
Προτείνεται να καλυφθεί μέρος της επιβάρυνσης της δόσης στεγαστικών δανείων για ευάλωτα νοικοκυριά σε μια περίμετρο την οποία προσδιορίζουν σε 20.000 – 30.000 δανειολήπτες.
Στο σχέδιο αυτό το οποίο θα σταλεί για έγκριση στη Φρανκφούρτη και μέρος του κόστους θα επωμίζονται τα πιστωτικά ιδρύματα και το υπόλοιπο το δημόσιο.
Τα κριτήρια υπαγωγής σε αυτή την ομπρέλα προστασίας προτάθηκαν από τις τράπεζες να είναι αυτά της Δεύτερης Ευκαιρίας, που σημαίνει εισοδηματικά όρια από 7.500 ευρώ ατομικού εισοδήματος με προσαύξηση 3.500 ευρώ για κάθε έξτρα μέλος του νοικοκυριού και μάξιμουμ εισόδημα 21.000 ευρώ για τις οικογένειες.
Από εκεί και πέρα το μόνο θετικό της χθεσινής συνάντησης ήταν ότι υπάρχει κοινός τόπος, τουλάχιστον σε επίπεδα προθέσεων, για τις ρυθμίσεις του εξωδικαστικού. Οι τράπεζες υποσχέθηκαν ότι θα τρέξουν ταχύτερα την όλη διαδικασία και θα κάνουν αποδεκτές πολύ περισσότερες προτάσεις.
Προθεσμία δύο εβδομάδων
Μέσα σε αυτό το βαρύ κλίμα που δημιουργήθηκε το υπουργείο Οικονομικών έδωσε προθεσμία δύο εβδομάδων προκειμένου να υποβάλλουν προτάσεις σε μία σειρά που ζητήματα, με κυριότερη βέβαια την στήριξη των συνεπών δανειοληπτών.
Παράλληλα φρόντισε να στείλει και ένα μήνυμα προς τις διοικήσεις των τραπεζών ότι «η Ελληνική Κυβέρνηση ξεκαθάρισε στις διοικήσεις των τραπεζών ότι, για την ίδια, δεν υφίσταται ζήτημα απόδοσης bonus στα υψηλόβαθμα τραπεζικά στελέχη για το 2022».
Από εκεί και πέρα, περιέγραψε τα θέματα που ζητούν απαντήσεις, όπως επίσης και τις επιδιώξεις της κυβέρνησης.
Συγκεκριμένα:
1. Κατάθεση πρότασης των τραπεζών για πρόγραμμα στήριξης ενήμερων ευάλωτων δανειοληπτών, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους ευρωπαϊκούς εποπτικούς κανόνες, χωρίς δημοσιονομικό κόστος.
Η Κυβέρνηση ζητά αυτή να κατατεθεί τις επόμενες δύο εβδομάδες.
2. Κατάθεση προτάσεων των τραπεζών με σκοπό την αύξηση της εγκρισιμότητας των αιτήσεων του εξωδικαστικού μηχανισμού που αφορούν τους ενήμερους δανειολήπτες τους.
Οι σχετικές προτάσεις εκτιμάται ότι θα υποβληθούν μέχρι τέλους του έτους.
3. Αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων και μείωση των αυξημένων επιτοκίων χορηγήσεων ως αποτέλεσμα της αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ.
Τα πιστωτικά ιδρύματα αναμένεται να κινηθούν, διακριτά και ανεξάρτητα, προς αυτή την κατεύθυνση το προσεχές διάστημα.
Η Ελληνική Κυβέρνηση ζητά αυτό να γίνει άμεσα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τη μεγάλη αύξηση του επιτοκιακού περιθωρίου των τραπεζών το τελευταίο διάστημα.
4. Επαναξιολόγηση του κόστους προμηθειών των τραπεζών στις απλές τραπεζικές συναλλαγές.
Η Ελληνική Κυβέρνηση παρουσίασε λίστα σχετικών προμηθειών, η οποία θα αξιολογηθεί από το κάθε τραπεζικό ίδρυμα, διακριτά και ανεξάρτητα.