Ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι δεν θα θέσει θέμα κομματικής πειθαρχίας στην ψήφιση του νομοσχεδίου, καθώς πρόκειται για ένα ζήτημα συνείδησης και εμμέσως πλην σαφώς υπέδειξε τη λύση της αποχής
Μηνύματα με αποδέκτες την ελληνική κοινωνία, το εσωτερικό του κόμματός του αλλά και την αντιπολίτευση εξέπεμψε ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη συνέντευξη που παραχώρησε στην κρατική τηλεόραση, παρουσιάζονται το πλαίσιο βάση του οποίου προτίθεται να νομοθετήσει η κυβέρνηση για το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και την τεκνοθεσία.
Χωρίς να υπολογίζει το πολιτικό κόστος και αποφασισμένος να προχωρήσει μέχρι τέλους, ο πρωθυπουργός ξεδίπλωσε την ξεκάθαρη θέση του για την αναγκαιότητα της ρύθμισης, απαντώντας σε όλα τα ερωτήματα που ήδη τίθενται στο δημόσιο διάλογο για το εν λόγω ευαίσθητο κοινωνικό ζήτημα και έθεσε τους όρους της “εξίσωσης” του ζητήματος των ίσων δικαιωμάτων των ομόφυλων, η λύση της οποίας θα οδηγήσει στην ψήφιση του νομοσχεδίου από τη Βουλή.
Ένα νομοσχέδιο το οποίο ήδη εγείρει αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΝΔ όσο και στο εσωτερικό της κυβέρνησης, με τον πρωθυπουργό να προσπερνά το πολιτικό κόστος και να δείχνει ότι έχει ζυγίσει κάθε πιθανή πολιτική εξέλιξη και να έχει προνοήσει για ένα “plan Β” για όλα τα ενδεχόμενα.
Παρότι με την έναρξη -και επισήμως- της συζήτηση για τα ομόφυλα ζευγάρια και όλα τα θέματα που απορρέουν από αυτό, ο πρωθυπουργός στοχεύει να κάμψει και να ελαχιστοποιήσει τις υφιστάμενες αντιδράσεις σε όλα τα επίπεδα, γνωρίζει καλά ότι αυτές δεν θα “μηδενίσουν” και κατά συνέπεια έδωσε διέξοδο στους βουλευτές του που θα επιμείνουν.
Η αποχή
Όπως δήλωσε, δεν θα θέσει θέμα κομματικής πειθαρχίας στην ψήφιση του νομοσχεδίου, καθώς πρόκειται για ένα ζήτημα συνείδησης και εμμέσως πλην σαφώς υπέδειξε τη λύση της αποχής από την ψηφοφορία.
«Η αποχή είναι μια αξιοπρεπής στάση, που μπορεί κάποιος να εκφράσει τη διαφωνία του, δηλαδή να μην υπερψηφίσει, χωρίς να δημιουργήσει και πρόβλημα στην κυβερνητική πλειοψηφία. Είναι μια επιλογή την οποία μπορεί να έχουν οι βουλευτές» είπε χαρακτηριστικά.
Τη σύσταση αυτή ωστόσο δεν έδειξε να την απευθύνει και προς τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου δηλώνοντας πως «προφανώς, όταν κάποιος είναι Υπουργός υπάρχει μεγαλύτερη δέσμευση σε μία συλλογική απόφαση που παίρνει το Υπουργικό Συμβούλιο. Θέλω να θυμίσω ότι τα νομοσχέδια εγκρίνονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, από τους Υπουργούς» παρατήρησε.
Σε κάθε περίπτωση ο πρωθυπουργός εκτός από το να “διευκολύνει” τους διαφωνούντες, τους δίνει επιπλέον και χρόνο να το διαχειριστούν και επικοινωνιακά και πολιτικά και να το ζυγίσουν αξιολογώντας όλες τις παραμέτρους, που έθεσε ξεκάθαρα ο πρωθυπουργός, πριν πάρουν την τελική τους απόφαση, η οποία θα καταγραφεί στην ψηφοφορία του νομοσχεδίου.
Επιπλέον, προβάλλοντας ως “‘εναλλακτική λύση” την αποχή, αντί της καταψήφισης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης “διευκολύνει” την υπερψήφιση του νομοσχεδίου, ακόμη και αν οι διαρροές στη ΝΔ είναι περισσότερες απ’ όσες υπολογίζονται ή ακόμη και αν η αντιπολίτευση “υποκύψει” σε μικροκομματικούς υπολογισμούς και δεν στηρίξει με την ψήφο της το νομοσχέδιο. Καθώς, σύμφωνα με το άρθρο 67 του Συντάγματος σχετικά με την πλειοψηφία για τη λήψη απόφασης, ορίζεται ότι: «H Bουλή δεν μπορεί να αποφασίσει χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, που όμως ποτέ δεν μπορεί να είναι μικρότερη από το ένα τέταρτο του όλου αριθμού των βουλευτών».
Κατά συνέπεια, η αποχή των αντιδρώντων θα βοηθήσει ώστε το νομοσχέδιο να ψηφιστεί με την πλειοψηφία των παρόντων, η οποία εκτιμάται από κυβερνητικούς κύκλους ότι θα επιτευχθεί.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση εκτός από τα εσωκομματικά “γαλάζια εμπόδια” θα μπορέσει να ξεπεράσει και τυχόν “τρικλοποδιά”, την οποία φωτογράφισε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης δηλώνοντας μιλώντας στο ΟΡΕΝ πως «δεν θα μεταβιβάσει ο κ. Μητσοτάκης τα εσωκομματικά του προβλήματα στο ΠΑΣΟΚ. Είναι δικά του κι ας τα λύσει. Η κυβέρνηση νομοθετεί. Εμείς δεν πρόκειται να “δέσουμε τα κορδόνια” της Νέας Δημοκρατίας».
Αιχμή στην οποία απάντησε ευθέως ο πρωθυπουργός, κατηγορώντας τον κ. Ανδρουλάκη για εργαλειοποίηση του θέματος. «Αντί να δούμε την ουσία του θέματος, ο κ. Ανδρουλάκης εργαλειοποιεί με τον τρόπο του ένα ζήτημα το οποίο είναι ζήτημα δικαιωμάτων στο οποίο, εγώ ο ίδιος ξεκινώ λέγοντας ότι δεν θα βάλω κομματική πειθαρχία. Και προσέξτε, γιατί το κάνω αυτό; Γιατί είναι πάρα πολύ σημαντικό να μη διχαστούμε στο θέμα αυτό».
Επί της ουσίας της νομοθετικής πρωτοβουλίας ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ότι αφορά ” την ισότητα στο γάμο. Δηλαδή, την απαλοιφή οποιασδήποτε διάκρισης ανάλογα με τον σεξουαλικό προσανατολισμό στο ζήτημα της σύναψης μιας σχέσης γάμου. Που ουσιαστικά τι είναι ο γάμος; Είναι, θα έλεγα, το «επιστέγασμα» της αγάπης μεταξύ δύο ανθρώπων. Είναι ταυτόχρονα, όμως, και ένα νομικό συμβόλαιο με δικαιώματα και υποχρεώσεις” είπε ο πρωθυπουργός, υποστηρίζοντας ότι δεν πρόκειται για κάτι επαναστατικά διαφορετικό από αυτό το οποίο ήδη ισχύει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Για τον πρωθυπουργό, πάντως, το πλέον ευαίσθητο θέμα, αφορά τα παιδιά, τα οποία όπως εξήγησε είναι μία πραγματικότητα, υφίστανται στην ελληνική κοινωνία αλλά δεν έχουν τα ίδια δικαιώματα με τα παιδιών ετερόφυλων ζευγαριών.
«Παιδιά υπάρχουν σήμερα. Και δεν νομίζω ότι κανείς αμφισβητεί μια πραγματικότητα: ότι τα ομόφυλα ζευγάρια έχουν παιδιά και δεν θα σταματήσουν αυτά τα παιδιά να υπάρχουν, δεν θα εξαφανιστούν. Πλην όμως, τα παιδιά αυτά, ξέρετε, δεν έχουν ίσα δικαιώματα” τόνισε και αναρωτήθηκε “ειλικρινά και κοιτάω στα μάτια όλους αυτούς οι οποίοι μπορεί να έχουν κάποια επιφύλαξη για το θέμα αυτό: εξυπηρετούμε τα δικαιώματα των παιδιών τα οποία ήδη υπάρχουν με το να μην ρυθμίσουμε τα λίγα παιδιά, τα λίγα ζευγάρια που τελικά τους αφορά το ζήτημα; Και τους αφορά πολύ, ξέρετε. Ένα παιδί γεννημένο στο εξωτερικό δεν μπορεί να γίνει Έλληνας πολίτης γιατί πολύ απλά δεν αναγνωρίζουμε εμείς στην Ελλάδα τον γάμο».
Ο πρωθυπουργός έκλεισε ωστόσο κάθε ενδεχόμενο παρένθετης μητρότητας για τα ομόφυλα ζευγάρια, το οποίο προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ, ξεκαθαρίζοντας πως “δεν κάνουμε τίποτα στο καθεστώς της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Δεν αλλάζουμε τίποτα” προσθέτοντας εμφατικά ότι η Ελλάδα δεν θα γίνει “εργαστήρι πειραμάτων. “Δεν θα πειραματιστούμε με τις πιο προχωρημένες ιδέες στα θέματα των δικαιωμάτων”.